Αρχική Ματιά
Νέο στη Ματιά
Β  ΕΙΔΑ .:ΤΑΞΙΔΙΑ .:ΣΥΝΤΑΓΕΣ .:ΒΙΒΛΙΑ .:ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ .:ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ .:ΔΙΑΦΟΡΑ .:ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ .:ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ .:ΤΥΧΑΙΑ ΣΕΛΙΔΑ Β 
Β 
Β 
Β 
Άρθρα - Μελέτες... Αρχική Βιβλιοθήκης ...Ήχοι και απόηχοι. Κοινωνική ιστορία του ροκ εν ρολ φαινομένου στην Ελλάδα, 1954- 1967!
Για να επιστρέψετε στo Άρθρα - Μελέτες κάντε κλικ εδώ! Για να επιστρέψετε στο Έγραψαν κάντε κλικ εδώ!
Β 

Ήχοι και απόηχοι. Κοινωνική ιστορία του ροκ εν ρολ φαινομένου στην Ελλάδα, 1954- 1967

Β 
του Κώστα Κατσάπη
Β 

Στις αρχές του 1967, οι Στόουνς είχαν ήδη ταυτιστεί με ό,τι πιο άγριο, αυθάδικο και σεξιστικό υπήρχε στη ροκ εν ρολ σκηνή. Αν οι Μπητλς σύμφωνα με τις περιγραφές του κιθαρίστα των Who, του Πητ Τάουνσεντ, ήσαν διασκεδαστικοί και έκαναν τα κορίτσια να ουρλιάζουν, οι Στόουνς ήσαν εκείνοι που έκαναν τα αγόρια να ουρλιάζουν.1 Οι ίδιοι από την πλευρά τους, δεν είχαν κανένα πρόβλημα με τη φήμη των «κακών παιδιών» του ροκ εν ρολ, αντιθέτως έκαναν οτιδήποτε για να τη δικαιώσουν. Τον Ιανουάριο του 1967 προκάλεσαν σκάνδαλο όταν παρουσιάστηκαν στην αμερικανική τηλεόραση (στην περίφημη εκπομπή Ed Sullivan Show) και τραγούδησαν την καινούργια επιτυχία τους Lets Spend the Night Together, ένα τραγούδι οι στίχοι του οποίου ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων καθώς θεωρήθηκαν εξοργιστικά προκλητικοί. Ένα μήνα αργότερα, οι Μικ Τζάγκερ και Κιθ Ρίτσαρντς απασχόλησαν και πάλι την κοινή γνώμη, όταν σε έφοδο που πραγματοποίησε η αστυνομία κατά τη διάρκεια ενός θυελλώδους πάρτι τους, εντοπίστηκαν ναρκωτικές ουσίες εν μέσω γυμνών καλλίγραμμων γυναικών. Οι δύο Στόουνς συνελήφθησαν, ωστόσο σύντομα αφέθηκαν ελεύθεροι ώστε να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν τις συναυλίες που είχαν προγραμματίσει. Παρόλα αυτά, η φήμη για τον έκλυτο βίο που ζούσαν κορυφώθηκε, γεγονός που τους έκανε ακόμη πιο αγαπητούς στο νεανικό κοινό και πιο απεχθείς στους (πανικοβλημένους) γονείς.
Εν μέσω σκανδάλων που αποτελούσαν την απόλυτη ενσάρκωση του τριπτύχου «sex, drugs and rock an roll», οι Ρόλλινγκ Στόουνς είχαν κυκλοφορήσει το χειμώνα του 1967 το πέμπτο τους προσωπικό LP. Το Between the Buttons κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1967 στη Βρετανία με την ετικέτα της Decca, και έναν μήνα αργότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες.2 Αμέσως μετά την κυκλοφορία του καινούργιου τους δίσκου, οι Στόουνς ξεκίνησαν μια μεγάλη ευρωπαϊκή περιοδεία με σκοπό την εμπορική προώθησή του απευθυνόμενοι σε ένα νεανικό κοινό κατά βάση «οργισμένο» και «επαναστατημένο». «Σ’ έναν κόσμο όπου συνέχεια κινείται και αλλάζει» επεσήμαινε ένα ενημερωτικό φυλλάδιο το οποίο είχε κυκλοφορήσει η εταιρεία που επρόκειτο να οργανώσει τη συναυλία τους στην Αθήνα (η M- Plus- M Enterprises), «οι Στόουνς προσπαθούν να προσαρμόσουν την μουσική τους, σύμφωνα με τις απαιτήσεις μιας επαναστατημένης νεολαίας».3
Η «επαναστατημένη» αυτή νεολαία φαίνεται πως υπήρξε ο απόλυτος πρωταγωνιστής της τελευταίας τους περιοδείας, καθώς σε πολλές πόλεις που οι Στόουνς εμφανίστηκαν, σημειώθηκαν επεισόδια απίστευτης έντασης. Στην Κοπεγχάγη για παράδειγμα η οποία υπήρξε από τους πρώτους σταθμούς της περιοδείας, το εκστασιασμένο κοινό βγήκε «εκτός εαυτού», προκαλώντας ζημιές της τάξεως των πενήντα χιλιάδων δολαρίων. Οι ίδιες σκηνές επαναλήφθηκαν λίγο αργότερα και σε άλλες πόλεις, όπως στο Όσλο και τη Στοκχόλμη, όπου ένα νεανικό κοινό σε κατάσταση υστερίας άρχισε να καταστρέφει με βιαιότητα ό,τι βρισκόταν στο διάβα του, για να αναχαιτιστεί στην πορεία από ισχυρές δυνάμεις της αστυνομίας. Τα επεισόδια σε ροκ εν ρολ συναυλίες δεν υπήρξαν κάτι το καινοφανές, δεδομένου του ότι ήδη από την εμφάνισή του το ροκ εν ρολ φαίνεται πως είχε μία περίεργη «ικανότητα» να δημιουργεί στους θαυμαστές του ένα είδος παραληρήματος, το οποίο συχνά (τους) οδηγούσε σε ταραχές (ας θυμηθούμε ότι το 1956 η προβολή «ροκ εν ρολ ταινιών» ή και της Ζούγκλας του Μαυροπίνακα ακόμη, είχαν ακολουθηθεί από επεισόδια ανάμεσα στην αστυνομία και τους θεατές, που ενθουσιασμένοι από τους ήχους του ροκ εν ρολ προξενούσαν επεισόδια). Ωστόσο, το πραγματικά ενδιαφέρον στην περιοδεία αυτή, υπήρξε ότι για πρώτη φορά ένα συγκρότημα αυτού του βεληνεκούς παρουσιαζόταν σε μια χώρα του ανατολικού μπλοκ, το κοινό της οποίας αποδεικνυόταν πως τελικά δεν παρουσίαζε και πολλές διαφορές στις αντιδράσεις του από εκείνο των δυτικών χωρών.
Η ένταξη χωρών του ανατολικού μπλοκ στο πρόγραμμα της περιοδείας ενός φημισμένου ροκ εν ρολ συγκροτήματος ή ενός καλλιτέχνη, δεν ήταν κάτι που συνέβαινε πολύ συχνά. Στις ελάχιστες περιπτώσεις που αυτό πραγματοποιήθηκε, η Πολωνία φαίνεται πως σχεδόν μονοπώλησε τις προτιμήσεις των ροκ εν ρολ συγκροτημάτων. Αυτό δεν οφειλόταν τόσο στη γεωγραφική της θέση (ας θυμηθούμε ότι η Ανατολική Γερμανία ήταν πιο κοντά στη δυτική Ευρώπη), η οποία οπωσδήποτε διευκόλυνε τη μεταφορά του απαραίτητου εξοπλισμού (ηχείων, ενισχυτών, οργάνων του συγκροτήματος κλπ), όσο στο ότι η Πολωνία υπήρξε όπως φαίνεται, η πιο «ανοιχτή» απέναντι στο ροκ εν ρολ από τις σοσιαλιστικές χώρες.4 Η αρχή είχε γίνει με τον Πωλ Άνκα αρκετά πριν ξεσπάσει η Μπητλομανία, στα τέλη του 1963, όταν ο (πιο επιφανής) εκπρόσωπος των «teen idols» είχε επισκεφθεί τη χώρα για μια σειρά παραστάσεων. Λίγα χρόνια αργότερα ακολούθησαν οι Άνιμαλς, η τρίτη τη τάξει σπουδαιότερη μπάντα της βρετανικής σκηνής μετά τους Μπητλς και τους Στόουνς. Στην περιοδεία αυτή που πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 1966, δεν καταγράφηκαν σημαντικά επεισόδια, όταν όμως τον Μάρτιο του ίδιου έτους επισκέφτηκαν τη χώρα οι Χόλις (Hollies), ένα άλλο σχήμα της βρετανικής σκηνής, μετά το πέρας της συναυλίας τους στην Κρακοβία ξέσπασαν πραγματικά σοβαρά επεισόδια: το φανατικό ροκ κοινό συναντήθηκε με δεκάδες κομουνιστές φοιτητές, οι οποίοι πραγματοποιούσαν μία «αντισυγκέντρωση» κρατώντας πανό στα οποία ανέγραφαν συνθήματα όπως «Hollies, go home!» και «Vivat Chopin and the Polish Poets!». Οι δύο ομάδες γρήγορα ήρθαν στα χέρια, και τα βίαια επεισόδια που ξέσπασαν, μπόρεσαν να λάβουν τέλος μόνο ύστερα από την επέμβαση ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων.5
Την άνοιξη του 1967 επισκέφθηκαν την Πολωνία οι Ρόλλινγκ Στόουνς με σκοπό την πραγματοποίηση μιας μοναδικής συναυλίας στην πρωτεύουσα της χώρας. «Το καλύτερο αυτή τη στιγμή Αγγλικό συγκρότημα, για το οποίο μιλάει όλος ο κόσμος, οι Ρόλλινγκ Στόουνς, άρχισαν ήδη μια από τις σπάνιες περιοδείες τους στην Ευρώπη» πληροφορούσε το αθηναϊκό κοινό η M- Plus- M Enterprises την άνοιξη του 1967, επισημαίνοντας τη σπανιότητα της επίσκεψής τους σε μια χώρα του ανατολικού μπλοκ: «η περιοδεία αυτή άρχισε στο Έρμπρο της Σουηδίας το Σάββατο 25 Μαρτίου και είναι εντελώς ασυνήθιστο το γεγονός ότι μέσα σ’ αυτήν θα συμπεριληφθούν και πόλεις που βρίσκονται πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, όπως η Βαρσοβία, όπου θα εμφανισθούν την Πέμπτη 13 Απριλίου».6 Δεδομένου ότι η συναυλία των Στόουνς στη Βαρσοβία από μόνη της ήταν ένα γεγονός σπάνιο, αλλά και τεράστιας σημασίας για το «ροκ» κοινό, νέοι όχι μόνο από την Πολωνία αλλά και από γειτονικές χώρες όπως η Ουγγαρία, συνέρρευσαν στη Βαρσοβία για να εξασφαλίσουν ένα από τα περίπου τρεις χιλιάδες πολυπόθητα εισιτήρια, τα οποία εξαντλήθηκαν σε χρόνο ρεκόρ, και (λέγεται ότι) πουλήθηκαν στη μαύρη αγορά τουλάχιστον στη δεκαπλάσια τιμή.
Στις 13 Απριλίου του 1967 πράγματι, οι Ρόλλινγκ Στόουνς εμφανίστηκαν μπροστά σε ένα «αφιονισμένο» κοινό που είχε γεμίσει ασφυκτικά το Συνεδριακό Κέντρο της Βαρσοβίας. Έξω από τον χώρο της συναυλίας περίπου οκτώ χιλιάδες οπαδοί τους, πολλοί από αυτούς κρατώντας εισιτήρια στα χέρια, επιχειρούσαν να εισέλθουν στο κτίριο• όταν κατάλαβαν ότι αυτό ήταν ανέφικτο, συγκεντρώθηκαν στο κέντρο της Βαρσοβίας, όπου άρχισαν να πετάνε πέτρες και τούβλα σε παράθυρα σπιτιών και καταστημάτων, καταστρέφοντας με οργή αυτοκίνητα και οτιδήποτε βρισκόταν στο πέρασμά τους. Το πλήθος βρισκόταν σε τέτοια έκσταση που χρειάστηκε να επέμβουν ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις κάνοντας χρήση δακρυγόνων και κλομπ, ώστε να τεθεί υπό έλεγχο η κατάσταση. Εντός του κτιρίου, η κατάσταση δεν ήταν πολύ διαφορετική. Σύμφωνα με τις περιγραφές, οι Στόουνς δεν είχαν πει ούτε τέσσερα τραγούδια, όταν αντιλήφθηκαν ότι οι πρώτες σειρές των καθισμάτων ήσαν κατειλημμένες από παιδιά υψηλόβαθμων αξιωματούχων του Κομουνιστικού Κόμματος. Ο Τζάγκερ διέκοψε τη συναυλία και υπό τις επευφημίες των εκστασιασμένων οπαδών διέταξε όσους κάθονταν στις πρώτες σειρές να αποχωρήσουν. Η συναυλία τελικά ολοκληρώθηκε μέσα σε μια εξαιρετικά ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα, με τις αστυνομικές δυνάμεις να προσπαθούν να συγκρατήσουν ένα κοινό το οποίο βρισκόταν εκτός εαυτού και επιχειρούσε να καταστρέψει με μανία το εσωτερικό του συναυλιακού χώρου.7
Με τα παραπάνω γεγονότα ακόμη «νωπά», οι πέντε «ακούρευτοι Στόουνς» επισκέφθηκαν την Αθήνα, όπου για τις 17 Απριλίου (τέσσερις μόλις ημέρες μετά τα επεισόδια της Βαρσοβίας) είχε προγραμματιστεί να παρουσιαστούν μπροστά στους αθηναίους οπαδούς τους στο γήπεδο του Παναθηναϊκού. Την παραμονή της συναυλίας ένα ενθουσιώδες πλήθος αγοριών και κοριτσιών τους περίμενε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού για να τους αποθεώσει, παρουσία ισχυρής αστυνομικής δύναμης η οποία έκανε αισθητή την παρουσία της. «Οι γιεγιέδες της Αθήνας» περιέγραφε την επόμενη ημέρα η Απογευματινή, «[βρίσκονταν] σε συναγερμό. Τα περισσότερα από τα ζωηρά αυτά δεκαεννιάχρονα παιδιά ήσαν ντυμένα ποικιλόχρωμα, φανταχτερά, με πλούσια μαλλιά και φαβορίτες [...]. Οι μαθήτριες των γυμνασίων –πολλές σε αριθμό- έφεραν στο στήθος τους ταινίες με την επιγραφή Ρόλλινγκ Στόουνς και οι φερέλπιδες νεαροί κονκάρδες με την φωτογραφία των ...επίγειων θεών του σέικ».8
Παρά την καταρρακτώδη βροχή που έπεφτε, ένα πλήθος το οποίο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που δημοσιεύτηκαν την επόμενη μέρα στον τύπο, ανερχόταν σε επτά με δέκα χιλιάδες κόσμο, συγκεντρώθηκε στο γήπεδο του Παναθηναϊκού για να απολαύσει ένα από τα σπουδαιότερα συγκροτήματα της εποχής. Το πάθος υπήρξε μεγάλο και οι αθηναίοι τηνέιτζερ έκαναν οτιδήποτε για να εκδηλώσουν την αγάπη που έτρεφαν για τους Ρόλλινγκ Στόουνς. «Ομαδική υστερία», «πανδαιμόνιο» και «παραλήρημα»9 ήσαν μερικοί μόνο από τους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποίησε ο αθηναϊκός τύπος για να περιγράψει τα συναισθήματα που προκάλεσαν οι Στόουνς στους αθηναίους οπαδούς τους, αλλά και τις εκδηλώσεις αγάπης των τελευταίων για τα ινδάλματά τους: «κραυγές υστερικές, φωτοβολίδες και παρατεταμένα χειροκροτήματα υπεδέχοντο τους Στόουνς στο γήπεδο» έγραφε σχετικά η Απογευματινή. «Φανταιζίστες, ρυθμικοί, έμπειροι πια στο είδος τους, από την πρώτη στιγμή κατέκτησαν το ακροατήριό τους. «Λαίηντυ Τζέην»10: στο άκουσμα αυτής της επιτυχίας τους, οι «τηνς» κόντεψαν να παραβιάσουν τα κιγκλιδώματα του γηπέδου για να βρεθούν κοντά στους ακούρευτους «θεούς» τους. Ο ρυθμός του «Σατισφάκτιον»11 προκάλεσε ένα καινούργιο παραλήρημα και επηκολούθησε ένας σωστός πανζουρλισμός που χρειάστηκε την επέμβαση της αστυνομίας. «Δέκατη ένατη νευρική κρίσις»12 είναι ο τίτλος μιας άλλης επιτυχίας τους, που όταν την τραγούδησαν μια γενική ...κρίσις κυρίευσε τον νεαρόκοσμο της Αθήνας [...] Η ατμόσφαιρα ήταν κυριολεκτικά ηλεκτρισμένη με κύριο συντελεστή τον ζωηρό ρυθμό των Ρόλλινγκ Στόουνς».13
Τη στιγμή ακριβώς της απόλυτης «έκστασης» ένα απρόβλεπτο γεγονός έλαβε χώρα: ένας εκ των μάνατζερ των Ρόλλινγκ Στόουνς θέλησε να μοιράσει μία ανθοδέσμη με κόκκινα γαρύφαλλα14 στους αθηναίους τηνέιτζερ και οι αστυνομικοί θεωρώντας προφανώς ότι η πράξη του αυτή ενέχει κάποιο πολιτικό συμβολισμό, επιχείρησαν να τον σταματήσουν• όταν έγινε αντιληπτό ότι ο μάνατζερ των Στόουνς προπηλακίζεται από τα όργανα της τάξεως, τα μέλη του συγκροτήματος έτρεξαν να τον υπερασπιστούν, με αποτέλεσμα να προκληθεί αναστάτωση και οι Ρόλλινγκ Στόουνς, εξοργισμένοι από τη συμπεριφορά των αστυνομικών, να διακόψουν τη συναυλία τους ύστερα μόλις από είκοσι λεπτά. Έξαλλοι οι χιλιάδες νέοι στις εξέδρες αποδοκίμαζαν για αρκετά λεπτά τη στάση των αστυνομικών, μέχρις ότου ο διευθυντής της Αστυνομίας Αθηνών, ο οποίος ήταν παρών στο γήπεδο του Παναθηναϊκού επικεφαλής της αστυνομικής δύναμης, έδωσε εντολή να βυθιστεί το γήπεδο στο σκοτάδι, ώστε να υποχρεωθούν οι γιεγιέδες να αποχωρήσουν.15
Παρά το άδοξο τέλος της συναυλίας, η ικανοποίηση των τηνέιτζερ για την έλευση και μόνο των Ρόλλινγκ Στόουνς στην Αθήνα υπήρξε τεράστια. Πριν καλά- καλά κοπάσει ο θόρυβος από τα όσα συνέβησαν στη συναυλία των Στόουνς, μια είδηση ήρθε να σκάσει σαν βόμβα γιγαντώνοντας τον ενθουσιασμό των αθηναίων γιεγιέδων: «Οι θρυλικοί, οι ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΜΠΗΤΛΣ» όπως έγραφε χρησιμοποιώντας την κατάλληλη υπογράμμιση η Απογευματινή, «έρχονται το καλοκαίρι στην Αθήνα». Περισσότερες πληροφορίες δεν περιείχε το άρθρο, πέραν του ότι οι Μπητλς θα έρχονταν στην Αθήνα για μία μόνο συναυλία η οποία θα πραγματοποιούνταν (μάλλον) στις 14 Ιουλίου, και ότι δε θα έπαιρναν κάποιο συγκεκριμένο ποσό ως αμοιβή, αλλά θα λάμβαναν ποσοστά επί των εισπράξεων.16
Οι Μπητλς τελικά δεν ήρθαν, ήρθαν όμως οι συνταγματάρχες. Στις 21 Απριλίου του 1967 μία χούντα στρατιωτικών κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα βάζοντας τη χώρα σε έναν «γύψο», από τον οποίον δεν επρόκειτο να βγει πριν περάσουν περίπου επτά χρόνια. Σε μια (μεταπολεμική) περίοδο που είδε την ανάδυση μιας σειράς από (λιγότερο ή περισσότερο σημαντικά από την άποψη της επιρροής τους) πολιτικά και κοινωνικά κινήματα, από κινητοποιήσεις και διαδηλώσεις με σαφή, συγκεκριμένα και σχηματοποιημένα πολιτικά αιτήματα, τα (όχι πολύ σοβαρά είναι η αλήθεια) επεισόδια που ακολούθησαν το περιπετειώδες τέλος της συναυλίας των «ακούρευτων Στόουνς» στην Αθήνα, επρόκειτο να είναι, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Λ. Καλλιβρετάκης, «το τελευταίο ξύλο πριν από το πραξικόπημα».17 Στο εξής, η εξαφάνιση του «γιεγιέδικου» τρόπου ζωής και η επάνοδος της ελληνικής νεολαίας στον «ορθό» δρόμο, τουτέστιν στον ελληνορθόδοξο τρόπο ζωής και τις αξίες του, που τόσο φαίνονταν να έχουν υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια, μεταβαλλόταν για το καθεστώς της 21ης Απριλίου σε μία σπουδαία μέριμνα. Και η μέριμνα αυτή, παρά το γεγονός ότι η χούντα είχε να αντιμετωπίσει πολύ σημαντικά οικονομικά, πολιτικά και θεσμικά ζητήματα, επρόκειτο να αναδειχθεί ως μια (εκ πρώτης όψεως) παράδοξη προτεραιότητα.
Μόλις τέσσερις ημέρες ύστερα από την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος, ο υπουργός Εσωτερικών Στυλιανός Παττακός, γνωστοποιούσε στον αθηναϊκό τύπο την πρόθεση της κυβέρνησης και του ιδίου προσωπικά, να μπει ένας φραγμός στον «κατήφορο» στον οποίον θεωρούσε ότι είχε εισέλθει η ελληνική νεολαία τα τελευταία χρόνια. «Όλοι οι μαθηταί και αι μαθήτριαι των δημοτικών σχολείων, γυμνασίων και λυκείων, οφείλουν του λοιπού να έχουν κοσμίαν εμφάνισιν, να είναι ευπρεπείς, καθαροί και προπαντός όχι ακούρευτοι» προειδοποιούσε σχετική απόφαση την οποία με πλήρη συναίσθηση καθήκοντος ανακοίνωσε ο Σ. Παττακός στους εκπροσώπους του Τύπου. «Οι «Μπητλς» πρόσθετε, «τηνέιτζερς» και «Μπήτνικς», τα ξένα αυτά φρούτα των τεντυμπόυδων, δεν έχουν θέσιν πλέον εις την Ελλάδα».18
Ο Παττακός, πιθανόν εν αγνοία του, συμπύκνωνε με εξαιρετικό τρόπο σε τέσσερις μόλις λέξεις (Μπητλς, Μπήτνικς, τηνέιτζερς, τεντιμπόηδες) το σύνολο των απόψεων που ο ίδιος προσωπικά αλλά και το καθεστώς που εκπροσωπούσε, είχαν σχηματίσει για την ελληνική νεολαία και τους διαμορφωτές της: οι Μπητλς είχαν δώσει το 1963 το έναυσμα για τη δημιουργία μιας «φρενίτιδας» (της Μπητλομανίας) που ενώ αρχικά φαινόταν να μη συνιστά τίποτε περισσότερο από άλλη μια μουσική «τρέλα», στην πορεία αποδείχθηκε πως είχε υποδαυλίσει ένα νεανικό κίνημα (ή θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος όχι άστοχα, είχε υποδαυλιστεί από αυτό), το οποίο συνδύαζε κοινωνικά (και μάλιστα εξαιρετικά προωθημένα) αιτήματα όπως αυτό για τη χειραφέτηση της γυναίκας ή για τη σεξουαλική απελευθέρωση, με «κλασικού τύπου» πολιτικές επιδιώξεις, όπως την κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων ή τη λήξη του πολέμου στο Βιετνάμ. Οι Μπήτνικς από την πλευρά τους, ήδη από τη δεκαετία του ’50 είχαν αποτελέσει τη σημαντικότερη απόπειρα αμφισβήτησης της Ψυχροπολεμικής εποχής, των ηθικών της αρχών και των όποιων βεβαιοτήτων της. Εάν τη δεκαετία του ’50 η αμφισβήτησή τους αυτή υπήρξε «περιθωριακή», με την έννοια πως αφορούσε κατά βάση ένα στενό κύκλο διανοητών και καλλιτεχνών, από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας η κουλτούρα τους άρχισε να διαδίδεται σε μεγάλα τμήματα του νεαρόκοσμου, μέσω αρχικά της πολιτικοποιημένης (φολκ) μουσικής και κατόπιν του ίδιου του ροκ εν ρολ που συνεχώς ευθυγραμμιζόταν με τις αναζητήσεις μιας νεολαίας που έδειχνε όλο και περισσότερο να «επαναστατεί».
Το (ατυχές για τον Παττακό) αποτέλεσμα αυτής της παράλληλης διαδικασίας, το «ξένο φρούτο», φαίνεται πως υπήρξαν οι «τηνέιτζερ» και οι «τεντιμπόηδες». Διαπιστώνοντας ο υπουργός Εσωτερικών ότι οι τηνέιτζερ δεν είχαν πλέον θέση στην Ελλάδα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού και ήθους, δεν αναφερόταν φυσικά στην ομάδα των «τηνς» με την ηλικιακή διάσταση του όρου (σε όσους δηλαδή βρίσκονταν ανάμεσα στα δέκα τρία και στα δέκα εννιά τους χρόνια), αλλά σε εκείνο το τμήμα της ελληνικής νεολαίας το οποίο είχε προσαρμόσει τη συμπεριφορά του στα «γιεγιέδικα» (και κατακριτέα) πρότυπα συμπεριφοράς. Τέλος, η αναφορά στους τεντιμπόηδες, στους πρωταγωνιστές δηλαδή ενός φαινομένου που από χρόνια πλέον είχε πάψει να απασχολεί την ελληνική κοινωνία, υποδείκνυε ότι η συζήτηση που στα τέλη της δεκαετίας του ’50 είχε διεξαχθεί σχετικά με τον τεντιμποϊσμό, είχε επηρεάσει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίον οι υπερασπιστές των ηθών προσλάμβαναν και ερμήνευαν τις καινοφανείς συμπεριφορές των νέων. Πράγματι, η περί τεντιμποϊσμού δημόσια συζήτηση και ιδίως η προσέγγιση του τελευταίου ως αποτέλεσμα της υποχώρησης της ελληνορθόδοξης παράδοσης μπροστά στην «επέλαση» του δυτικού τρόπου ζωής και διασκέδασης, και κυρίως ως απόρριψη των ηθικών αρχών της από τους νέους και όχι ως εκδήλωση από αυτούς μιας παραβατικής συμπεριφοράς με τη στενή- νομική έννοια του όρου, παρείχε αυτομάτως και τα εργαλεία που θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για την αντιστροφή της κατάστασης. Αν η υποχώρηση της παράδοσης επισημαινόταν ως υπεύθυνη για το «παραστράτημα» των νέων, η επαναφορά της στο προσκήνιο και η ισχυροποίησή της θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ικανοποιητικό «αντίδοτο». Και αν τα «φρούτα του δυτικού τρόπου ζωής» ήσαν υπεύθυνα για τον «κατήφορο» της νεολαίας, η καταπολέμησή τους θα μπορούσε να επαναφέρει τη νεολαία στον (ορθό) δρόμο από τον οποίο και είχε «ξεστρατίσει». Όχι τυχαία, ο Στυλιανός Παττακός συμπλήρωνε ότι τα μέτρα τα οποία ανακοίνωνε σχετικά με την «ευπρέπεια» της ελληνικής νεολαίας, θα ακολουθούνταν από μια σειρά (αυστηρών) οδηγιών, οι οποίες αφορούσαν το ντύσιμο, τη διασκέδασή της, αλλά και την ενδυνάμωση του θρησκευτικού της αισθήματος: «επίσης» επεσήμαινε, δεν θα επιτρέπεται εις τα μαθητρίας να φορούν «μίνι- φούστες», αλλά θα προσέρχωνται ντυμένες ευπρεπώς, υπ’ ευθύνη των διευθυντών των σχολείων και των επιθεωρητών [...]. Επίσης, θα απαγορευθή η είσοδος μαθητών εις κέντρα τεχνικών παιγνίων (μπιλιάρδα, ποδοσφαιράκια κλπ). Τέλος, μερίμνη των διευθυντών των σχολείων, οι μαθηταί και αι μαθήτριαι θα μετάσχουν των μυστηρίων της εξομολογήσεως και θείας μεταλήψεως κατά την Μεγάλην Εβδομάδα και θα εκκλησιάζωνται μετά το άνοιγμα της λειτουργίας των σχολείων, υποχρεωτικώς κατά Κυριακήν, καταλογιζομένης τυχόν απουσίας των».19

Με τη συναυλία των Ρόλλινγκ Στόουνς στην Αθήνα στις 17 Απριλίου, την κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος στις 21 και τη διατύπωση θέσεων και οδηγιών από τον Παττακό για την περιστολή του «γιεγιέδικου τρόπου ζωής» των νέων στις 24 Απριλίου, τερματιζόταν μία περίοδος στην «κοινωνική ιστορία» του ροκ εν ρολ φαινομένου στην Ελλάδα. Όταν αυτό εμφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’50 στις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν αποτελούσε τίποτε περισσότερο από έναν χορό ο οποίος υποτίθεται ότι είχε έντονες σεξουαλικές συμπαραδηλώσεις (σίγουρα όχι περισσότερες από τους «αποδεκτούς» χορούς της τζαζ), καθώς και μία «ικανότητα» να ωθεί με κάποιον απροσδιόριστο τρόπο τους νεαρούς ακροατές του στην παραβατική συμπεριφορά. Όπως είδαμε, το ίδιο το ροκ εν ρολ ως μουσική και ως χορός δεν υπήρξε και τόσο καινοτομικό όσο προβλήθηκε, δεδομένου ότι περισσότερο ενσωμάτωσε στοιχεία από προηγούμενες μουσικές (όπως το ρυθμ εν μπλουζ ή το λευκό χίλμπιλι) και χορούς, παρά υπήρξε το ίδιο μια καινούργια από μουσικολογική άποψη πρόταση. Συνδεόμενο όμως εξαρχής με τις ανησυχίες που εμφανίστηκαν, σε έντονο μάλιστα βαθμό, την πρώτη μεταπολεμική περίοδο, σε πολλές κοινωνίες του δυτικού (και όχι μόνο όπως είδαμε) κόσμου για το παρόν και το μέλλον μιας νεολαίας που φαινόταν να μεγαλώνει κάτω από συνθήκες εντελώς διαφορετικές από αυτές που είχαν μεγαλώσει οι προηγούμενες γενιές, το ροκ εν ρολ υπήρξε εξαρχής καινοτομικό ως προς τούτο: κουβαλούσε από τη γέννησή του ήδη, την ταυτότητα μιας μουσικής που μπορούσε να εκφράζει προνομιακά με τον έντονο ρυθμό του και τις λαϊκές νέγρικες καταβολές του τη δυσαρέσκεια και την απαρέσκεια μιας νεολαίας η οποία δύσκολα μπορούσε να ικανοποιηθεί με τους καλλιτέχνες και τα μουσικά προϊόντα που (της) πρότεινε η καθιερωμένη μουσική βιομηχανία.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, και μετά από ένα διάστημα κατά τη διάρκεια του οποίου το ροκ εν ρολ λείανε τις αιχμές του μεταβαλλόμενο σε τμήμα της popular music, οι Μπητλς και τα υπόλοιπα συγκροτήματα της βρετανικής σκηνής το επανέφεραν δυναμικά στο προσκήνιο μπολιάζοντας το, στο επίπεδο της μουσικής με την παράδοση του μπλουζ, και στο επίπεδο της κοινωνικής σημασίας με μια πρωτόγνωρη αυθάδεια και έναν άνευ προηγουμένου ηδονισμό. Οι πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια των «swinging sixties» επέτρεψαν να μεταβληθεί η αυθάδεια αυτή, που εκφραζόταν αρχικά σε ένα επίπεδο «οικογενειακό» ως δυσφορία του νέου απέναντι στη ρουτίνα και την καθημερινότητα της ήσυχης οικογενειακής ζωής, σε μια «πολιτική αυθάδεια», δηλαδή σε μία πολύπλευρη αμφισβήτηση των πολιτικών και ιδεολογικών συντεταγμένων που κυριαρχούσαν την πρώτη μεταπολεμική περίοδο. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60, το ροκ εν ρολ μετατοπίζοντας τη θεματική και τους στίχους του στο επίκεντρο και τις αναζητήσεις ενός θαλερού νεανικού κινήματος αμφισβήτησης που παράλληλα εμφανιζόταν, κατάφερε να αναδειχθεί σε κυρίαρχο πολιτισμικό σύμβολο μιας νεολαίας οργισμένης και εξεγερμένης.
Εάν στο δυτικό κόσμο το ροκ εν ρολ συνέχισε να εξελίσσεται, εισερχόμενο σε μία τρίτη περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας το επίκεντρό του βρισκόταν στις δυτικές ακτές των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου και αναπτυσσόταν παράλληλα με το χίπικο κίνημα και την αντικουλτούρα,20 στην Ελλάδα η δικτατορία θα επιχειρούσε (εξαρχής) να θέσει φραγμούς στην ανάπτυξη και τη διάδοση τέτοιου είδους προτύπων και αντιλήψεων που, σύμφωνα με την ιδεολογία της, ευθύνονταν για την «κρίση» που μάστιζε την ελληνική νεολαία. Κηρύσσοντας τα επόμενα χρόνια τον πόλεμο στη μίνι φούστα, το μακρύ μαλλί και τους «βρωμερούς αλητοτουρίστες», η χούντα των συνταγματαρχών θα επιχειρούσε να υλοποιήσει με το (πάντα αποτελεσματικό) δόγμα «όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος», αντιλήψεις οι οποίες δεν υπήρξαν και τόσο καινοφανείς ή περιθωριακές, με την έννοια πως είχαν με συνέπεια υποστηριχθεί καθ’ όλη τη διάρκεια της προδικτατορικής περιόδου από αυτόκλητους υπερασπιστές των ηθών όπως, δημοσιογράφους, γιατρούς, δικηγόρους, στελέχη παραεκκλησιαστικών οργανώσεων, βρίσκοντας μάλιστα ουκ ολίγες φορές βήμα και αναμφισβήτητο κύρος στο επίσημο δελτίο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Η δικτατορία των συνταγματαρχών φαίνεται τελικά πως δεν υπήρξε και τόσο «απρόσμενη», όσο πρότεινε η πολιτική συναίνεση που ακολούθησε την περίοδο της μεταπολίτευσης, αντίθετα μάλλον επιβεβαιώνεται ο Δημήτριος Πάλλας, ο οποίος ήδη από το χειμώνα του 1973, είχε επισημάνει τις ιδεολογικές διαπλοκές του απριλιανού καθεστώτος με έναν χώρο εκφοράς (μεσσιανιστικής) ιδεολογίας, από τον οποίο και δείχνει να προέρχεται, να αντλεί επιχειρήματα, μοντέλα ερμηνείας και πρακτικές. Ακριβώς για το ζήτημα αυτό, η μελέτη της πρόσληψης και της ερμηνείας του ροκ εν ρολ φαινομένου στην Ελλάδα, την περίοδο που προηγήθηκε της χούντας των απριλιανών, ενδεχομένως να έχει κάποια πράγματα να πει.

Β 

Σημειώσεις:

1. Y. Bigot, «Rolling Stones», στο E. De Waresquiel (επιμ.), Ο αιώνας των ανατροπών: το λεξικό των κινημάτων αμφισβήτησης στον 20ό αιώνα, σ. 648.

2. Στη αμερικανική του εκδοχή το Between the Buttons περιελάμβανε δύο τραγούδια, το «επίμαχο» Lets Spend the Night Together και το Ruby Tuesday τα οποία στη Βρετανία δεν περιλαμβάνονταν στο LP, δεδομένου του ότι η εταιρεία τους τα είχε κυκλοφορήσει χωριστά ως σινγκλ ακολουθώντας μία πρακτική ιδιαίτερα διαδεδομένη στα μέσα της δεκαετίας του ’60, σύμφωνα με την οποία τραγούδια τα οποία κυκλοφορούσαν σε σινγκλ δεν εντάσσονταν στο LP.

3. «Η περιοδεία των Ρόλλινγκ Στόουνς στην Ευρώπη. Για πρώτη φορά πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα», χ.χρ. [μάλλον Απρίλιος 1967].

4. Όπως επισημαίνει ο Timothy Ryback, οι αρχές της Πολωνίας φαίνεται πως έδειξαν ιδιαίτερη ανοχή απέναντι στο ροκ εν ρολ σε σχέση με τις αρχές άλλων Λαϊκών Δημοκρατιών, όπως π.χ. της Ανατολικής Γερμανίας ή της Βουλγαρίας που έλαβαν σκληρά μέτρα για την καταπολέμησή του. Είναι ενδεικτικά τα παρακάτω στοιχεία: η κρατική δισκογραφική εταιρεία (η Πόλσκιε Ναγκράνια) παρήγαγε το 1960 περίπου πέντε χιλιάδες δίσκους με μουσική ροκ εν ρολ (ή τύπου ροκ εν ρολ), ενώ το 1965 είχε φτάσει να παράγει περίπου διακόσιες πενήντα χιλιάδες δίσκους ετησίως. Επιπλέον, οι πωλήσεις κιθάρας που στις αρχές της δεκαετίας κυμαίνονταν γύρω στις είκοσι χιλιάδες το χρόνο, έφτασαν στα μέσα της δεκαετίας τις τριακόσιες χιλιάδες ετησίως. Η ανοχή αυτή απέναντι στο ροκ εν ρολ επέτρεψε τη δημιουργία μιας «εθνικής σκηνής», καθώς εκατοντάδες συγκροτήματα μπόρεσαν να σχηματιστούν με βασική τους επιρροή τις μεγάλες βρετανικές μπάντες της εποχής. Την άνοιξη του 1966 μάλιστα, διοργανώθηκε στην Πολωνία με κάθε επισημότητα ένα «φεστιβάλ τηνέιτζερ», στο πλαίσιο του οποίου πολλές μπάντες έπαιξαν ροκ εν ρολ σε μια σειρά από συναυλίες που πραγματοποιήθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα (T. Ryback, ό.π., σ. 92).

5. Στο ίδιο.

6. «Η περιοδεία των Ρόλλινγκ Στόουνς στην Ευρώπη. Για πρώτη φορά πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα», χ.χρ. [μάλλον Απρίλιος 1967].

7. T. Ryback, ό.π., σ. 94- 95.

8. «Ρόλλινγκ Στόουνς. Από τους πέντε φθάνει ο ...ένας. Απόψε το ρεσιτάλ», Απογευματινή, 17.04.1967.

9. «Πανδαιμόνιο χθες για τους Ρόλλινγκ Στόουνς που ήλθαν, τραγούδησαν και απήλθαν. Πυροτεχνήματα και ομαδική υστερία. 10.000 τηνέιτζερς στον Παναθηναϊκό. Χορός επάνω στις εξέδρες και ολίγα τινά περί της γνωστής ανωμαλίας», Βραδυνή, 18.04.1967. Επίσης, «Υστερία και στην Αθήνα για τους Ρόλλινγκ Στόουνς. 8.000 τηνέιτζερς κατέκλυσαν το Παναθηναϊκό υπό βροχή. Υστερικές κραυγές, παλαμάκια και ποδοκροτήματα», Ελεύθερος Κόσμος, 18.04.1967.

10. Lady Jane: σύνθεση των Τζάγκερ και Ρίτσαρντς, κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1966 σε σινγκλ, στη β΄ πλευρά του οποίου υπήρχε το τραγούδι Mothers Little Helper. Περιέχεται επίσης στο LP Aftermath (Απρίλιος 1966/ Βρετανία, Ιούνιος 1966/ Ηνωμένες Πολιτείες).

11. (I Can’t Get No) Satisfaction: σύνθεση των Τζάγκερ και Ρίτσαρντς, κυκλοφόρησε σε σινγκλ τον Μάιο του 1965 στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Αύγουστο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έφτασε στο νούμερο 1 των βρετανικών και αμερικανικών τσαρτς. Περιέχεται επίσης στην αμερικανική έκδοση του LP Out of Our Heads (Ιούλιος 1965).

12. 19th Nervous Breakdown: σύνθεση κι αυτή των Τζάγκερ και Ρίτσαρντς, κυκλοφόρησε τον Φεβρουάριο του 1966 σε σινγκλ. Έφτασε στο νούμερο 2 των βρετανικών και αμερικανικών τσαρτς.

13. Α. Μηλιάδης, «Οι Ρόλλινγκ Στόουνς κατακτούν την Αθήνα», Απογευματινή, 18.04.1967.

14. Γ. Νοταράς, «Νίκος Μαστοράκης- Τάσος Φαληρέας. Δυο άνθρωποι, μια εποχή, καμία σχέση», Ήχος και Hi-Fi 243 (Ιούνιος 1993), σ. 38.

15. Λ. Καλλιβρετάκης, «Προβλήματα ιστορικοποίησης του rock φαινομένου. Εμπειρίες και στοχασμοί», Τα Ιστορικά 11/20 (Ιούνιος 1994), σ. 170.

16. «Έρχονται οι Μπητλς», Απογευματινή, 19.04.1967.

17. Λ. Καλλιβρετάκης, ό.π., σ. 171.

18. «Μέτρα δια την νεολαίαν. Κοσμία θα είναι η όλη εμφάνισις των μαθητριών. Οι μαθηταί οφείλουν να είναι καθαροί και κουρεμένοι. Τακτικός εκκλησιασμός», Βραδυνή, 25.04.1967. Βλ. επίσης: «Δηλώσεις του κ. Παττακού. Κοσμία εμφάνισις και θρησκευτική αγωγή απάντων των μαθητών. Απαγόρευσις εισόδου εις τα κέντρα τεχνικών παιγνίων», Απογευματινή, 25.04.1967.

19. «Μέτρα δια την νεολαίαν. Κοσμία θα είναι η όλη εμφάνισις των μαθητριών....», Βραδυνή, 25.04.1967.

20. Για το κίνημα των χίπις και την αντικουλτούρα βλ. S. Stone, Hippies. From A to Z. Their Sex, Drugs, Music and Impact on Society from the Sixties to the Present, Σίλβερ Σίτι 2000.

Β 
Κώστας Κατσάπης
Ιστορικός
Β 
Το παραπάνω κείμενο αποτελεί προδημοσίευση από το βιβλίο, "Ήχοι και απόηχοι. Κοινωνική ιστορία του ροκ εν ρολ φαινομένου στην Ελλάδα, 1954- 1967", ΕΙΕ/ΙΑΕΝ, Αθήνα 2007, του Ιστορικού Κώστα Κατσάπη. Δημοσιεύεται στην Ματιά με την άδεια του συγγραφέα του, τον οποίο και ευχαριστούμε θερμά.
Β 
Β 
Β 
Δείτε:
Ποίηση
Νανουρίσματα
Πεζά
Μύθοι
Τραγούδια
Άρθρα - Μελέτες
Β 
Δείτε επίσης:
Η Νομοθεσία των Ισαύρων
Ιστορική αναδρομή και ανάλυση του Ομηρικού ζητήματος
Τα Μεσαιωνικά Πανεπιστήμια
Οι ιδιότητες της σχολικής εργασίας
Γάμος και αγιότητα στη Μέση Βυζαντινή Περίοδο
Οι αντιλήψεις για τα δύο φύλα στο πρώιμο Βυζάντιο
Ιεραποστολή Κυρίλλου και Μεθοδίου
Θρύλοι για αγίους και μάρτυρες της παλαιοχριστιανικής περιόδου
Έργα Βυζαντινής μικροτεχνίας
Εικονογραφημένα Βυζαντινά χειρόγραφα
H κρίση του τέλους του 7ου αιώνα στο Βυζάντιο
Βασικά στοιχεία επιμόρφωσης ενηλίκων εκπαιδευτικών
Η ανάπτυξη του αθλητισμού στην Αρχαία Ελλάδα
Η Επανάσταση του Θωμά του Σλάβου
H λατρεία των λειψάνων των Αγίων στο Πρώιμο Βυζάντιο
Απλά μαθήματα εξοικονόμησης νερού
Ήχοι και απόηχοι
Προσβασιμότητα: Ζήτημα – κλειδί για την εξίσωση των ευκαιριών
Greekwood – Οι Έλληνες του Hollywood
Πρόσβαση των Ατόμων με Αναπηρία στην κοινωνία της Πληροφορίας
Θαυμασμός και Οίκτος: η διπολική εικόνα της Αναπηρίας που προβάλλεται από τα ΜΜΕ
Β 
Β 
Αναζήτηση
Β 
Β 
Β 
Β 
Up
Β 
Β 
Β 
Επικοινωνία | Όροι Χρήσης | Πλοηγηθείτε | Λάβετε Μέρος | Δημιουργία και Ανάπτυξη ΆΡΚΕΣΙΣ
Β 
Β