Ο καιρός, η πορδή του γείτονα και άλλα… ευτράπελα & μη!
Φώτιση να ευχηθώ. Προς πάσαν κατεύθυνσιν. Όχι δεν βούτηξα σήμερα για τον Σταυρό, είχε θύελλα (επί χάρτου). Λιακαδούλα είχαμε, αλλά μπαμπουλωθήκαμε, ντοπαριστήκαμε με βιταμινούχα σκευάσματα, ζωστήκαμε γερά, προετοιμασμένοι για βαρυχειμωνιά. Πολύς ντόρος περί θερμοκρασιών Αλάσκας, αλλά τελικά ήταν ανεμογκάστρι.
“Μπουμ ηκούσθη στον αέρα πλην τα βόλια πήγαν πέρα”.
Από αύριο όμως θα τουρτουρίσουμε, επιμένουν, και να δω πώς θα ζεστάνουμε το.. κοκαλάκι μας. Η χώρα στην κατάψυξη, το εξήγγειλε η κυρία Σούζη, το υπογράμμισε ο κύριος Αρναούτογλου, το διατυμπάνισαν και άλλοι πολλοί. Απαγορευτικά απόπλου, απαγορευτικά καυσίμων, απαγορευτικά ελπίδας. Χθες αυτά. Ψωνίσαμε προμήθειες, βάλαμε τη φασολάδα να βράζει, φορτώσαμε κάρβουνα το μαγκάλι. Απόψε τα ανασκεύασαν και είπαν θα έχουμε μια απλή κακοκαιρία. Είπα κάτι; Κύριος.
Ο Αλέξης παρευρέθηκε στις τελετές κατάδυσης του Σταυρού, απόλυκε τα περιστέρια (“και το πνεύμα εν είδη περιστεράς εβεβαίου του λόγου το ασφαλές”), φιλήθηκε σταυρωτά με Μητροπολίτες, προσέφερε φυλαχτά σε βουτηχτές, έτσι να σφραγίσει εκείνη την επαναστατικότητα του… δεν το αποτολμώ λόγω της ημέρας και να βγάλει ολόσωστες απαξάπασες τις σκαμπρόζικες παροιμίες που ξανά λόγω της ημέρας δεν επιτρέπεται να αραδιάσω εδώ και να σας σοκάρω τους οικογενειάρχιδες, συγγνώμη κιόλας.
Τα ξεπερνούμε χαρωπά αυτά το οβιδιακά. Είπαμε κάποια πράγματα τα ακούμε σαν την πορδή του γείτονα, δεν είναι και απαραίτητο να τα αναλύσουμε.
Είδα κι απόειδα ότι προκοπή δεν βλέπω αλλιώς, εξέδραμα κι ελόγου μου λιαν πρωί. Διστακτικά είναι η αλήθεια. Νόμιζες τώρα θα σε αρπάξει ο αέρας και θα σε κοπανήσει πάνω στη βάρκα που περίμενε δεμένη στη μικρή προβλήτα έτοιμη να τουρλοκωλιαστεί μέσα σε κάτι νερά βρωμερά. Πού και πού ένας ηλιαράκος χλωμός έδειχνε ένα δοντάκι σουβλερό.
Ένας νεαρός παπάς παλληκάρι θαλασσοδάρθηκε, μούσκεψε ολόκληρος, αλλά δεν έκανε πίσω. Διάβασε το Ευαγγέλιο, έψαλλε βροντερά “Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου…” κι έριξε όσο πιο μακριά τον Σταυρό. Οι καμπάνες χτυπούσαν, κόσμος μουδιασμένος, απελπισμένος, σταυροκοπιόταν, έχουμε τόσο ανάγκη την ελπίδα. Ένα πιτσιρίκι θαρρετό πολύ κι ένας ενήλιξ συνεπικουρούμενος από σύζυγο εξαιρετικά στοργική, αψήφισαν το ψοφόκρυο και βούτηξαν. Πολιτικούς όχι δεν είχε εκεί που πήγα, δεν καταδέχτηκαν λαϊκές παραλίες, δεν είναι του στυλ τους.
Κατόπιν ήπιαμε καφέ μετά γλυκισμάτων πίσω από μια τζαμαρία απέναντι από την ανταρεμένη θάλασσα, το τζάκι έκαιγε πλάι κι εμείς παριστάναμε πως δεν βλέπαμε κάτι άθλιους σωρούς από φύκια, αηδία σκέτη. Σοκολατόπιτα; Ναι. Άριστο συνοδευτικό του καφέ. Λάτρεις θαλασσίων σπορ θαλασσοδέρνονταν μπροστά μας κι ύστερα κουβαλούσαν τις σανίδες ξυπόλητοι, φορώντας εκείνες τις ισοθερμικές φόρμες, πα πα πα!
Μου ήρθε έτσι ξαφνικά να πετάξω τα κασκόλ και τα πανωφόρια, να μείνω με το πουκάμισο να ξαμολυθώ & να κάνω τα ίδια, πλην “Το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ…” άστα. Προμήθειες κατά την επιστροφή, βεβαίως στοιβάχτηκαν. Ένα ταψάκι γαλακτομπούρεκο, ένα σακί πατάτες, χόρτα, τα απαραίτητα.
Στις ειδήσεις είδα τα ευχάριστα, γιουχάρισαν κάποιους, βούτηξαν κάποιοι επώνυμοι για τον Σταυρό, Κατάδυση του Σταυρού στη Σμύρνη, κατάδυση στο Φανάρι, κατάδυση στη Βόρειο Ήπειρο, αλλά δεν συνεχίζω μην εκνευρίσω εδώ εκείνους που δεν τους πολυαρέσουν αυτά το πατριωτικά, στα υπόλοιπα για την Πόλα Ρούπα έκλεισα την tv να μην χαλάσω τη γεύση.
Α, μια παρατήρηση: Στα δελτία ειδήσεων κάτι άσχετοι παρουσιαστές έλεγαν πως ψάλθηκε η καθιερωμένη δοξολογία των Φώτων. Άλλος έλεγε πως ο τάδε βούτηξε κι έπιασε τον τίμιο σταυρό. Άλλα αντ’ άλλα της χελιδονούς το γάλα. Μα πού τους βρίσκουν;
του Δημήτρη Χίλιου
Ο Δημήτρης Χίλιος είναι συγγραφέας και από τις εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα του “Με το σφύριγμα του τραίνου” και “Χάρτινα φιλιά“.