Αρχική Ματιά
Νέο στη Ματιά
Β  ΕΙΔΑ .:ΤΑΞΙΔΙΑ .:ΣΥΝΤΑΓΕΣ .:ΒΙΒΛΙΑ .:ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ .:ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ .:ΔΙΑΦΟΡΑ .:ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ .:ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ .:ΤΥΧΑΙΑ ΣΕΛΙΔΑ Β 
Β 
Β 
Β 
Πεζά... Αρχική Βιβλιοθήκης ...Σουρεαλιστικά!
Για να επιστρέψετε στα Πεζά κάντε κλικ εδώ! Για να επιστρέψετε στο Έγραψαν κάντε κλικ εδώ!
Β 
Β 

Σουρεαλιστικά

Β 
της Στέλλας Αμπαρτζή (Αμπαρτζίδου)
Β 

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 1995.

Στο σπίτι μου:

Εδώ τελείωσε η Νεκρή Ζώνη της Ζωής μου. Τα αίματα ήταν πάντα ένας πηκτός ανελέητος πολτός από πίκρα.
Τα μάτια μου είχαν σκληρύνει σαν το νεκρό δέρμα μετά από τόσες απογοητεύσεις. Πολλοί έγιναν καφέ ομοιώματα που όμως ανήκουν στο παρελθόν και δεν μου παρέχουν καμία συγκίνηση στο πέρασμα της ανάμνησης.
Ο φόβος μου άφηνε πάντα ένα κλειστό άνοιγμα στον κόσμο.
Μια μέρα βγήκα μέσα από μια οπή και πραγματοποίησα κόκκινο πέταγμα.
Τα φτερά μου δεν ήταν άλλο θρύψαλα. Έσπασα τον πάγο με την ορμητικότητα μου, πέταξα για πάντα εκείνο το ψεύτικο κέρινο ομοίωμα που με έθλιβε μια ζωή, μέχρι τώρα, έβαλα δάφνες στις πληγές μου και πέρασα το δάσος αδιαφορώντας για οποιοδήποτε σκούξιμο.
Διάλεξα το πιο κόκκινο κεράσι από την πιο φορτωμένη κερασιά και αισθάνθηκα τον χυμό του στο στόμα μου.
Νύχτωσε.
Στο δάσος άναψα ένα διαχρονικό κερί και έλαμψε το κεχριμπάρι που εγώ λατρεύω.
Κίτρινο αυτό, μπλε η νύχτα.
Μέσα στην θερμοκρασία της ζεστής νύχτας έγραψα τα γράμματα, πήρα τις αποφάσεις μου. Πραγματοποίησα τις τελικές δίκες. Τα τελεσίγραφα μηνύματα ήταν τελεσίδικα. Μέσα από τα μελανά κλαδιά του έβενου, περνούσε απαλός κι ευχάριστος ο αέρας.
Είμουν πάντα στο δάσος. γιατί εκεί είναι το οξυγόνο μου.
Είναι ένα δάσος που παράδοξα κι ονειρικά συνυπάρχουν δένδρα όλων των εποχών. Ίσως κατά βάθος να εκφράζει την ψυχή μου.
Δάσος από μούσμουλα, συκιές, χρυσάνθεμα, μωβ, άσπρα.
Υπάρχει και μια παλιά μπρούτζινη εκκλησία. Έχει λίγη σκόνη στους μεταλλικούς τοίχους της και λίγη σκουριά στην κλειδαριά. Τα παιδιά στα εξωτερικά στασίδια είναι έμπνευση ζωής και φρουροί της εκκλησίας. Αυτή είναι η σωστή εικόνα που βγήκε από την μεταλλική πρασινάδα. Κυριαρχούν το ασημί και το χρυσό. Σε ένα φαιό κάθετο επίπεδο που παριστάνει τον χειμερινό ουρανό, παίζω με την θάλασσα θέατρο.
Η πεδιάδα πίσω είναι μαβί και ο θώρακας μιας πανοπλίας είναι στολισμένος με κούμαρα και θυμάρι και κουκουνάρια.
Ο κύκνος κοιμάται στην υδάτινη κλίνη του.
Οι πάπιες, οι χήνες, οι τσαλαπετεινοί έχουν στήσει χορό στο πράσινο χόρτο, γύρω από τον τυρό και την άμπελο.
Ο Κύων είναι όμορφος.
Ο ανδριάντας παριστάνει έναν νέο.
Από την Κάτω Βόλτα της Αφρικής έφεραν διάφορα ζώα.
Δένω το μωβ υφασμάτινο ζωνάρι μου και πίνω με δίψα τον επιτραπέζιο οίνο.
Απέναντι μου στέκονται η Θεοδώρα και ο Ιουστινιανός.
Έγινε κάπου ένα πταίσμα και κάλεσαν τον εισαγγελέα γιατί οι φταίχτες είχαν ανάπηρα πόδια.
Ο εισαγγελέας ο Δικαστής έβγαλαν στο Δικαστήριο μια Ρόδινη Απόφαση.
Οι ανάπηροι φταίχτες έφυγαν μέσα σε μια Κόκκινη Άμαξα.
Δεν θυμάμαι αν ήταν Ζεστή ή Κρύα η Νύχτα εκείνη.
Αύριο η Μνήμη μου θα είναι ένα Κύκνειο Άσμα.

Τετάρτη 29 Ιουλίου 1991. Δράμα.

Στις επάλξεις των ονείρων μου, ο δρόμος με τους λωτούς εναγκαλίασε το εξαϋλωμένο πνεύμα μου.
Είμουν μια ρέπλικα και συ έρεες μύθος στο σμήνος των μελισσών.
Τα τύμπανα έτριζαν, και οι βέργες παρατασσόταν σε ανάκατες σειρές.
Ακούστηκε ξέφρενο τρεχαλητό στην είσοδο των φαντασμάτων.
Ο αντίλαλος πάγωσε, και οι φωνές έσβησαν σιγά κι απαλά.
Το γέλιο του ήλιου ζέστανε τον Ιωάννη.
Πέταξε τον χιτώνα του. Ο μανδύας ήταν μαύρος τριχωτός.
Τότε ακούστηκε το γέλιο των πουλιών στην οδό των ρόδων.
Πήραμε τον δρόμο για τον Αίγειρο.
Δεξιά κι αριστερά άνθιζαν δαμασκηνιές. Σαν περνούσαμε εγώ ατένιζα, κι ο δρόμος ήταν ατελείωτος, διαρκούσε μια ζωή.
Μετά τα μάτια μου κουράστηκαν να κοιτούν τον δρόμο.
Πριν το τέλος αντίκρισα μπροστά μου κρουνούς και κρήνες.
Μετά άκουσα να γίνεται πανηγύρι.
Όλα τα όργανα όλων των εποχών.
Σάλπιγγες μέσα από άσπρα κρίνα, Κόρνα, Όμποε, Ούτι, Άρπα, Λαγούτο κι αισθανόμουν μες στο χορό που δεν έβλεπα.
Πιο κάτω στα χαλάσματα, κοντά στα αετώματα ανακάλυψα χλαμύδα και μια πόρπη.
Ένα τόξο μείζων, κι ένα ελάσσων, αποκάλυψαν το όραμα με την ρίψη του βέλους στην μεμβρανική επιφάνεια.
Ήταν της Ισιδώρας το Όραμα.
Τα φύλλα αναδύονται μέσα από την βροχή, και σχηματίζουν νέα χρώματα.

Τετάρτη 14 Αυγούστου 1991.

Στην μαύρη δίνη της θάλασσας, κάτω από το πηχτό σκοτάδι, οι φωνές έβγαιναν (αναδυόταν) μέσα από τα νερά, όταν τα μάτια βυθίζονταν σε ελικοειδείς μεταμορφώσεις, ελικοειδών περιστροφών.
Ήταν οι σφαγμένοι πόθοι των Λυτρωμένων καιρών που έστελναν οι Ναυαγοί των Ονείρων. Οι ναυαγοί των Ελπίδων αναδύθηκαν εις την φωτεινήν επιφάνειαν της θάλασσας την ερχομένην ανατολήν ηλίου και εδέχθησαν θεϊκήν θωπείαν πρωινών Ασμάτων με άρωμα φύλλου Άγριας Συκιάς που εταξίδευε πάνω από τα ύδατα, επί χρόνον μακρόν.

Τετάρτη 31 Ιουλίου 1991. Δράμα.

Η προφητεία των πυγολαμπίδων.

Η προφητεία των πυγολαμπίδων στους πέτρινους φράχτες με τα στεφανωτά κόκκινα αγκάθια, είναι μύθος και αλήθεια που την έζησα.
Έπεφτε γυμνή η βροχή όταν οι ανάπηρες μνήμες κοιμόταν στα γαλήνια επίπεδα.
Οι κλίνες ήταν άσπρες και λείες, και οι κεφαλές έβλεπαν όνειρα ανάλογα.
Ακαθόριστα γαλάζια και λευκά ιμάτια έπλεαν κι ανεμίζοταν ανάλαφρα ανάμεσα σε νερό κι αέρα.
Τα άγρυπνα φαντάσματα έτρεχαν με αμέτρητο ίλιγγο.
Τα παγωμένα κρύσταλλα εξέπεμπαν κύματα δροσιάς.
Τότε ενεφανίσθει στον ορίζοντα ένα σταματημένο εκκρεμές.
Το πλησίασα και διαπίστωσα ότι ήταν ένα Σκοτωμένο Εκκρεμές, δηλαδή ένα Νεκρό Εκκρεμές.
Τότε το τρομαγμένο Κτήνος που αντίκρισε τον νεκρό χρόνο αναδύθηκε από τη θάλασσα με ταραχή των κυμάτων μέγιστη και κολύμπησε προς την ακτή. Εκεί δεν υπήρχε άμμος, αλλά ο κήπος των Ρόδων δεξιά, κι ο κήπος των γιασεμιών αριστερά.
Το κτήνος έτρεχε τρελά. Μπερδεύτηκε σ' ένα αγιόκλημα πιο μέσα.
Τότε στην κόψη της αγωνίας του έπεσε πιο βαθιά στα ρόδινα περιβόλια.
Τα γυμνά μάτια μου παρακολουθούσαν αυτό, που τίμημά του ήταν ο πόνος για τον νεκρό χρόνο, που του εδόθει να αντικρίσει.
Μετά μπήκαμε μέσα στους μαρμάρινους θόλους και αψίδες.
Θυμήθηκα ξαφνικά κάτι που συνέβει σαν όραμα στο παρελθόν, μια φωνή που μούλεγε: Όταν βρέξει στην μνήμη μου, τότε το κτήνος θα τιναχτεί, σαν έξαρση από μέθη, και θα συμβεί το ξύπνημα.
Φρόντισα να γίνει μέσα στο δάσος με τις καστανιές.
Πάνω στο φυλλόχωμα έριξα πυρίτιο.
Η ετυμηγορία ήταν έτοιμη. Έτοιμη η Φύση μαζί. Μαύρα κοράκια πέταξαν. Πάνω από το άσπρο χιόνι.
Η διαδικασία ήταν κάτι σαν τις χιονισμένες Κυριακές κάτι παρελθόντων χρόνων, τότε που στους σφαλισμένους πύργους, οι απόρθητες παρθένες έστελναν θρήνο στον αέρα, παρθένο κι αγνό σαν το κεχριμπάρι.
Ο ουρανός ήταν γλαυκός.
Οι τραγικές μορφές και πρόσωπα έβγαζαν για να ανασάνουν τις τραγικές μάσκες.
Ένα κομβίον ρουμπί εστάλει στον ουρανό.
Η αναμενόμενη βροχή κατέληξε μπλε καταιγίδα.

Β 
Στέλλα Αμπαρτζή (Αμπαρτζίδου)
Β 
Β 

Το κείμενο αυτό είναι της Στέλλας Αμπαρτζή (Αμπαρτζίδου). Δημοσιεύεται στη Ματιά με την άδειά της, για την οποία και την ευχαριστούμε πολύ.

Β 
Β 
Δείτε:
Ποίηση
Νανουρίσματα
Πεζά
Μύθοι
Τραγούδια
Μελέτες
Β 
Δείτε επίσης:
Απρίλη μου ξανθέ και Μάη μυρωδάτε... 2009, του Δημήτρη Χίλιου
Τώρα το Μάη το δροσό, τώρα το καλοκαίρι..., του Δημήτρη Χίλιου
Συνταγή για πετυχημένο γάμο, του Λευτέρη Σακκά
Ιστορίες από το ζωικό βασίλειο και όχι μόνο, της Βάσως Κ. Ηλιάδη
Οι Παστρικοθοδώρες αναγλείφονται, του Δημήτρη Χίλιου
Πού πας καραβάκι, του Δημήτρη Χίλιου
Μπουμ ηκούσθη στον αέρα, του Δημήτρη Χίλιου
Βαρομετρικόν χαμηλόν, του Δημήτρη Χίλιου
Ζει ο Βασιλιάς Καρνάβαλος, του Δημήτρη Χίλιου
Ε, το μέλι το φάγαμε, του Δημήτρη Χίλιου
Η πριγκίπισσα Σίσσυ miaouo, της Αθηνάς Γαλάνη
Είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα, είμαστε!, του Δημήτρη Χίλιου
Απρίλη μου ξανθέ και Μάη μυρωδάτε... 2010, του Δημήτρη Χίλιου
Σαν βγεις στον γυρισμό…, του Δημήτρη Χίλιου
Βγήκαν οι πομπές στις στράτες..., του Δημήτρη Χίλιου
Σουρεαλιστικά, της Στέλλας Αμπαρτζή
Στον φίλο μου Νικόλα - Μηχανοδηγό, της Αθηνάς Γαλάνη
Τα πράσινα μανίκια της Σοφίας Βέμπο, της Λότη Πέτροβιτς
Ας κάνουμε πως μεγαλώνουμε..., της Αθηνάς Γαλάνη
Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά, του Δημήτρη Χίλιου
Β 
Β 
Αναζήτηση
Β 
Β 
Up
Β 
Β 
Β 
Επικοινωνία | Όροι Χρήσης | Πλοηγηθείτε | Λάβετε Μέρος | Δημιουργία και Ανάπτυξη ΆΡΚΕΣΙΣ
Β 
Β