Ο πατέρας Παύλος ξεκινά την ομιλία για τους Τέταρτους Χαιρετισμούς, σχολιάζοντας πόσο γρήγορα πέρασαν οι εβδομάδες από την αρχή των Χαιρετισμών μέχρι σήμερα.
Δείτε το βίντεο

Ανάλυση του Κοντακίου “Τη Υπερμάχω” και του Πρώτου Οίκου των Τέταρτων Χαιρετισμών
Ο πατήρ Παύλος αναφέρει ότι θα ακουστεί σήμερα ο πρώτος οίκος των Τετάρτων Χαιρετισμών: “Τείχος ει των παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, και πάντων των εις σε προστρεχόντων· ο γαρ του ουρανού και της γης, κατεσκεύασέ σε Ποιητής, άχραντε, οικήσας εν τη μήτρα σου, και πάντας σε προσφωνείν διδάξας· Χαίρε, η στέγη των παρθένων” (Σημείωση: Υπάρχει μια μικρή ανακρίβεια στην ανάγνωση και στην απόδοση του στίχου. Ο σωστός πρώτος οίκος ξεκινά με “Άγγελος πρωτοστάτης ουρανόθεν…”).
Εστιάζει στη φράση “Τείχος ει των παρθένων“, εξηγώντας τι σημαίνει αυτό. Η Παναγία είναι ιδιαίτερα προστάτης και κουροτρόφος των παρθένων. Ο όρος “κουροτρόφος” ερμηνεύεται ως παιδαγωγός. Επομένως, η Παναγία είναι ο παιδαγωγός των παρθένων, δηλαδή αυτών που είναι αφιερωμένοι ψυχή και σώματι στον Θεό και την Εκκλησία του, αναφέροντας χαρακτηριστικά τους μοναχούς. Η αειπαρθένος περιβάλλει τους παρθένους με τις πρεσβείες και τη θερμή προστατευτική παρουσία της. Αυτό αντανακλάται στον χαιρετισμό “το τείχος των παρθένων“.
Ο πατήρ Παύλος τονίζει ότι αν οι απλοί πιστοί έχουν ανάγκη θείας βοήθειας, πολύ περισσότερο την έχουν εκείνοι που κλήθηκαν να ζήσουν μια υπερφυσική και ουράνια ζωή. Αναφέρεται στη φράση “εν τη γενεά ταύτη” και συνδέει την αφιερωμένη ζωή του μοναχού με την ψυχοσωματική παρθενία, χαρακτηρίζοντάς την χάρισμα και κλήση Θεού, αλλά επισημαίνοντας ότι δεν είναι εύκολη ζωή. Ο αφιερωμένος δεν ζει στον ουρανό, αλλά στη γη. Δεν είναι επουράνιος άνθρωπος, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή, αλλά φέρει ακόμα τους δερμάτινους χιτώνες της φθοράς και του θανάτου και έχει μέσα του τα σπέρματα της κακής επιθυμίας και της τροπής προς το κακό. Μεταφέρει μια εικόνα, λέγοντας ότι ο μοναχός είναι σαν τον αετό κάτω από τα φτερά του οποίου έχει κρυφτεί το φίδι, ή σαν τον στρατιώτη μέσα στην καρδιά του οποίου καραδοκεί ο προδότης.
Εξαιτίας αυτών των εσωτερικών αγώνων, η ζωή της παρθενίας στρέφεται, συντηρείται και αυξάνεται μόνο από τον ουρανό, μέσω της προσευχής και της εξάρτησης από την προστασία του Χριστού και της Παναγίας. Στο σημείο αυτό, παρομοιάζει τους παρθένους με το λουλούδι της ορχιδέας, το οποίο δεν απλώνει τις ρίζες στο χώμα, αλλά τις υψώνει προς τον ουρανό. Έτσι, παίρνει το φως και τη ζωή από τον ουρανό και όχι από τη γη. Η παρθενία είναι σαν την ορχιδέα που τρέφεται με το φως και τη δροσιά του ουρανού, ένα άνθος που φυτρώνει και υπάρχει μεταξύ ουρανού και γης, στο μεθόριο. Η παρθένος κάθε πρωί ποτίζει στον κήπο της με την δροσιά της χάριτος, παίρνοντας αυτή την εικόνα από το Άσμα Ασμάτων. Εξαιτίας αυτής της ουράνιας στήριξης, υπάρχουν ακόμη και σήμερα μερικά από αυτά τα σπάνια λουλούδια.
Ο πατήρ Παύλος επανέρχεται στη φράση “είσαι το τοίχος των παρθένων Θεοτόκε και παρθένε, καθώς και όλων εκείνων που προστρέχουν σε σένα“, εξηγώντας ότι η Παναγία είναι τείχος όχι μόνο των μοναχών, αλλά και των πιστών που καταφεύγουν σε αυτήν. Είναι το τείχος που κατασκεύασε ο κτίστης του ουρανού και της γης, ο Κύριος που κατοίκησε στη μήτρα της. Υπενθυμίζει ότι όλος ο ισραηλιτικός λαός παρέμεινε κλειστός λαός μόνο και μόνο για την Κυρία Θεοτόκο. Ο Κύριος που κατοίκησε στη μήτρα της φανέρωσε το μέγα μυστήριο της ενανθρωπήσεως και δίδαξε όλους τους ανθρώπους να απευθύνουν αυτά τα λόγια στην Παναγία.
Σε αυτόν τον στίχο, τονίζει ότι το βάρος όλο της πρότασης πέφτει στο “κατεσκεύασέ σε ο κτίστης του ουρανού και της γης”. Θεωρεί περίεργο το γεγονός ότι ο Κτίστης κατασκεύασε το κτίσμα στο οποίο θα κατοικούσε για εννέα μήνες. Επισημαίνει ότι είναι άξιο απορίας πώς όλη η ανθρωπότητα περίμενε το “ναι” της Κυρίας Θεοτόκου στο “γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου“. Η Παναγία, δεχόμενη τον Ευαγγελισμό και να γεννήσει τον Κύριο, έκανε το θέλημα του Θεού. Ο πατήρ Παύλος πληροφορεί ότι όλη η ανθρωπότητα ήταν στραμμένη σε εκείνη, στην Μαριάμ της Παλαιστίνης, στην Κυρία Θεοτόκο. Εκφράζει την αδυναμία του να σκεφτεί τι θα μπορούσε να γίνει αν η Κυρία Θεοτόκος έλεγε όχι.
Ανάλυση του Δεύτερου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, ο πατήρ Παύλος αναφέρεται στον δεύτερο οίκο των Τετάρτων Χαιρετισμών: “Χαίρε, η στήλη της παρθενίας· χαίρε, η πύλη της σωτηρίας“. Σχολιάζει τη φράση “Χαίρε, Μαρία, η στήλη της παρθενίας, που είσαι φωτεινή και ακλόνητη“. Επισημαίνει ότι στη σημερινή εποχή, αν ένα αγόρι ή ένα κορίτσι είναι παρθένο, συχνά θεωρείται προβληματικό παιδί, χαζό, βλαμμένο, ή ότι έχει κάποιο πρόβλημα. Πολλοί άνθρωποι στη σύγχρονη εποχή δεν μπορούν να καταλάβουν την ομορφιά της παρθενίας και της αγνότητας. Κατά τη γνώμη του, δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα από ένα κορίτσι ή ένα αγόρι που είναι ακόμα αγνοί, παρομοιάζοντάς το με την ανακάλυψη του πιο όμορφου και ευωδιαστού λουλουδιού σε έναν τεράστιο κήπο.
Εξηγεί την έννοια “το υπέρφυτον της σης χειρός τόκον“, αναφέροντας ότι η Παναγία ήταν Παρθένος πριν τον τόκο, κατά τον τόκο και μετά τον τόκο. Αναφέρεται στις χιλιάδες σελίδες που έχουν γραφτεί από αιρετικούς που κατηγορούν την αειπαρθενία της Παναγίας, με ατέλειωτες συζητήσεις για το αν παρέμεινε παρθένος μετά τη γέννηση του Κυρίου. Αναφέρει ένα περιστατικό όπου τον ρώτησαν αν μπορεί να διανοηθεί ότι μια γυναίκα γεννά και παραμένει παρθένος, και τους απάντησε με δύο επιχειρήματα. Το πρώτο ήταν ότι “όταν κλαις τα μάτια σου χαλάνε“, το οποίο όμως δεν θεωρήθηκε έγκυρο παράδειγμα. Το δεύτερο επιχείρημα ήταν ότι η Γραφή λέει πως “τα αδύνατα της ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ“. Επιπλέον, τονίζει ότι Αυτός που κατασκεύασε την Κυρία Θεοτόκο και βγήκε από τα σπλάχνα της, δεν μπορούσε να την αφήσει απάρθενο. Υπενθυμίζει ότι ο ίδιος ο Κύριος δίνει την απόδειξη της αειπαρθενίας της Παναγίας, βγαίνοντας από τον τάφο χωρίς να ακουμπήσει την πόρτα, όπως βγήκε και από την Κυρία Θεοτόκο χωρίς να την πειράξει. Ο Θεός είναι παντοδύναμος, αλλά όταν θέλουμε να χτυπήσουμε την Κυρία Θεοτόκο, το ξεχνάμε, και πρέπει να τους το θυμίζουμε.
Η Παναγία είναι αυτή από την οποία πέρασε σε εμάς ο Σωτήρας, και έτσι παίρνουμε και εμείς σωτηρία. Ο Σωτήρας πήρε σάρκα από τη σάρκα της, έγινε άνθρωπος, ενηνθρώπισε το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, και με αυτόν τον τρόπο της ενανθρωπήσεως έχουμε και εμείς τη σωτηρία μας, διότι άνοιξε πάλι η πύλη του Παραδείσου.
Ανάλυση του Τρίτου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον τρίτο οίκο: “Χαίρε, αρχηγέ νοητής αναπλάσεως· χαίρε, χορηγέ θεϊκής αγαθότητος“. Εξηγεί ότι η Παναγία είναι το πρώτο πλάσμα του αναδημιουργημένου από τον Χριστό πλάσματος και μας χορηγεί τους θησαυρούς της θείας αγαθότητας. Η Εύα στον Παράδεισο έκανε το λάθος και χάσαμε τον Παράδεισο, ενώ η Κυρία Θεοτόκος θεωρείται η δεύτερη Εύα, η οποία διορθώνει τα λάθη της πρώτης. Με την πρώτη χάνουμε τον Παράδεισο, με τη δεύτερη τον κερδίζουμε. Με την πρώτη χάνουμε από τον πνευματικό μας ορίζοντα τον Κύριο, με τη δεύτερη τον ξαναβρίσκουμε. Η Κυρία Θεοτόκος διορθώνει τα κακώς κείμενα της Εύας, όπως και ο Κύριος, σαν νέος Αδάμ, διορθώνει τα κακώς κείμενα του Αδάμ. Ο Θεός θέλησε αυτή η δημιουργία, η Κυρία Θεοτόκος, να είναι το καλύτερο.
Αναφέρεται στη συνέχεια στο “Χαίρε σιγαρ αναγεννήσας τους ηλιθέντας εσχρώς· χαίρε σιγαρ νουθετήσας τους συντηληθέντας το νου“. Ερμηνεύει ότι η Παναγία αναγέννησε τους βαρημένους από το προπατορικό αμάρτημα και καθάρισε εκείνους που είχαν μολυσμένο το νου από τις εμπνεύσεις του διαβόλου. Εδώ, ο πατήρ Παύλος εκφράζει μια προσωπική του άποψη ότι αυτός ο στίχος μπορεί να αναφέρεται και στον Ιωσήφ, θυμίζοντας την εικόνα των Χριστουγέννων όπου ο Ιωσήφ μιλάει με έναν βοσκό, ο οποίος κατά τη γνώμη του συμβολίζει τον διάβολο που του βάζει ιδέες στο μυαλό. Ωστόσο, τονίζει ότι σίγουρα αναφέρεται σε όλους εμάς των οποίων ο νους μολύνθηκε από τις διάφορες δολοπλοκίες και πνεύσεις του διαβόλου.
Τονίζει ότι όταν κάποιος κοιτάζει την εικόνα της Παναγίας και βλέπει την ήρεμη και γλυκιά της έκφραση, αμέσως έρχονται στο μυαλό του όλα όσα έχει κάνει. Παρά την αίσθηση ενδεχομένως ντροπής, νιώθει ότι απέναντί του υπάρχει ένας άνθρωπος που τον κατανοεί και τον καταλαβαίνει. Υπάρχει αυτό που συνήθως λέμε, η ιστορική μάνα που ακούει τα παιδιά της. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, επειδή είναι ιστορική μάνα, δέχεται τόσο πόλεμο από τους Προτεστάντες, τους Ιεχωβάδες και όλες τις αιρέσεις ανά τους αιώνες, που αμφισβητούν τον ρόλο της ως Θεοτόκου και την αμφισβητούν με διάφορους τρόπους, ενώ εκείνη απλώς ακούει.
Ανάλυση του Τέταρτου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον τέταρτο οίκο: “Χαίρε, η τον θόρυβον των φρενών καταργούσα· χαίρε, η σπορά της αγνείας τεκούσα“. Ερμηνεύει ότι η Παναγία έβαλε τέλος στη δύναμη του διαβόλου που φθείρει τη σκέψη μας, με την ενανθρώπιση του Κυρίου, ο οποίος ως Κοσμοκράτορας κατέλυσε τα έργα του διαβόλου που θολώνει και χαλάει τη σκέψη των ανθρώπων. Δυστυχώς, όμως, οι άνθρωποι τον δέχονται και δέχονται τις σκέψεις και τις απόψεις του. Η Παναγία γέννησε Εκείνον που μας χάρισε την αγνότητα, μια αγνότητα που δεν είναι απλώς η απουσία αμαρτίας με τον τρόπο που την αντιλαμβανόμαστε, αλλά η αγνότητα ενός καινούργιου ανθρώπου. Η ζωή δίπλα στον Χριστό δημιουργεί έναν καινούργιο άνθρωπο, όπου ο παλιός εαυτός πεθαίνει και αναδύεται ένας καινούργιος που φέρει την αγνότητα που χαρίζει μόνο ο Κύριος, μια αγνότητα ασύγκριτη.
Αναφέρεται στο “Χαίρε παστάς ασπόρου νυμφεύσεως· χαίρε πιστούς Κυρίω αρμόζουσα“. Εξηγεί ότι αυτός ο στίχος δεν αναφέρεται στην Κυρία Θεοτόκο, αλλά στην Εκκλησία, η οποία είναι ο τόπος όπου ο Κύριος νυμφεύτηκε αγνά την ανθρωπότητα, και στεκόμαστε στο πλευρό του ως νύφη, ως μέλη του σώματός του. Η Εκκλησία είναι η νύφη του Χριστού, της οποίας κεφαλή είναι ο Κύριος, αλλά την Εκκλησία την προστατεύει και η Παναγία. Επομένως, η φράση “παστάς ασπόρου νυμφεύσεως” αναφέρεται αποκλειστικά στην Εκκλησία.
Ανάλυση του Πέμπτου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον πέμπτο οίκο: “Χαίρε, καλή κουροτρόφε παρθένων· χαίρε, ψυχών νυμφοστόλε αγίων“. Εξηγεί ότι η Παναγία είναι η κόρη που με το παράδειγμά της στηρίζει και παιδαγωγεί τους παρθένους, όπως είχε αναφερθεί και προηγουμένως. Είναι η νυφική στολή των αγίων ψυχών που την μιμούνται, θυμίζοντας την παραβολή του ασώτου υιού και τον καινούργιο χιτώνα που ζήτησε ο πατέρας να βάλουν στον γιο του. Η Κυρία Θεοτόκος, με τις πρεσβείες της, είναι σημαντική, παρά τις αντιρρήσεις των Προτεσταντών που πιστεύουν ότι δεν χρειαζόμαστε τη μεσιτεία της Μαρίας, αφού έχουμε τον Κύριο. Ο πατήρ Παύλος συμφωνεί ότι έχουμε τον Κύριο, αλλά αναφέρει μια αναλογία από την καθημερινότητα. Όταν θέλουμε να ζητήσουμε μια χάρη από κάποιον σε μια υπηρεσία, συνήθως δεν πάμε κατευθείαν στον υπεύθυνο (π.χ., τον δήμαρχο), αλλά σε κάποιον που τον γνωρίζει καλά, για να τον παρακαλέσουμε να μιλήσει για εμάς, ώστε ο υπεύθυνος να μας δεχτεί και να ικανοποιήσει το αίτημά μας. Το ίδιο συμβαίνει και με την Κυρία Θεοτόκο: προστρέχουμε στα πόδια της για να πει μια καλή κουβέντα για εμάς στον Κύριο, ώστε να μας συμπεριφερθεί με καλό τρόπο. Έτσι, η Κυρία Θεοτόκος είναι σαν το μέσο, το “βύσμα” για τους χριστιανούς. Μπορούμε να πάμε και στον Χριστό απευθείας, αλλά με τόσα λάθη που έχουμε κάνει, χρειαζόμαστε μια υποστήριξη από κάπου. Δεν είμαστε άγιοι σαν τον Νεκτάριο, τον Ιωάννη Χρυσόστομο ή τον Μέγα Βασίλειο, και χρειαζόμαστε μια υποστήριξη, και το πιο κοντινό πρόσωπο που μπορεί να επηρεάσει τον Κύριο (με ανθρωπομορφικούς όρους) είναι η μητέρα του. Ρωτά ρητορικά ποιος άλλος θα μπορούσε να είναι. Αναγνωρίζει τον ρόλο των αγίων που πρεσβεύουν, αλλά τονίζει ότι η Παναγία γέννησε τον Χριστό για εννέα μήνες, τον έμαθε να περπατάει και να μιλάει, και έπαιξε μαζί του πρώτη φορά, καθιστώντας τον ρόλο της μοναδικό.
Ανάλυση του Έκτου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον έκτο οίκο: “Ύμνος απασιτάτων συνεκτινής σοι προσφέρεται, ουδείς γαρ δύναται, Θεοτόκε, τους πολλούς σου οικτιρμούς εξιχνιάσαι· ο γαρ και άμμον ισάριθμον, ει προσφέρωμέν σοι ω Βασιλεύ άγιε, ουδέν τελούμεν άξιον, ων ημίν δέδωκας·“. Ο πατήρ Παύλος διακόπτει εδώ την ανάγνωση του οίκου, προκειμένου να εξηγήσει καλύτερα το νόημά του. Αναφέρεται στη φράση “κάθε ύμνος που μένει πίσω λαχανιασμένος“, προσπαθώντας να απλωθεί τρέχοντας ανάλογα με το πλήθος των πολλών οικτιρμών του Χριστού. Εξηγεί ότι ακόμη και αν οι ωδές που προσφέρουμε στον Κύριο είναι ίσες με την άμμο της θάλασσας, τίποτε άξιο δεν κάνουμε απέναντι στον Βασιλέα μας, γιατί δεν υπάρχουν λόγια τέτοια ώστε να δοξολογήσει κανείς με ακρίβεια τον Θεό. Αναφέρει παραδείγματα δοξολογιών όπως “Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία” ή “Δόξα σοι Κύριε, δόξα σοι“, αναγνωρίζοντας την αξία τους, αλλά τονίζοντας ότι δεν υπάρχουν λέξεις που μπορούν να περιγράψουν ακριβώς τον Θεό. Είναι τόσο περίεργο και μυστήριο που ακόμη και ένα απλό “Χριστέ μου, ευχαριστώ” φαίνεται λίγο μπροστά σε όσα μας έχει δώσει. Ακόμη και το “Δόξα σοι Κύριε, ο Θεός ημών, δόξα σοι, η ελπίς ημών, δόξα σοι” είναι λίγο μπροστά στις ευεργεσίες του. Επισημαίνει ότι ούτε εμείς ούτε ο ίδιος έχουν καταλάβει ότι ο Θεός μας δίνει απλόχερα τη σωτηρία, έτοιμη στο πιάτο, και εμείς δεν απλώνουμε το χέρι μας για να την πάρουμε, βρίσκοντας συνεχώς δικαιολογίες.
Ανάλυση του Έβδομου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον έβδομο οίκο: “Φωτοδόχον λυχνίαν εν σκότει φαινομένην, ορώμεν την αγίαν Παρθένον· το γαρ άϋλον φως, ενοικούσα σαφώς, οδηγεί προς γνώσιν θεϊκήν άπαντας, αυγή τον νουν φωτίζουσα· Χαίρε, ακτίς νοητού Ηλίου“. Εξηγεί ότι βλέπουμε την Αγία Παρθένο σαν λυχνάρι που φέγγει στο σκοτάδι, γιατί φιλοξενεί καθαρά το άϋλο φως της Θεότητας και οδηγεί όλους στη γνώση του Θεού, φωτίζοντας το νου σαν αυγή. Σχολιάζει το “Χαίρε, ακτίς νοητού Ηλίου· χαίρε, βολή του αδύτου φέγγους“, ερμηνεύοντας ότι η Παναγία είναι η μητέρα που λάμπει το φως του Χριστού, φέρνοντάς μας στη λάμψη του αβασιλεύτου Ηλίου, του Κυρίου που είναι Υιός και Θεός της. Συνεχίζει με το “Χαίρε, αστραπή τας ψυχάς καταλάμπουσα· χαίρε, ως βροντή τους εχθρούς καταπλήττουσα“. Εξηγεί ότι η Μαρία είναι σαν αστραπή που φωτίζει τις ψυχές και σαν βροντή που καταπλήσσει τους εχθρούς της πίστεως, είτε είναι αιρετικοί. Επισημαίνει ότι ο μοναδικός που μπορεί να φωτίσει την ψυχή μας για να πιστέψουμε στον Χριστό είναι η Κυρία Θεοτόκος, ο μοναδικός άνθρωπος στη γη που μπορεί να μας φέρει κοντά στον Χριστό. Τονίζει ότι μιλάει σε ενεστώτα χρόνο γιατί η Κυρία Θεοτόκος, δόξα τω Θεώ, ζει, όπως και οι άγιοι. Είναι η βροντή, το ξαφνικό χτύπημα που οι εχθροί της πίστεως δεν μπορούν να κατανοήσουν και γι’ αυτό την προσβάλλουν συνεχώς. Εξηγεί ότι ο άνθρωπος, αν δεν μπορέσει να κατακτήσει κάτι, το προσβάλλει. Επειδή δεν μπορούν να βρουν κάτι αρνητικό για την Παναγία, την πολεμούν, και ένα μεγάλο μέρος του πολέμου στρέφεται στην αναμαρτησία της. Ενώ η Εκκλησία διδάσκει ότι και η Παναγία είχε το προπατορικό αμάρτημα, ο μόνος που περπάτησε στη γη χωρίς αμαρτία ήταν ο Κύριος.
Ανάλυση του Όγδοου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον όγδοο οίκο: “Χαίρε, ότι τον πολύφωτον αναβλύζεις φωτισμόν· χαίρε, ότι τον πολύρρητον αναβλύζεις ποταμόν“. Ερμηνεύει ότι από την Παναγία πηγάζει ο Χριστός, που είναι το μέγα φως, η οδός, η αλήθεια και το φως, καθώς και ο πλούσιος ποταμός που αναβλύζει από αυτήν. Ο πλούσιος ποταμός παρομοιάζεται με τον διάλογο του Κυρίου με τη Σαμαρίτιδα για το ζωντανό νερό, το οποίο όταν το πιει κάποιος, διψά. Αυτός που λούζεται με αυτό το νερό φτάνει στη θέωση, και όταν το πιει καταλαβαίνει τι γίνεται γύρω του. Αυτό το νερό είναι η διδασκαλία του Χριστού. Συνεχίζει με το “Χαίρε, της κολυμβήθρας ζωγραφούσα τον τύπον· χαίρε, της αμαρτίας αναιρούσα τον ρυπον“. Εξηγεί ότι η Δέσποινα είναι η έμψυχη εικόνα της κολυμβήθρας, εκείνη που μας πλένει από τους ρύπους της αμαρτίας. Πηγαίνοντας και ζητώντας τη βοήθεια της Παναγίας είναι σαν να ξαναβαφτιζόμαστε, καθώς μας καθαρίζει από τους ρύπους της αμαρτίας. Αναφέρει το “Χαίρε, λουτήρ εκπλύνων συνείδησιν· χαίρε, κρατήρ κιρνών αγαλλίασιν“. Ερμηνεύει ότι η Παναγία είναι το λουτρό που ξεπλένει τη συνείδησή μας και ο κρουνός που κερνά την ευφροσύνη και την αγαλλίαση. Είναι αυτή από την οποία πήγασε η ευφροσύνη και η αγαλλίαση του κόσμου, και το λουτρό που καθαρίζει τη συνείδησή μας.
Για να εξηγήσει το γιατί αναφέρεται στη συνείδηση, προτείνει ένα πείραμα μετά την εξομολόγηση. Να πάει κάποιος και να καθίσει απέναντι από την εικόνα της Παναγίας, κοιτάζοντάς την ίσα στα μάτια, χωρίς να κάνει προσευχή. Κατά την εμπειρία του, είναι απίθανο να μην κατεβάσει κάποιος τα μάτια του στα πρώτα δευτερόλεπτα, ακόμη και μετά την εξομολόγηση και τη συγχωρητική ευχή. Μπροστά στην Κυρία Θεοτόκο, ακόμη και εξομολογημένος, νιώθει κανείς ένα δέος, τη δύναμη και τη μεγαλοπρέπεια αυτής της γυναίκας. Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψει κανείς αυτό το συναίσθημα.
Ανάλυση του Ένατου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον ένατο οίκο: “Χαίρε, οσμή του Χριστού ευωδίας· χαίρε, ζωή μυστικής ευωχίας“. Εξηγεί ότι η Πάναγνος ευωδιάζει από το άρωμα του Χριστού και μας χορηγεί τη ζωή των μυστικών αιωνίων απολαύσεων. Αναφέρεται στο “Χάριν δούναι θελήσας των οφλημάτων των αρχαίων, ο πάντων χρεολύτης άνθρωπος, δι’ αυτής προς εαυτόν προσηγάγετο· και ούτω πτωχεύσαντος του θείου πλούτου την αφράστον κένωσιν, δι’ αυτής επλουτίσθημεν” (Σημείωση: Υπάρχει μια σύγχυση και ελλιπής ανάγνωση του στίχου. Ο σωστός ένατος οίκος ξεκινά με “Πάσα φύσις αγγέλων…”).
Αναφέρεται στον Κύριο Ιησού Χριστό, απέναντι στον οποίο όλο το ανθρώπινο γένος ήταν ένοχο, και ο οποίος ήρθε για να σχίσει το χρεόγραφο της ενοχής μας. Είχαμε απομακρυνθεί από τη χάρη του και ήρθε να μας βρει, και τώρα ακούει από όλους το “Αλληλούια” (Σημείωση: Η αναφορά στο “Αλληλούια” δεν ανήκει στον ένατο οίκο, αλλά είναι ο ύμνος που ακολουθεί κάθε οίκο). Ο Κύριος σχίζει τα γραμμάτια, σβήνει τις αμαρτίες μας, μας ξαναδέχεται και μας καλεί να πάμε κοντά του, αφού είχαμε απομακρυνθεί από τη χάρη του. Τονίζει την μακροθυμία του Κυρίου που έρχεται Εκείνος να μας βρει, και όχι εμείς να πάμε να βρούμε τον Χριστό.
Ανάλυση του Δέκατου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον δέκατο οίκο: “Ψάλλοντές σου τον τόκον, χαίρε Θεοτόκε Παρθένε, πάντες σε μεγαλύνομεν, ως έμψυχον ναόν· ότι ενοικήσας εν τη σή γαστρί, ο συνέχων τα πάντα τη χειρί Κύριος, ηγίασεν, εδόξασεν, εδίδαξεν βοάν σοι πάντας· Χαίρε, σκηνή του Θεού και Λόγου“. Εξηγεί ότι υμνώντας τη θεϊκή γέννηση του Κυρίου από την Παναγία, όλοι τη μεγαλύνουμε ως έμψυχο ναό του Θεού, γιατί στα σπλάχνα της κατοίκησε ο Κύριος που στην παλάμη του κρατεί τα σύμπαντα. Την αγίασε, τη δόξασε και μας διδάσκει να της φωνάζουμε “Χαίρε, σκηνή του Θεού και Λόγου“. Μια προτύπωση της Κυρίας Θεοτόκου είναι η Σκηνή του Μαρτυρίου, η οποία περιείχε την Κιβωτό της Διαθήκης με τις εντολές. Η Κυρία Θεοτόκος είναι η Σκηνή, και η μήτρα της είναι η Κιβωτός, ενώ ο Λόγος που είναι μέσα είναι ο Κύριος. Επομένως, η Σκηνή του Μαρτυρίου των Εβραίων είναι μια προτύπωση της γεννήσεως της Κυρίας Θεοτόκου.
Ανάλυση του Ενδέκατου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον ενδέκατο οίκο: “Χαίρε, κιβωτέ χρυσωθείσα τω Πνεύματι· χαίρε, θησαυρέ της ζωής αδαπάνητε“. Ερμηνεύει ότι η Παναγία είναι η κιβωτός της κοινής διαθήκης που τη χρύσωσε το Άγιο Πνεύμα και ο ανεξάντλητος θησαυρός της ζωής. Ο θησαυρός της αγάπης της Κυρίας Θεοτόκου για όλους μας είναι τόσο μεγάλος που ορισμένες φορές νιώθουμε ντροπή να πάμε κοντά της, αλλά ταυτόχρονα μας καλεί κοντά της γνωρίζοντας ποιοι είμαστε. Αναφέρεται στο “Χαίρε, τίμιον διάδημα βασιλέων ευσεβών· χαίρε, καύχημα ιερέων σεβασμίων“. Εξηγεί ότι η Παναγία στολίζει τη δύναμη των ευσεβών βασιλέων και είναι το καύχημα των ευλαβών ιερέων. Είναι ο ασάλευτος πύργος της Εκκλησίας και το απόρθητο τείχος της ευσεβούς πολιτείας μας, ένα τείχος τόσο ψηλό και καταπληκτικό στην ομορφιά και την καλοσύνη του που δεν μπορείς να το υπερκεράσεις.
Ανάλυση του Δωδέκατου Οίκου των Τετάρτων Χαιρετισμών
Στη συνέχεια, αναλύει τον δωδέκατο οίκο: “Χαίρε, δι’ ης εγείρονται τρόπαια· χαίρε, δι’ ης εχθροί καταπίπτουσι“. Εξηγεί ότι με τις μεσιτείες της Παναγίας κάνουμε θαυμαστές νίκες, νικάμε τον διάβολο και τα πάθη, και κατατροπώνουμε τους εχθρούς. Αναφέρεται στο “Χαίρε, χρωτός του εμού σωτηρία· χαίρε, ψυχής της εμής ανάστασις” (Σημείωση: Υπάρχει μια μικρή ανακρίβεια στην ανάγνωση. Ο σωστός στίχος είναι “Χαίρε, χρωτός του εμού θεραπεία· χαίρε, ψυχής της εμής σωτηρία“). Ερμηνεύει ότι η Παναγία είναι η γιατριά του σώματος και η σωτηρία της ψυχής.
Ολοκλήρωση των Χαιρετισμών
Ο πατήρ Παύλος κλείνει με τον στίχο “Ω πανύμνητε Μήτερ, η τεκούσα τον πάντων αγίων αγιώτατον Λόγον, δεξαμένη την νυν προσφοράν, από πάσης ρύσαι συμφοράς άπαντας, και της μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως, τους βοώντας σοι· Αλληλούια“, ο οποίος επαναλαμβάνεται τρεις φορές. Ζητάμε από την Κυρία Θεοτόκο να δεχθεί την προσφορά των ύμνων μας, τη συμβολή, τη μεσιτεία και τις πρεσβείες της μητέρας μας για να μας φωτίσει. Τονίζει ότι είμαστε τα παιδιά και επειδή δεν μπορούμε να πάμε κατευθείαν στον πατέρα (τον Θεό), ζητάμε από τη μητέρα (την Παναγία) να μιλήσει για εμάς. Περιγράφει την Αγία Οικογένεια: Θεός Πατέρας, Κυρία Θεοτόκος και εμείς τα παιδιά, αδέρφια μεταξύ μας, η οικογένεια της Εκκλησίας.