Άγιοι 40 Μάρτυρες. Βίος και Μαρτύριο
Ιστορικό Πλαίσιο και Πολιτικές Συνθήκες
Αυτοί οι σαράντα στρατιώτες, ειχαν διακριθεί για την ανδρεία, την εμφάνιση, την πειθαρχία και την υπακοή τους και υπηρετούσαν στο στρατιωτικό τάγμα της Σεβάστειας της Αρμενίας κατά τους που Αυτοκράτορες ήταν ο Λικίνιος και ο Μέγας Κωνσταντίνος. Η εποχή αυτή, 320 μ.Χ., σημαδεύτηκε από τον διωγμό του Λικίνιου, ο οποίος, αθετώντας το Διάταγμα των Μεδιολάνων για θρησκευτική ελευθερία, προσπάθησε να αναζωπυρώσει την αρχαία παγανιστική θρησκεία. Εξέδωσε διατάγματα για την εξάλειψη του Χριστιανισμού και διόρισε άρχοντες στις επαρχίες για να τα εφαρμόσουν, με εντολή να θανατώνουν όσους δεν συμμορφώνονταν.
Ο Αγρικόλαος, έπαρχος της Καππαδοκίας και Μικρής Αρμενίας με έδρα στη Σεβάστεια, ήταν ένας από τους πιο ένθερμους εκτελεστές αυτών των διαταγμάτων. Στη Σεβάστεια, ο Αγρικόλαος συγκέντρωσε τη δωδέκατη αυτοκρατορική λεγεώνα, υπό τη διοίκηση του δούκα Λυσία.
Η Άρνηση Θυσίας και η Ομολογία Πίστης
Στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, οι στρατιώτες κλήθηκαν να θυσιάσουν στους ειδωλολατρικούς θεούς. Οι Άγιοι Σαράντα, όμως, αρνήθηκαν πεισματικά να προδώσουν την πίστη τους στον Χριστό.
Σαράντα στρατιώτες από τη λεγεώνα, νέοι, γενναίοι και αξιόλογοι, αρνήθηκαν να θυσιάσουν στα είδωλα και διακήρυξαν την χριστιανική τους πίστη. Αυτοί οι στρατιώτες, αν και κατάγονταν από διαφορετικές περιοχές, ήταν ενωμένοι στην πίστη και την αγάπη τους. Παρουσιάστηκαν ένας-ένας ενώπιον του Αγρικόλαου, δηλώνοντας με θάρρος: «Είμαι χριστιανός!».
Ο έπαρχος της περιοχής, Αγρικόλας, προσπάθησε αρχικά να τους μεταπείσει με κολακείες, υποσχέσεις για τιμές και αξιώματα. Όμως, οι Άγιοι παρέμειναν ακλόνητοι, περιφρονώντας τα εγκόσμια αγαθά και επιθυμώντας μόνο την ουράνια βασιλεία. Μάλιστα, ένας από αυτούς, ο Κάνδιδος, δήλωσε ότι η πίστη τους δεν εμπόδιζε την υπακοή τους στον αυτοκράτορα, ενώ η Χριστιανική διδασκαλία οδηγούσε σε έργα που ωφελούσαν το κράτος.
Άρχοντα, αν έχουμε αγωνισθεί γενναία για τον επίγειο αυτοκράτορα, με πόσο μεγαλύτερο ζήλο πρέπει να δοθούμε τώρα στον αγώνα για την αγάπη του Παμβασιλέως; Για μας μια επιλογή υπάρχει: ο υπέρ Χριστού θάνατος!
Βασανιστήρια και Φυλάκιση
Βλέποντας την αμετάθετη στάση τους, ο Αγρικόλαος διέταξε τη φυλάκισή τους. Στη φυλακή, οι στρατιώτες προσεύχονταν στον Χριστό να τους διαφυλάξει και να τους ενδυναμώσει. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός εμφανίστηκε στους αγίους στη φυλακή, λέγοντάς τους: «Αρχίσατε καλά, αλλά ο στέφανος θα δοθεί σε όποιον υπομείνει μέχρι τέλους!».
Την επόμενη μέρα, ο Αγρικόλαος συνέχισε τις κολακείες, αλλά ο άγιος Κάνδιδος τον έλεγξε για την υποκρισία του, προκαλώντας την οργή του. Επειδή ο στρατηγός Λυσίας δεν τους είχε κρίνει ακόμη, ο Αγρικόλαος διέταξε να τους ρίξουν ξανά στη φυλακή. Μετά από επτά ημέρες, ο Λυσίας έφτασε στη Σεβάστεια και τους οδήγησαν ενώπιόν του. Καθ’ οδόν, ο Κυρίων ενθάρρυνε τους συντρόφους του, λέγοντας ότι οι εχθροί τους είναι ο διάβολος, ο Λυσίας και ο έπαρχος, αλλά δεν μπορούν να κάνουν τίποτα εναντίον σαράντα στρατιωτών του Χριστού.
Όταν τους είδε τόσο σταθερούς και αποφασισμένους, ο Λυσίας πρόσταξε τους άλλους στρατιώτες να τους σπάσουν τα δόντια με πέτρες. Αλλά μόλις πήγαν να εκτελέσουν την διαταγή, θεία δύναμη τούς τύφλωσε και μέσα στην σύγχυσή τους χτυπιούνταν αναμεταξύ τους. Ο Λυσίας εξοργισμένος άρπαξε μια πέτρα και την εκσφενδόνισε εναντίον των αγίων, αλλά η πέτρα χτύπησε τον Αγρικόλαο και τον τραυμάτισε σοβαρά.
Το Μαρτύριο στην Παγωμένη Λίμνη
Την νύχτα πριν από το μαρτύριό τους, υπαγόρευσαν την «Διαθήκη» τους στον νεαρό δούλο Ευνοϊκό, ο οποίος διέφυγε τον διωγμό και μερίμνησε για τον ναό όπου θα αποθέτονταν τα λείψανά τους.
Ο Αγρικόλαος, θέλοντας να τους θανατώσει με φρικτό τρόπο, διέταξε να τους αφήσουν γυμνούς στην παγωμένη λίμνη της Σεβάστειας. Ο χειμώνας ήταν δριμύς και για να εντείνει το μαρτύριο, σκέφτηκε να στήσει στην όχθη της λίμνης μπροστά στους αγίους, ως τελευταίο πειρασμό, ένα ζεστό λουτρό, διαθέσιμο σε όποιον αρνηθεί την πίστη του.
Οι άγιοι, μόλις άκουσαν την απόφαση, συναγωνίζονταν ποιος θα βγάλει πρώτος τα ενδύματα, αποβάλλοντας τον παλαιό άνθρωπο και την αμαρτία. Ενθάρρυναν ο ένας τον άλλον, λέγοντας: «Ας υπομείνουμε λίγο και θα ζεσταθούμε μέσα στους κόλπους του Αβραάμ. Με τους κόπους μιας νύχτας θα εξαγοράσουμε την αιώνια χαρά». “Δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο παράδεισος· αλγεινή η πήξις, αλλ᾿ ηδεία η ανάπαυσις”, έλεγαν.
Από μόνοι μας θα εξαλείψουμε την κατηγορία που έχει καταγραφεί σε βάρος μας. Δριμύς ο χειμώνας, αλλά ηδεία η ανάπαυση. Ας υπομείνουμε λίγο και θα ζεσταθούμε μέσα στους κόλπους του Αβραάμ. Με τους κόπους μιας νύχτας θα εξαγοράσουμε την αιώνια χαρά. Ας περιμένουμε λίγο και ο κόλπος του Αβραάμ θα μας περιθάλψει. Θα ανταλλάξουμε μια νύχτα με όλη την αιωνιότητα. Ας καούν τα πόδια μας, για να χορεύουν διηνεκώς με τους αγγέλους. Ας αποκοπούν και τα χέρια μας, για να έχουν παρρησία να υψώνονται προς τον Δεσπότη. Αφού έτσι κι αλλιώς θα πεθάνουμε, ας πεθάνουμε για να ζήσουμε αιώνια. Ας πραγματοποιηθεί η θυσία μας ενώπιόν Σου, Κύριε· και είθε να γίνουμε δεκτοί από Σένα, σαν μια θυσία ζώσα και ευάρεστη σε Σένα, καθώς θα γίνουμε ολοκαυτώματα του ψύχους και όχι του πυρός.
Καθώς η νύχτα προχωρούσε και το κρύο γινόταν αφόρητο, ένας από τους Μάρτυρες λιποψύχησε και έτρεξε προς το λουτρό, αλλά πέθανε ακαριαία λόγω της απότομης αλλαγής θερμοκρασίας.
Την ίδια στιγμή, ο φρουρός Αγλάιος, είδε ένα ουράνιο φως και σαράντα στεφάνια να κατεβαίνουν από τον ουρανό. Τριάντα εννέα άγγελοι κατέβαιναν από τον ουρανό, στεφανώνοντας τους αγίους, ενώ ένας στέφανος αιωρούνταν, περιμένοντας τον Αγλάιο. Τότε ο Αγλάιος κατάλαβε την αλήθεια, ομολόγησε τον Χριστό, πέταξε τα ρούχα του και ρίχτηκε στην λίμνη, παίρνοντας τη θέση του λιποψυχήσαντος.
Ο Μέγας Βασίλειος τον συγκρίνει με τον Απόστολο Ματθία που πήρε την θέση του προδότη Ιούδα.
Το Τελικό Μαρτύριο και η Ταφή
Το πρωί, οι άγιοι βγήκαν από την λίμνη μισοπεθαμένοι. Οι δήμιοι τους έσπασαν τα σκέλη και τους έριξαν σε έναν γκρεμό ή στην πυρά. Έριξαν τα σώματά τους στο ποτάμι. Καθώς τους οδηγούσαν στο έσχατο μαρτύριο, οι ένδοξοι Μάρτυρες έψαλλαν: «Περάσαμε μέσα από την φωτιά των θλίψεων και το ταραγμένο νερό των δοκιμασιών κι Εσύ Κύριε μάς έβγαλες σε τόπο αναψυχής».
Ο νεότερος των Μαρτύρων, ο Μελίτων, ήταν ακόμη ζωντανός, αλλά η μητέρα του τον έβαλε στο κάρο με τους νεκρούς συντρόφους του, για να μην στερηθεί τον στέφανο.
Τίμια Λείψανα
Μετά από τρεις ημέρες, οι άγιοι παρουσιάστηκαν στον επίσκοπο Πέτρο της Σεβάστειας και του υπέδειξαν το σημείο του ποταμού, όπου βρέθηκαν τα λείψανά τους. Οι χριστιανοί, με κίνδυνο της ζωής τους, περισυνέλεξαν τα λείψανα από το ποτάμι και τα έθαψαν με τιμές.
Αργότερα τα λείψανα των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων μοιράστηκαν σε πολλούς τόπους και η τιμή τους διαδόθηκε, κυρίως χάρη στην οικογένεια του Μεγάλου Βασιλείου. Η αγία Εμέλεια, η μητέρα του Μεγάλου Βασιλείου, οικοδόμησε την πρώτη εκκλησία που αφιερώθηκε στους αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες καθώς και την μονή που διηύθυνε η αγία Μακρίνα.
Άγιοι 40 Μάρτυρες. Ονόματα
Αγγίας, Αγλάϊος, Αειθαλάς,
Αέτιος, Αθανάσιος, Ακάκιος, Αλέξανδρος, Βιβιανός, Γάϊος, Γοργόνιος, Γοργόνιος, Δομετιανός ή Δομέτιος, Δόμνος, Εκδίκιος, Ευνοϊκός, Ευτύχιος, Ηλιάδης ή Ηλίας, Ηράκλειος,
Ησύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος, Ιωάννης ή Κάνδιδος, Κλαύδιος, Κύριλλος, Κυρίων, Λεόντιος, Λυσίμαχος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξανθίας, Ουαλέριος, Ουάλης, Πρίσκος, Σακερδών ή Σακεδών, Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος, Φιλοκτήμων, Φλάβιος και Χουδίων.
Άγιοι 40 Μάρτυρες. Γιορτή
Η μνήμη των Αγίων Σαράντα Μαρτύρων εορτάζεται στις 9 Μαρτίου.
Η ιστορία τους αποτελεί ένα λαμπρό παράδειγμα πίστης, υπομονής και θάρρους. Μέσα από το μαρτύριό τους, δίδαξαν ότι η αγάπη για τον Χριστό υπερνικά τον φόβο του θανάτου και οδηγεί στην αιώνια ζωή.
Άγιοι 40 Μάρτυρες. Ύμνοι
Άγιοι 40 Μάρτυρες. Απολυτίκια
Ήχος γ’. Θείας πίστεως (καταβασιά)
Θείω Πνεύματι, συγκροτηθέντες, δήμος ώφθητε, τροπαιοφόρος, Αθλοφόροι Χριστού Τεσσαράκοντα, διά πυρός γάρ και ύδατος ένδοξοι, δοκιμασθέντες λαμπρώς εδοξάσθητε. Αλλ’ αιτήσασθε, Τριάδα την υπερούσιον, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.
Ήχος α’
Τας αλγηδόνας των Αγίων, άς υπέρ σου έπαθον, δυσωπήθητι, Κύριε· και πάσας ημών τας οδύνας ίασαι, φιλάνθρωπε δεόμεθα.
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης
Τους γενναίους οπλίτας του των όλων δεσπόζοντος, τους συγκροτηθέντας εν πίστει, ομοφώνος τιμήσωμεν· Χριστώ γάρ στρατευθέντες ευσεβώς, δι’ ύδατος διήλθον και πυρός, και προς θείαν εισέλθοντες αναψυχήν, προΐστανται των βοώντων· δόξα τώ ενισχύσαντι υμάς, δόξα τώ στεφανώσαντι, δόξα τώ θαυμαστώσαντι υμάς, Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.
Άγιοι 40 Μάρτυρες. Κοντάκια
Ήχος πλ. δ’. Τη υπερμάχω
Συντεταγμένοι ευσεβεία και στερρότητι μαρτυρικώς τον δυσμενή εθριαμβεύσατε, Τεσσαράκοντα γενναίοι Χριστού οπλίται· Αλλ’ ως σύμμορφοι εν άθλοις και εν χάριτι, Εν αγάπη και ειρήνη συντηρήσατε τους κραυγάζοντας, χαίροις άγιον σύνταγμα.
Ήχος πλ. β’. Την υπέρ ημών
Πάσαν στρατιάν, του κόσμου καταλιπόντες, τώ εν ουρανοίς Δεσπότη προσεκολλήθητε, Αθλοφόροι Κυρίου Τεσσαράκοντα, διά πυρός γάρ και ύδατος, διελθόντες μακάριοι, επαξίως εκομίσασθε, δόξαν εκ των ουρανών, και στεφάνων πληθύν.
Άγιοι 40 Μάρτυρες. Μεγαλυνάριο
Το τετραδεκάριθμον και λαμπρόν, σύνταγμα του Λόγου, ευφημήσωμεν εν ωδαίς· κρύει και πυρί γάρ, στερρώς δοκιμασθέντες, εστέφθησαν αξίως, οι Τεσσαράκοντα.
Άγιοι 40 Μάρτυρες. Οίκος
Τώ εν θρόνω αστέκτω εποχουμένω, τώ εκτείναντι τον ουρανόν καθάπερ δέρριν, τώ την γην εδράσαντι, και συνάξαντι τα ύδατα εις τας συναγωγάς αυτών, τώ τα πάντα εκ μη όντων ποιήσαντι υπάρχειν, και πάσι χορηγούντι πνοήν και ζωήν, τώ προσδεχομένω των Αρχαγγέλων τον ύμνον, και υπ’ αγγέλων δοξαζομένω, και υπό πάντων προσκυνουμένω, Χριστώ τώ παντοκράτορι, τώ Πλάστη και Θεώ ημών, προσπίπτω ο ανάξιος προσάγων μου την δέησιν, λόγου χάριν αιτών, ίνα ισχύσω ευσεβώς υμνήσαι καγώ τους Αγίους, ούς αυτός έδειξας νικητάς, δωρησάμενος αυτοίς δόξαν εκ των ουρανών, και στεφάνων πληθύν.
Κάθισμα
Ήχος πλ. δ’. Την Σοφίαν.
Τώ Χριστώ στρατευθέντες μαρτυρικώς, τον εχθρόν καθελόντες αθλητικώς, έργοις εκπληρώσαντες, του Προφήτου τα ῥήματα· διά πυρός γάρ και ύδατος, γενναίως διήλθετε, αναψυχήν ευράμενοι, ζωήν την αιώνιον· όθεν και στεφάνους ουρανόθεν λαβόντες, χοροίς συνευφραίνεσθε, Ασωμάτων δυνάμεων, Αθλοφόροι πανεύφημοι, πρεσβεύσατε Χριστώ τώ Θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω, την αγίαν μνήμην υμών.
Άγιοι 40 Μάρτυρες. Στίχοι
Πληρούμεν υστέρημα σού, Σώτερ, πάθους,
Τεσσαράκοντα, συντριβέντες τα σκέλη.
Αμφ’ ενάτη εάγη σκέλη ανδρών τεσσαράκοντα.