
Άγιος Σισώης ο Μεγάλος. Βίος
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά και εορτάζει την ιερή μνήμη του Οσίου Σισώη στις 6 Ιουλίου. Ο Άγιος Σισώης φέρει τον τίτλο του «Μεγάλου», όπως και ο Μέγας Αντώνιος, τόσο λόγω του πραγματικά μεγάλου του ασκητικού βίου όσο και για να τον διακρίνει από δύο άλλους συγχρόνους του που είχαν το ίδιο όνομα.
Πρώτα Χρόνια και Αρχή της Ασκητικής Διαδρομής
Από την παιδική του ηλικία, ο Άγιος Σισώης επέδειξε μια βαθιά αγάπη προς τον Θεό και ακολούθησε τον Χριστό, παίρνοντας τον «σταυρό του Χριστού στους ώμους του». Στο άνθος της ηλικίας του, εγκατέλειψε τον κόσμο και τα εγκόσμια, στρεφόμενος ολοκληρωτικά στην πνευματική ζωή και αναχωρώντας στην έρημο της Αιγύπτου. Αποσύρθηκε συγκεκριμένα στην έρημο της Σκήτης.
Ο Πολύχρονος Ασκητικός Βίος στην Έρημο
Ο Άγιος Σισώης «πορεύτηκε με χαρά στα μακρά μονοπάτια της άσκησης», όπου αντιμετώπισε και κατόρθωσε να ξεπεράσει τους «πολέμους των αόρατων δαιμονικών εχθρών». Προόδευσε τόσο γοργά στην αρετή και στους ασκητικούς αγώνες, ώστε σύντομα λογιζόταν από όλους ως πρότυπο μοναχού. Εγκαταστάθηκε στο ίδιο σπήλαιο όπου είχε ασκητεύσει και ο Άγιος Αντώνιος ο Μέγας. Η επιλογή αυτή δεν οφειλόταν μόνο στον τόπο, αλλά και στο παράδειγμα του Αγίου Αντωνίου, τον οποίο ο Σισώης προσπαθούσε να μιμηθεί στις αρετές του. Πράγματι, ακολουθούσε σε όλα τα χνάρια του αγίου Αντωνίου.
Όταν ένας αδελφός ρώτησε τον Άγιο Σισώη αν είχε φτάσει στο επίπεδο του αββά Αντωνίου, εκείνος απάντησε: «Αν είχα έναν από τους λογισμούς του αββά Αντωνίου, θα γινόμουν όλος φωτιά· γνωρίζω όμως άνθρωπο που με κόπο μπορεί να βαστάξει τον λογισμό του».
Ο Άγιος Σισώης παρέμεινε στην έρημο για πάνω από 60 χρόνια, με μία πηγή να αναφέρει συγκεκριμένα εβδομήντα δύο χρόνια, αφιερωμένος εξ ολοκλήρου στην πνευματική του τελειοποίηση. Λίγο μετά τον θάνατο του Αγίου Αντωνίου, καθώς οι ασκητές είχαν αρχίσει να συνωστίζονται στην έρημο της Σκήτης και της Νιτρίας, ο Άγιος Σισώης αποφάσισε να μεταβεί μαζί με τον μαθητή του, τον οποίο τον έλεγαν Αβραάμ, στο εσωτερικό όρος, όπου είχε ζήσει ο μεγάλος πατριάρχης της ερήμου και το οποίο είχε εγκαταλειφθεί λόγω των βαρβαρικών επιδρομών, περίπου το 357 μ.Χ..
Αποδέσμευση από Υλικές Ανάγκες
Κατά τη διάρκεια της ασκητικής του ζωής, ήταν τόσο απελευθερωμένος και ανεξάρτητος από τις υλικές ανάγκες, που πολλές φορές ξεχνούσε ακόμη και να φάει. Τότε, ο μαθητής του, ο Αβραάμ, του υπενθύμιζε την ανάγκη αυτή, λέγοντας του, όπως οι μαθητές έλεγαν στον Ιησού Χριστό: «Ραββί, φάγε». Σε άλλες περιπτώσεις, όταν ο Αβραάμ του θύμιζε ότι δεν είχαν φάει, εκείνος απαντούσε με απλότητα: «Δεν εφάγαμε τέκνον;» και όταν ο μαθητής απαντούσε αρνητικά, ο Άγιος έλεγε: «Εάν δεν εφάγαμε, φέρε να φάγουμε».
Έπαιρνε πότε-πότε προμήθειες από έναν μοναχό από το Πισπίρ. Μια φορά, καθυστέρησε για περίπου δέκα μήνες.
Κάποτε, ενώ βάδιζε στο όρος, συνάντησε έναν κυνηγό από την Φαράν του Σινά, ο οποίος δεν είχε δει άνθρωπο για ένδεκα μήνες. Ο γέροντας τότε επέστρεψε στο κελλί του και χτυπούσε το στέρνο του λέγοντας: «Ιδού, Σισώη, ενόμισες ότι κάτι έκανες και δεν εφθασες καν στο επίπεδο αυτού του λαϊκού!».
Οι Αρετές του Αγίου Σισώη
Ένα από τα πιο επιφανή χαρακτηριστικά του Αγίου Σισώη ήταν η βαθιά του ταπεινοφροσύνη.
Η ταπεινοφροσύνη αποτελεί την «πρώτη αρετή κάθε πιστού». Ο Άγιος Σισώης φοβόταν πριν απ’ όλα να τον επαινούν, δείχνοντας την επιθυμία του να παραμένει άγνωστος. Παρά την προσπάθειά του αυτή, η αρετή του ήταν τόσο εμφανής που «δεν μπορούσε να κρυφτεί», όπως «πόλις επάνω όρους κειμένη» – μια πόλη χτισμένη πάνω σε βουνό που φαίνεται από παντού, σύμφωνα με τα λόγια του Ιησού Χριστού. Οι μαθητές του Αγίου Αντωνίου, θαυμάζοντας την αγιότητά του, έτρεχαν και γίνονταν δικοί του μαθητές.
Η ταπεινοφροσύνη του εκδηλωνόταν με ποικίλους τρόπους: ενώ του άρεσε να προσεύχεται με σταυρωμένα χέρια, απέφευγε να το κάνει φανερά, για να μην τον βλέπουν οι άλλοι να προσεύχεται. Σε μια περίπτωση, όταν ένας μοναχός του είπε ότι αισθανόταν πάντα κάτω από το βλέμμα του Θεού, ο Άγιος Σισώης του απάντησε ότι αυτό δεν ήταν αρκετό, αλλά έπρεπε να αισθάνεται «και παρακάτω απ’ όλους τους αδελφούς του». Αυτή η διδασκαλία αντανακλά τα λόγια του Ιησού Χριστού στην «επί του όρους» ομιλία, συγκεκριμένα το χωρίο: “Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι”.
Η ταπεινοφροσύνη, όπως δίδασκε ο Άγιος Σισώης στους επισκέπτες του, κατακτάται πρώτον με την εγκράτεια, δεύτερον με την προσευχή και τρίτον με την προσπάθεια να θεωρεί κανείς τον εαυτό του σε κάθε περίσταση κατώτερο όλων των ανθρώπων.
Ακόμη και στο τέλος της ζωής του, ο Άγιος Σισώης παρέμεινε ταπεινός. Παρά την αδιάλειπτη ασκητικότητά του, παραπονιόταν στον εαυτό του πως ήταν «ανάξιος μοναχός και ασκητής». Όταν ένας συνασκητής του εξέφρασε τη λύπη του που δεν είχε τη «θερμότητα της ψυχής του αγίου Αντωνίου», ο Άγιος Σισώης του αποκρίθηκε: «Εγώ, αν είχα κι ένα μόνο από τα αισθήματα του αγίου Αντωνίου, θα αισθανόμουν τον εαυτό μου να καίεται από θεϊκή αγάπη». Με αυτόν τον τρόπο, υπογράμμιζε ότι η αγιότητα δεν είναι ανθρώπινο κατόρθωμα, αλλά «δωρεά και χάρη του Θεού», ανάλογη με την προαίρεση του ανθρώπου, παραπέμποντας στα λόγια του Ιησού Χριστού: «Παντί τω έχοντι δοθήσεται…».
Ο Άγιος Σισώης ήταν επίσης άνθρωπος της «θερμής προσευχής». Όταν προσευχόταν, η καρδιά του ήταν σαν να την «έκαιε φωτιά», γεγονός που οδηγούσε τους μαθητές του να τον ακούν να αναστενάζει συχνά βαθιά. Η αληθινή προσευχή είναι μια «αιματηρή αγωνία», παρόμοια με εκείνη του Ιησού Χριστού στον κήπο της Γεθσημανή μετά το Μυστικό Δείπνο, όπου ο ιδρώτας Του έπεφτε σαν αίμα στη γη «εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην», καθώς ο Χριστός αγωνιούσε ως άνθρωπος πριν το εκούσιο πάθος Του. Εμείς οι άνθρωποι προσευχόμαστε και αγωνιούμε μπροστά στον φόβο της αμαρτίας.
Η αγάπη του για τη νηστεία και η απορρόφησή του στην προσευχή ήταν τέτοια που έμενε ολόκληρες ημέρες χωρίς καμία μέριμνα για τροφή.
Επιπλέον, ο Άγιος Σισώης φοβόταν τα πολλά λόγια, γι’ αυτό και απέφευγε να ομιλεί. Όταν μιλούσε, ήταν πάντοτε «πάρα πολύ σύντομος». Για τριάντα ολόκληρα χρόνια, έλεγε καθημερινά την προσευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, μην αφήσης να αμαρτήσω σήμερα με τη γλώσσα μου». Η επιθυμία του αυτή συνάδει με τα λόγια του Αγίου Ιακώβου του αδελφοθέου, ο οποίος στην επιστολή του γράφει: «Ει τις εν λόγω ου πταίει, ούτος τέλειος ανήρ». Ο Άγιος Σισώης επιθυμούσε διακαώς να αποκτήσει αυτή την τελειότητα.
Η Χάρη της Ανάστασης Νεκρών και Άλλες Διδαχές
Ως αποτέλεσμα της ακλόνητης πίστης και της βαθιάς του ταπεινοφροσύνης «μέχρι τέλους», ο Άγιος Σισώης «έλαβε τη χάρη από τον Κύριο να αναστήσει νεκρούς». Ένα χαρακτηριστικό περιστατικό συνέβη όταν ένας λαϊκός επισκέφτηκε τον Γέροντα στο όρος με τον γιο του. Στο δρόμο, το παιδί πέθανε. Ο πατέρας, δίχως να ταραχθεί, το έφερε στον αββά και γονάτισε κρατώντας το παιδί σε στάση μετάνοιας, για να ευλογηθεί από τον γέροντα. Έπειτα εξήλθε μόνος του. Ο Άγιος, νομίζοντας ότι το παιδί του έβαλε μετάνοια, είπε: «σήκω, πήγαινε έξω». Αμέσως, ο νεκρός σηκώθηκε και βγήκε.
Ο Άγιος Σισώης, σταματώντας μία μέρα κοντά στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, συλλογίστηκε κατάπληκτος τη ματαιότητα της επίγειας δόξας και έχυσε δάκρυα για την κοινή μοίρα κάθε ανθρώπου. Έπειτα επέστρεψε στο κελλί του για να προσκαρτερήσει εκεί στην προσδοκία του Κυρίου. Σε έναν αδελφό που είχε πέσει πολλές φορές στην αμαρτία, ο Άγιος Σισώης του είπε: «Σήκω και πάλι και πάλι». «Έως πότε;» ρώτησε ο αδελφός. Ο Γέροντας απάντησε: «Έως ότου καταληφθείς είτε στο αγαθό είτε στην πτώση, γιατί εκεί που βρίσκεται ο άνθρωπος σ’ αυτό και πορεύεται».
Η Ειρηνική Κοίμηση του Αγίου
Η τελευτή του βίου του Αγίου Σισώη υπήρξε μια ειρηνική τελείωση ενός αγίου. Ξαπλωμένος στο ξυλοκρέβατό του, βίωσε μια όραση και είπε: «Ο άγιος Αντώνιος μαζί με τους Προφήτες και τους Αγγέλους έρχονται να παραλάβουν τη ψυχή μου». Μια άλλη πηγή περιγράφει την ίδια στιγμή με μεγαλύτερη λεπτομέρεια: ενώ οι γέροντες κάθονταν γύρω του, το πρόσωπό του αίφνης έλαμψε σαν ήλιος. Τους είπε: «Ιδού, ήλθε ο αββάς Αντώνιος». Και μετά από λίγο είπε: «Ιδού, ήλθε ο χορός των προφητών». Το πρόσωπό του έλαμψε ακόμη περισσότερο και είπε: «Ιδού, ήλθε ο χορός των αποστόλων». Η λάμψη της όψης του επαναλήφθηκε, ενώ έδειχνε να συνομιλεί με κάποιους. Όταν οι γέροντες τον ρώτησαν με ποιόν μιλούσε, εκείνος αποκρίθηκε: «Ιδού, ήλθαν οι άγγελοι να με πάρουν και παρακαλώ να μ’ αφήσουν λίγο να μετανοήσω». Κι εκείνοι του είπαν: «Δεν έχεις ανάγκη να μετανοήσεις, πάτερ». Τότε ο γέροντας είπε: «Πραγματικά δεν έχω την συνείδηση ότι έβαλα αρχή μετανοίας». Οι πατέρες θαύμασαν την τόση ταπεινοφροσύνη του και κατάλαβαν ότι είχε φθάσει στην τελειότητα. Τότε αίφνης το πρόσωπό του έγινε πάλι σαν ήλιος και όλοι εφοβήθηκαν. Και τους λέει: «Βλέπετε, ο Κύριος ήλθε και λέγει, “φέρτε μου το σκεύος της ερήμου”». Αμέσως παρέδωσε το πνεύμα, ενώ έγινε αστραπή και γέμισε ο τόπος ευωδία. Έκλεισε τα μάτια του στο φως του αισθητού ήλιου και «μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν». Αμήν.
Ο Άγιος Σισώης έζησε σαν άγγελος επί γης.
Το μοναστήρι Αγίου Σισώη, βρίσκεται στην κοιλάδα της Νιτρίας, στην περιοχή Wadi el Natroun της Αιγύπτου. Πρόκειται για ένα από τα αρχαιότερα μοναστήρια της ερήμου της Σκήτης και λειτουργεί από τον 4ο αιώνα μ.Χ.
Έμεινε πάνω από 60 χρόνια στην έρημο και ασκήτεψε στο ίδιο σπήλαιο που είχε ασκητεύσει ο Άγιος Αντώνιος ο Μέγας.
Ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Ο Άγιος Σισώης επισκέφθηκε κάποια φορά τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κοιτάζοντας τα οστά του Έλληνα στρατηλάτη, έβαλε τα κλάματα. Τόση δόξα και μεγαλεία γνώρισε ζωντανός ο Αλέξανδρος, αλλά τι έκανε για την ψυχή του; Πόσο πρόσκαιρη και μάταιη είναι η δόξα των ανθρώπων.

Όταν οι μαθητές και συνεχιστές του, αγιογράφησαν τον Άγιο Σισώη μπροστά στα οστά του Μεγάλου Αλεξάνδρου, έγραψαν και τους παρακάτω στίχους.
Ορών σε τάφε, δειλιώ σου την θέαν και καρδιοστάλακτον δάκρυ χέω, χρέος το κοινόφλητον εις νουν λαμβάνων, πώς ουν μέλλω διελθείν πέρας τοιούτον; Αί, αί, θάνατε, τις δύναται φυγείν σε;
Σε βλέπω τάφε, δειλιάζω στη θωριά σου, και χύνω δάκρυα από την καρδιά μου, φέροντας στον νου μου το χρέος που του οφείλουμε όλοι (δηλαδή τον θάνατον). Πώς και εγώ μέλλω να διαβώ τέτοιο τέλος; Θάνατε, ποιος μπορεί να σου ξεφύγει;
Έναν παρόμοιο στίχο έγραψε και ο αγιογράφος πατέρας Γεώργιος, το 1566, στην αγιογραφία του Αγίου Σισώη στα Μετέωρα.
Σισώης ο Μέγας εν Ασκηταίς έμπροσθεν του τάφου του βασιλέως των Ελλήνων Αλεξάνδρου, του πάλαι λάμψαντος εν Δόξει φρύττει και το άστατον του καιρού και της δόξης της προσκαίρου λυπηθείς, ιδού κλαίει.
Αυτή η αγιογραφία μπορεί να δώσει μεγάλο όφελος στην ψυχή μας. Από τη μία πλευρά έχουμε τα οστά του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τον θάνατο ως κοινό τέλος όλων των ανθρώπων, ισχυρών και αδυνάτων, πλουσίων και φτωχών, την κενή και ψεύτικη δόξα του κόσμου τούτου. Από την άλλη πλευρά όμως, στο πρόσωπο του Αγίου Σισώη, βλέπουμε τη θέωση, την ένωση του αγιασμένου ανθρώπου με τον Θεό, την ουράνια δόξα.
Ας ακολουθήσουμε λοιπόν την ανηφορική και στενή οδό του Χριστού και ας αγωνιστούμε για την αιωνιότητα και όχι για τα πρόσκαιρα και τα μάταια.
Η κοίμηση του Αγίου Σισώη του Μεγάλου
Όταν αρρώστησε ο Άγιος Σισώης, οι γέροντες που καθόντουσαν κοντά του, τον άκουσαν να συνομιλεί με κάποιους. Και του λέγουν: «Τι βλέπεις, αββά;». Και τους απαντά: «Βλέπω κάποιους που ήλθαν σ’ εμένα και τους παρακαλώ να με αφήσουν λίγο να μετανοήσω». Του λέει ένας από τους γέροντες: «Κι αν σ’ αφήσουν, μπορείς τώρα πλέον να κάμεις κάτι για μετάνοια;». Του απαντά: «Αν και δεν μπορώ να κάμω, στενάζω όμως λίγο για την ψυχή μου κι αυτό μου αρκεί».
Έλεγαν για τον αββά Σισώη, ότι όταν έμελλε να τελευτήσει και κάθονταν οι πατέρες γύρω του, έλαμψε το πρόσωπό του σαν τον ήλιο. Και τους λέγει: “Να, ο αββάς Αντώνιος ήλθε”. Και μετά από λίγο, λέγει: “Να, η χορεία των Προφητών ήλθε”. Και πάλι το πρόσωπό του έλαμψε ακόμη πιο πολύ και είπε: «Να, η χορεία των Αποστόλων ήλθε”. Και πάλι έλαμψε το πρόσωπό του πιο πολύ. Και ιδού, ήταν σαν να μιλούσε με κάποιους. Και τον ρώτησαν οι γέροντες, λέγοντας: «Με ποιον μιλάς, πάτερ;». Και αυτός είπε: “Να, οι Άγγελοι ήλθαν να με πάρουν και τους παρακαλώ να με αφήσουν, για να μετανοήσω λίγο ακόμη”. Και του λένε οι γέροντες: «Δεν έχεις ανάγκη να μετανοήσεις, πάτερ”. Και τους είπε ο γέρων: “Σας βεβαιώνω, ότι δεν ξέρω αν έχω κάμει αρχή”. Και πληροφορήθηκαν όλοι ότι είναι τέλειος. Και πάλι, ξαφνικά, έγινε το πρόσωπό του σαν τον ήλιο. Και όλοι φοβήθηκαν. Και τους λέει: “Βλέπετε, ο Κύριος ήλθε και λέγει: Φέρτε μου το σκεύος της ερήμου”.
Και ευθύς παρέδωσε το πνεύμα. Και έγινε σαν αστραπή. Και γέμισε όλο το κελί από άρρητη ευωδία.
Είπε ο Άγιος Σισώης ο Μεγάλος
Εάν δεν δοξάσει τον άνθρωπο ο Θεός, η δόξα των ανθρώπων δεν είναι τίποτε.
Όταν υπάρχει άνθρωπος που σε φροντίζει, δεν πρέπει να τον διατάσεις.
Να εξουδενωθείς, να βάλεις το θέλημά σου πίσω και να γίνεις αμέριμνος και θα έχεις ανάπαυση.
Άγιος Σισώης ο Μεγάλος. Γιορτή
Ο Άγιος Σισώης ο Μέγας γιορτάζει στις 6 Ιουλίου.
Άγιος Σισώης ο Μεγάλος. Απολυτίκιο
Της ερήμου πολίτης και εν σώματι Άγγελος, και θαυματουργός ανεδείχθης, θεοφόρε Πατήρ ημών Σισώη· νηστεία αγρυπνία προσευχή, ουράνια χαρίσματα λαβών, θεραπεύεις τους νοσούντας, και τας ψυχάς των πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τώ δεδωκότι σοι ισχύν· δόξα τώ σε στεφανώσαντι· δόξα τώ ενεργούντι διά σου πάσιν ιάματα.
Γερασίμου Μικραγιαννίτου
Εκ παιδός γεωργήσας ζωήν την κρείττονα, των κατ’ αυτής ενεπλήσθης θεουργικών αγαθών, των Αγγέλων μιμητά Σισώη Όσιε· όθεν ως ήλιος λαμπρός, απαυγάζεις τηλαυγώς, εν ώρα της σης εξόδου, δηλοποιών την σην δόξαν, και καταλάμπων τας ψυχάς ημών.
Δρ. Χαραλάμπους Μπούσια
Αμαρτίας ακάνθας κατεπυρπόλησας, τώ πυρί εγκρατείας και χαμευνίας στερῥάς, και προς φως το νοητόν, μετήλθες Όσιε. Όθεν Σισώη τοις χοροίς, των Αγγέλων συνοικείς, και χαίρων αεί πρεσβεύεις, τω Κυρίω υπέρ των πίστει, επιτελούντων την σην μνήμην λαμπρώς.
Άγιος Σισώης ο Μεγάλος. Κοντάκιο
Εν ασκήσει άγγελος, εν γη ωράθης, καταυγάζων Όσιε, τας διανοίας των πιστών, θεοσημείαις εκάστοτε· όθεν σε πάντες, Σισώη γεραίρομεν.
Άγιος Σισώης ο Μεγάλος. Μεγαλυνάριο
Νέκρωσιν Σισώη ζωοποιόν, παθών τη εκδύσει, ενδυσάμενος ολικώς, νεκρούς ως εξ ύπνου, τω ιερώ σου λόγω, εξήγειρας νεκρώσας, τον παναλάστορα.