Σε αυτό του το βιβλίο, ο ταλαντούχος και αγαπημένος πλέον (σε εμένα και σε μερικά ακόμη εκατομμύρια ανθρώπους) Αμερικανός συγγραφέας Στηβ Μπέρι, καταπιάνεται με ένα ακόμα αίνιγμα της ιστορίας: Το Τάγμα των Ναϊτών Ιπποτών και τον Θησαυρό που αυτοί κατείχαν και δεν βρέθηκε ποτέ.
Οι Ναΐτες ξεκίνησαν ως ολιγάριθμη ομάδα Ιπποτών στους Αγίους Τόπους -σκοπός τους ήταν η ασφαλής διακίνηση των προσκυνητών στην Ιερουσαλήμ- στις αρχές του 12ου αιώνα. Γρήγορα εξελίχθηκαν σε ένα πολυάριθμο μοναστικό τάγμα με οικονομική ευμάρεια καθώς και υπολογίσιμη στρατιωτική και πολιτική δύναμη. Τα θησαυροφυλάκια τους χρησιμοποιούσαν ως ασφαλή μέρη φύλαξης -με το αζημίωτο βέβαια- πλούσιοι ευρωπαίοι, ακόμα και βασιλείς. Στις αρχές του 14ου αιώνα οι Ναΐτες αριθμούν περίπου τους 15.000 με περιουσία που ξεπερνά κατά πολύ αυτήν των ηγεμόνων της εποχής.
Ο τότε Βασιλιάς της Γαλλίας Φίλιππος Δ΄ αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Η περιουσία των Ναϊτών είναι η λύση στα προβλήματα του. Βασιζόμενος σε ένα νόμο της εποχής, τους κατηγορεί ως αιρετικούς και δημεύει την περιουσία τους -βοηθός στο εγχείρημα του αυτό στάθηκε το υποχείριο του ο Πάπας Κλήμης Ε΄. Την Παρασκευή 13 Οκτωβρίου 1307 γίνονται μαζικές συλλήψεις και βασανισμοί Ναϊτών -μεταξύ αυτών και του Μάγιστρου τους Ιακώβου Ντε Μολέ (Jacques de Molay)- και το Τάγμα των Ιπποτών του Ναού περνάει στην ιστορία. Από αυτό το γεγονός πηγάζει και η δοξασία που έχει διατηρηθεί μέχρι τις μέρες μας και θεωρεί την «Παρασκευή και 13» γρουσούζικη ημέρα. Οι Ναΐτες εξαφανίστηκαν, οι περιουσίες τους δημεύθηκαν αλλά ο Θησαυρός τους δεν βρέθηκε ποτέ. Ο τελευταίος Μάγιστρος τους, ο Ιάκωβος Ντε Μολέ, είχε φροντίσει και προλάβει να τον κρύψει…
Ενδιαφέρουσα ιστορία ε; Και που να διαβάσετε τον μύθο που έπλασε ο Στηβ Μπέρι γύρω από αυτήν. Σύμφωνα με αυτό το μύθο, οι Ναΐτες δεν εξαφανίστηκαν εκείνη την Παρασκευή. Το Τάγμα επιβίωσε και ανασυντάχθηκε στην περιοχή Λάνγκεντοκ της Νότιας Γαλλίας. Το Μοναστήρι των Πηγών έγινε η έδρα τους, όμως ο Θησαυρός είχε εξαφανιστεί. Στα 700 χρόνια που πέρασαν αρκετοί εντός αλλά κυρίως εκτός του Τάγματος τον αναζήτησαν χωρίς όμως αποτέλεσμα. Ο μοναδικός άνθρωπος που κατάφερε να φτάσει κοντά στην λύση αυτού του αινίγματος ήταν ένας Αμερικανός ερευνητής ο οποίος παραδόξως αυτοκτόνησε. Η σύζυγος του (Στέφανι Νελ) ξεκινά μια πορεία αναζήτησης (στα χνάρια του άντρα της) με βοηθό έναν πρώην συνεργάτη της και καλό φίλο, τον Κότον Μαλόουν. Μια αναζήτηση που μέσα από επιγραφές σε ταφόπετρες, πίνακες ζωγραφικής, μεσαιωνικά κάστρα, κρυπτογραφήματα και βιβλία που έχουν εξαφανιστεί θα τους οδηγήσει στα Γαλλικά Πυρηναία και ποιος ξέρει ίσως και στον Θησαυρό των Ναϊτών – το Μεγάλο Κληροδότημα.
Για όσους έχουν διαβάσει το βιβλίο του Στηβ Μπέρι «Αλεξάνδρεια. Ο Φύλακας της Βιβλιοθήκης», οι δύο ήρωες που προανέφερα θα του είναι γνωστοί. Όντως πρόκειται για τον Κότον Μαλόουν, τον πρώην πράκτορα της ομάδας Μαγγελάνος, και για την επικεφαλής της ομάδας, την Στέφανι Νελ. Εκτός από αυτούς στο βιβλίο θα συναντήσετε και άλλα δύο γνωστά σας πρόσωπα, τον Χένρικ Θόρβαλντσεν και την Κασσιόπεια Βιτ. Το εν λόγω βιβλίο προηγείται χρονολογικά του «Αλεξάνδρεια. Ο Φύλακας της Βιβλιοθήκης», χωρίς αυτό όμως να έχει σημασία μιας και το ένα βιβλίο έχει τελείως διαφορετική ιστορία από το άλλο και μοναδικό κοινό τους σημείο είναι οι τέσσερεις προαναφερόμενοι ήρωες.
Το «Ο Θησαυρός των Ναϊτών» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πλατύπους σε μια φροντισμένη και καλαίσθητη έκδοση, με φανταστικό εξώφυλλο και σε μετάφραση που υπογράφει η Βίκυ Μυλωνοπούλου. Όπως και τα υπόλοιπα βιβλία του συγγραφέα είναι ευχάριστο στην ανάγνωση, γεμάτο μυστήριο και αγωνία που ξεκινούν από την πρώτη του σελίδα και σε συνοδεύουν αδιαλείπτως ως την τελευταία. Και σε αυτό το βιβλίο υπάρχει, στο τέλος του, ένα σημείωμα του συγγραφέα που ξεκαθαρίζει τα όρια μεταξύ της ιστορίας και της μυθοπλασίας. Το ζήτημα του Θησαυρού των Ναϊτών έχει από μόνο του μια γοητεία. Ο Στηβ Μπέρι κατόρθωσε με το ταλέντο του να το κάνει ακόμα πιο γοητευτικό και ενδιαφέρον.
Αν και σε κάποια σημεία η μυθοπλασία ήρθε σε σύγκρουση με τις θρησκευτικές μου πεποιθήσεις, σας προτείνω ανεπιφύλακτα να το διαβάσετε. Είναι ένα φανταστικό μυθιστόρημα που δεν αποσκοπεί σε τίποτα άλλο –το έχει δηλώσει καθαρά ο Στηβ Μπέρι σε μια συνέντευξη του- παρά να σας χαρίσει απολαυστικές ώρες ανάγνωσης και πιστέψτε με το πετυχαίνει απόλυτα. Καλή ανάγνωση!
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου μεταφέρουμε:
Στην αρχή η αδελφότητα είχε λίγα μέλη. Οι ιππότες έδιναν όρκο πενίας και αγνότητας. Παραχωρούσαν όλα τα υπάρχοντα τους στο Τάγμα και ζούσαν σε κοινόβια. Το φαγητό και ο ρουχισμός τους προέρχονταν από φιλανθρωπίες. Η σφραγίδα του Τάγματος ήταν ιδιαίτερα συμβολική: δύο ιππότες καβάλα σε ένα άλογο –αναφορά στον καιρό που ο ιππότης δεν μπορούσε να έχει δικό του άλογο.
Το 1139 το Τάγμα τίθεται υπό τον αποκλειστικό έλεγχο του Πάπα. Αυξάνει την πολιτική και οικονομική του δύναμη και συγκεντρώνει ένα υπέρογκο απόθεμα πλούτου.
Εδώ και 700 χρόνια είχαν υποχωρήσει σε ένα μοναστήρι των Πυρηναίων. Οι αρχαίες μυσταγωγίες συνέχιζαν να διεξάγονται, αλλά στο σκοτάδι, πίσω από χοντρούς τοίχους και κλειδωμένες πόρτες. Και όλα αυτά για το Μεγάλο Κληροδότημα.
Δύο αντίπαλες δυνάμεις παλεύουν για την αποκρυπτογράφηση μιας σειράς γρίφων που παραμένουν άλυτοι εδώ και αιώνες, αποφασισμένες να εξιχνιάσουν το μυστήριο που ταλανίζει μελετητές αιώνες τώρα, ανακαλύπτοντας τη θρυλική κρύπτη του θησαυρού και της απαγορευμένης γνώσης των Ναϊτών, που θεωρούνταν χαμένα για πάντα.