Δείτε το βίντεο

Σήμερα θα αναλύσουμε σε βάθος τις μυστηριώδεις διακρίσεις προσώπων στην Παλαιά Διαθήκη, ένα θέμα που παρουσιάζει ο μακαριστός Νικόλαος Σωτηρόπουλος στα βιβλία του. Η συζήτηση αυτή αποτελεί μέρος ενός κατηχητικού μαθήματος, με σκοπό να εμβαθύνουμε στην κατανόηση της Ορθοδοξίας και να είμαστε σε θέση να υπερασπιστούμε την πίστη μας.
Εισαγωγή στα έργα του Νικολάου Σωτηρόπουλου
Ο Νικόλαος Σωτηρόπουλος, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως ένας από τους καλύτερους θεολόγους της Εκκλησίας, έχει συγγράψει δύο εξαιρετικά βιβλία: το “Άγιο Πνεύμα” και το “Ιησούς”. Στο πλαίσιο αυτών των έργων, ο Σωτηρόπουλος αναλύει τις “μυστηριώδεις διακρίσεις” προσώπων στην Παλαιά Διαθήκη. Πρόκειται για κρυμμένες αναφορές στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, οι οποίες είναι πολύτιμες παρατηρήσεις και θα φανούν χρήσιμες στην επικείμενη μελέτη της Αγίας Γραφής, ιδίως της Καινής Διαθήκης, που έχει προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο.
Σε πολλά χωρία της Παλαιάς Διαθήκης, παρατηρούνται αυτές οι μυστηριώδεις διακρίσεις που αναφέρονται στο μυστήριο της Θεότητας. Κάποια χωρία δείχνουν διάκριση δύο θείων προσώπων, ενώ άλλα τριών. Πολλά από αυτά τα χωρία παρουσιάζουν αυτές τις διακρίσεις με μεγάλη σαφήνεια. Στο παρόν κεφάλαιο, όπως αναφέρεται, θα παρατεθούν χωρία που διακρίνουν δύο θεία πρόσωπα.
Ανάλυση χωρίων της Παλαιάς Διαθήκης
Θα εξετάσουμε συγκεκριμένα χωρία για να κατανοήσουμε αυτές τις διακρίσεις.
Η διάκριση των δύο προσώπων: Δευτερονόμιο 32:35 και προς Ρωμαίους 10:30
Ένα παράδειγμα διάκρισης δύο προσώπων βρίσκεται στο Δευτερονόμιο 32:35, σύμφωνα με το εβραϊκό κείμενο, όπου αναφέρεται: “Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις και εγώ ανταποδώσω“. Το ίδιο αυτό χωρίο παρατίθεται από τον Απόστολο Παύλο στην προς Ρωμαίους επιστολή, κεφάλαιο 10, στίχος 30, με την προσθήκη: “Είδαμεν γαρ τον ειπόντα· Εμοί εκδίκησις, εγώ ανταποδώσω, λέγει Κύριος. Και πάλιν· Κύριος κρινεί τον λαόν αυτού“.
Με την πρώτη ματιά, μπορεί να φαίνεται ότι μιλάει ένα μόνο πρόσωπο, και πολλοί πιστεύουν ότι ο Απόστολος Παύλος αναφέρεται στον Ιησού. Ωστόσο, με μια πιο προσεκτική ανάγνωση, ιδίως παρατηρώντας τη διαφορά μεταξύ της μετοχής “ειπόντα” (αορίστου χρόνου) και του ρήματος “λέγει” (ενεστώτα χρόνου), γίνεται αντιληπτό ότι πρόκειται για δύο πρόσωπα της Θεότητας.
Η φράση “Είδαμεν τον ειπόντα” σημαίνει “γνωρίζουμε πόσο αξιόπιστος είναι εκείνος ο οποίος είπε”. Σύμφωνα με την ανάλυση, ο “ειπών” (εκείνος που είπε) αναφέρεται στο Άγιο Πνεύμα, το οποίο μιλάει μέσα από τους προφήτες, και στην περίπτωση του Αποστόλου Παύλου, μέσω του προφητικού του χαρίσματος. Ο Απόστολος Παύλος, έχοντας το προφητικό χάρισμα (που περιλαμβάνει παρόν, παρελθόν και μέλλον, όπως ο Αδάμ), “είδε” ή άκουσε αυτόν που το είπε. Ο “ειπών” είναι ο Χριστός.
Στη συνέχεια, η φράση “λέγει Κύριος” αναφέρεται στον Θεό Πατέρα. Επομένως, το Άγιο Πνεύμα είπε αυτό που ο Θεός Πατέρας λέει: “Εμοί εκδίκησις εγώ ανταποδώσω”. Αυτό καταδεικνύει την αδιάσπαστη σχέση μεταξύ των προσώπων της Αγίας Τριάδας: ο Χριστός δεν αποχωρίζεται ποτέ από το Άγιο Πνεύμα, και το Άγιο Πνεύμα δεν αποχωρίζεται ποτέ από τον Θεό. Είναι αξιοσημείωτο, όπως αναφέρεται, πόσοι ερμηνευτές δεν βλέπουν αυτή τη διάκριση δύο προσώπων σε αυτό το χωρίο, και μόνο ένας θεόπνευστος άνθρωπος θα μπορούσε να την αντιληφθεί.
Η διάκριση προσώπων στο Δευτερονόμιο 32:43
Ένα άλλο χωρίο που παρουσιάζει διακρίσεις είναι το Δευτερονόμιο 32:43, το οποίο λέει: “Ευφράνθητε, ουρανοί, άμα αυτώ, και προσκυνησάτωσαν αυτώ πάντες άγγελοι Θεού. Ευφράνθητε, έθνη, μετά του λαού αυτού, και ενισχυσάτωσαν αυτόν πάντες υιοί Θεού. Ότι το αίμα των υιών αυτού εκδικείται, και εκδικήσει, και ανταποδώσει δίκην τοις εχθροίς, τοις μισούσιν αυτού, και καθαριεί Κύριος την γην του λαού αυτού“.
Στο χωρίο αυτό, οι αντωνυμίες “αυτό” και “αυτού” αναφέρονται σε ένα πρόσωπο που έχει ήδη αναφερθεί στους προηγούμενους στίχους 37-42, το οποίο είναι ο Κύριος. Η κατανόηση της Αγίας Γραφής απαιτεί να κοιτάζουμε πάντα τους γύρω στίχους (δύο-τρεις πάνω και δύο-τρεις κάτω) καθώς αυτό συχνά παρέχει την απάντηση.
Στο στίχο 39, αυτό το πρόσωπο λέει: “Είδατε, είδατε ότι εγώ ειμί, και ουκ έστι Θεός πλην εμού. Εγώ αποκτενώ και ζην ποιήσω. Πατάξω καγώ ιάσομαι, και ουκ έστιν ος εξελέξεται εκ των χειρών μου“. Η επανάληψη “Είδατε, είδατε” είναι ένας εβραϊσμός που σημαίνει “κοιτάξτε καλά” ή “προσέξτε”, τονίζοντας ότι ομιλητής είναι ο αληθινός Θεός και δεν υπάρχει άλλος Θεός εκτός από Αυτόν. Αυτός ο Θεός έχει την εξουσία να θανατώνει, να ζωοποιεί, να πλήττει και να θεραπεύει, και κανείς δεν μπορεί να αρπάξει κάποιον από τα χέρια του.
Στο στίχο 40, ο ομιλητής ορκίζεται: “Ότι ερώ εις τον ουρανό τη χείρα μου, και ομού μετά της δεξιάς μου και ερώ ζω εγώ εις τον αιώνα“, που σημαίνει ότι σηκώνει το χέρι του στον ουρανό και ορκίζεται στην υψωμένη παντοδύναμη δεξιά του, δηλώνοντας ότι είναι ο αιώνιος και αναλλοίωτος Θεός. Στους στίχους 41 και 42, περιγράφεται ως φοβερός εκδικητής των εχθρών.
Η εντύπωση που δημιουργείται είναι ότι αυτό το πρόσωπο είναι ο Θεός Πατέρας. Ωστόσο, στην Παλαιά Διαθήκη, ο ομιλητής που περιγράφει τη μοναδικότητά του ως Θεού (στ. 37-42) δεν είναι ο Πατήρ, αλλά ο Υιός, δηλαδή ο Ιησούς. Πολλοί μπερδεύονται στην Παλαιά Διαθήκη και νομίζουν ότι όπου μιλάει ο Θεός είναι ο Πατέρας, αλλά συνήθως μιλάει ο Ιησούς, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας. Ο Πατέρας μιλάει μόνο σε σπάνια χωρία. Τόσο ο Πατήρ όσο και ο Υιός είναι μοναδικός Θεός, όχι ως πρόσωπα, αλλά ως ουσία, ως η όλη θεία ουσία.
Η προτροπή “Ευφράνθητε, ουρανοί, άμα αυτώ, και προσκυνησάτωσαν αυτώ πάντες άγγελοι Θεού” (στ. 43) φαίνεται να είναι προτροπή του Μωυσή ώστε οι ουρανοί και οι άγγελοι να προσκυνήσουν τον Θεό Πατέρα. Όμως, στην πραγματικότητα, ο Πατήρ προτρέπει στην τιμή του Υιού, γεγονός που αποδεικνύεται και από την προς Εβραίους 1:6, όπου ο Θεός εισάγει τον πρωτότοκο στην οικουμένη και λέει “και προσκυνησάτωσαν αυτώ πάντες άγγελοι Θεού”.
Κατανόηση του όρου “Υιοί Θεού”
Η φράση “πάντες υιοί Θεού” στο Δευτερονόμιο 32:43 χρήζει περαιτέρω ανάλυσης. Το ίδιο νόημα συναντάται στους ψαλμούς και σε άλλα σημεία της Παλαιάς Διαθήκης.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα, ας αναφερθούμε στους πειρασμούς του Κυρίου στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Στο κεφάλαιο 4, στίχος 6, ο διάβολος λέει στον Ιησού: “Εάν υιός ει του Θεού, βάλε σεαυτόν κάτω· γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου, και επί χειρών αρούσί σε, μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου“.
Η έκφραση “Υιός του Θεού” εδώ, όπως την χρησιμοποιεί ο διάβολος, δεν αναφέρεται στον Ιησού ως το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Αν ο διάβολος γνώριζε ότι ο Ιησούς ήταν ο Θεός, δεν θα τολμούσε να Τον πειράξει. Η φράση “υιοί του Θεού” στην Παλαιά Διαθήκη, όπως στη Γένεση πριν τον κατακλυσμό (“οι γίγαντες ήσαν επί της γης εν ταις ημέραις εκείναις… και εισπορεύονται οι υιοί του Θεού προς τας θυγατέρας των ανθρώπων και εγέννησαν εαυτοίς”), αναφέρεται στους “ανθρώπους του Θεού”, συγκεκριμένα στην γενιά του Σήθ.
Ο Απόστολος Παύλος το εξηγεί στην προς Γαλάτας επιστολή, κεφάλαιο 4, στίχος 5, όπου λέει ότι ο Ιησούς ήρθε “ίνα τους υπό νόμον εξαγοράση, ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν”. Ο Ιησούς κατάργησε τον τελετουργικό νόμο του Μωυσή (όχι τον Δεκάλογο) για να εξαγοράσει αυτούς που ήταν κάτω από τον νόμο, ώστε να λάβουμε την υιοθεσία και να γίνουμε και εμείς “υιοί του Θεού κατά χάριν”.
Επομένως, όταν ο διάβολος λέει στον Ιησού “εάν είσαι υιός του Θεού”, εννοεί “αν είσαι άνθρωπος του Θεού”. Η απαίτηση να “βάλει τον εαυτό του κάτω” είναι μια προτροπή για αυτοκτονία, την οποία ομιλητής χαρακτηρίζει ως τη μεγαλύτερη αμαρτία. Ο διάβολος επικαλείται το γραμμένο “ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου”, αναφερόμενος στην προστασία του φύλακα αγγέλου του ανθρώπου. Αυτό είναι ένα επικίνδυνο τέχνασμα, καθώς όχι μόνο προτρέπει στην αυτοκτονία, αλλά και στο να θέσει ο άνθρωπος τον Θεό σε δοκιμασία.
Ο Ιησούς απαντά αμέσως στον 7ο στίχο, λέγοντας: “Πάλιν γέγραπται· Ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου“. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να εκθέτουμε τον εαυτό μας σε κίνδυνο για να δοκιμάσουμε τον Θεό μας. Αυτό το χωρίο, που βρίσκεται στο Δευτερονόμιο 6:16, είναι ένα από τα πολλά που πρέπει να διαβάσουν πολύ καλά όσοι νομίζουν ότι έχουν τον Θεό στην τσέπη τους και ότι δεν θα πάθουν τίποτα, καθώς ο Θεός θα είναι πάντα από πάνω τους σαν “νταντά”.
Αυτός ο πνευματικός πόλεμος, όπου ο διάβολος γνωρίζει τη Γραφή απέξω, υπογραμμίζει την ανάγκη για προσεκτική μελέτη της Αγίας Γραφής. Τα όπλα μας πρέπει να είναι πνευματικά. Αν δεν έχουμε διαβάσει τη Γραφή, πώς θα αποφύγουμε τους πειρασμούς;. Η Αγία Γραφή προσφέρει απαντήσεις σε πολλές σύγχρονες καταστάσεις, όπως ο φόβος και οι διαφωνίες (π.χ. για εμβόλια ή μάσκες), υπενθυμίζοντας μας να υποστηρίζουμε τους αδελφούς μας που φοβούνται, καθώς είναι άνθρωποι.
Όταν ο διάβολος μας ενοχλεί, πρέπει να ζητάμε τη βοήθεια του Πατέρα, του Θεού, των Αγίων και της Παναγίας. Το να προσπαθήσουμε να αντιμετωπίσουμε τον διάβολο μόνοι μας είναι ένα χαμένο παιχνίδι. Όπως ένα μικρό παιδί τρέχει στους γονείς του όταν το πειράζει κάποιος, έτσι και εμείς, ως παιδιά του Θεού, πρέπει να τρέχουμε στον Πατέρα μας και να ζητάμε βοήθεια.
Η αγάπη του Θεού και ο αγώνας με τον Ιησού
Η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο είναι ανώτερη ακόμα και από την αγάπη της μάνας προς το παιδί. Γι’ αυτό, για οποιοδήποτε πρόβλημα, είτε οικογενειακό είτε άλλο, πρέπει να ζητάμε βοήθεια από τον Θεό, και Αυτός θα μας τη δώσει.
Η πάλη του Ιακώβ (Γένεσις 32:24-32)
Ένα εξαιρετικό περιστατικό που δείχνει την αγάπη του Θεού και τη δυνατότητα του ανθρώπου να παλέψει μαζί Του, είναι η πάλη του Ιακώβ στη Γένεση, κεφάλαιο 32. Ο στίχος 24 λέει: “Υπελείφθη δε Ιακώβ μόνος· και επάλαιεν άνθρωπος μετ’ αυτού έως πρωί“.
Αυτός ο “άνθρωπος” με τον οποίο πάλευε ο Ιακώβ ήταν η δεύτερη φύση του Ιησού Χριστού, η ανθρώπινη φύση Του, αιώνες πριν την ενσάρκωσή Του. Ο αντίπαλος δεν μπορούσε να νικήσει τον Ιακώβ, και τότε έπιασε το κρατεί (άνω) μέρος του μηρού του Ιακώβ, προκαλώντας του ενάρκωση στο σημείο αυτό. Ο “άνθρωπος” είπε στον Ιακώβ να τον αφήσει να φύγει, καθώς ξημέρωσε. Ο Ιακώβ αρνήθηκε να τον αφήσει, λέγοντας: “Ου μή σε αποστείλω, εάν μη με ευλογήσης“. Αυτό διδάσκει ότι δεν πρέπει να αφήνουμε τον Ιησού αν πρώτα δεν μας ευλογήσει.
Ο Ιησούς ρώτησε τον Ιακώβ το όνομά του, και όταν ο Ιακώβ απάντησε, ο Ιησούς είπε: “Ουκί κληθήσεται έτι το όνομά σου Ιακώβ, αλλά Ισραήλ· ότι ενίσχυσας μετά Θεού“. Το όνομα Ισραήλ σημαίνει “αυτός που αγωνίστηκε με τον Θεό”. Αυτό αποδεικνύει ότι ο Ιακώβ πάλευε με τον ίδιο τον Θεό, βλέποντάς Τον ως άνθρωπο.
Ο Θεός “αρέσκεται” να παλεύει και να μιλάει με τον άνθρωπο. Δεν πρέπει να μένουμε στον τύπο, αλλά να αφήνουμε τον εαυτό μας ελεύθερο και να μιλάμε στον Ιησού με σεβασμό, όπως μιλάμε στους γονείς μας. Ο Ιησούς έχει δηλώσει ότι είναι τα πάντα: πατέρας, μητέρα, αδελφός, αδελφή.
Στο τέλος της πάλης, ο Ιακώβ ονόμασε τον τόπο Φανουήλ (που σημαίνει “είδος Θεού” ή “εμφάνιση Θεού” στα εβραϊκά), λέγοντας: “Είδον γαρ Θεόν πρόσωπον προς πρόσωπον, και εσώθη η ψυχή μου“. Αυτό δείχνει ότι ο Ιακώβ είδε τον Θεό, όχι τη Θεότητα, αλλά τον Θεό, και η ψυχή του σώθηκε. Αυτό το χωρίο από μόνο του, ακόμη και αν όλη η υπόλοιπη Αγία Γραφή είχε καταστραφεί, θα ήταν αρκετό για να δώσει απάντηση για τη σωτηρία της ψυχής μέσω της συνάντησης με τον Θεό.
Όταν η θεία εμφάνιση αποχώρησε, ανέτειλε ο ήλιος, και ο Ιακώβ “εχώλενεν”, δηλαδή έμεινε κουτσός ή χωλός από το πιάσιμο του Θεού. Το ρήμα “χολένω” σημαίνει ότι ήταν “σαν κουτσός” ή ένιωθε κουτσός. Το γεγονός ότι ο Θεός του άφησε ένα σημάδι, την χωλότητα, ήταν για να το θυμάται, ένα σημάδι της παρουσίας Του.
Ζώντας την Αγία Γραφή
Όπως αναφέρεται, η Αγία Γραφή πρέπει να “ζηθεί” με δύο τρόπους:
- Μεταφορά του εαυτού στο γεγονός: Όταν διαβάζουμε ένα γεγονός, όπως η Μεταμόρφωση ή η Ανάληψη, πρέπει να φανταζόμαστε τον εαυτό μας παρόντα, σαν παρατηρητές, να ταξιδεύουμε νοερά στον τότε καιρό και να τα βλέπουμε σαν κάποιος να μας αφηγείται.
-
Ανακάλυψη θησαυρών: Ο δεύτερος τρόπος είναι να ψάχνουμε για τους θησαυρούς της Αγίας Γραφής. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως ο Ιερός Χρυσόστομος και ο Μέγας Βασίλειος, απαντούσαν στους αιρετικούς χρησιμοποιώντας την Παλαιά Διαθήκη, καθώς η Καινή Διαθήκη δεν είχε ακόμη γραφτεί ολόκληρη. Αυτό δείχνει τον τεράστιο πλούτο έρευνας και θησαυρών που κρύβει η Παλαιά Διαθήκη. Δεν αρκεί ένα απλό διάβασμα· πρέπει να ζήσουμε το χωρίο που διαβάζουμε. Χωρίς την εμβάθυνση, δεν μπορούμε να δούμε τα μυστηριώδη χωρία ή να καταλάβουμε πότε ο Ιησούς μιλάει ως άνθρωπος και πότε ως Θεός.
Επομένως, είναι απαραίτητο να δίνουμε ιδιαίτερη βάση στην Αγία Γραφή και να την μελετάμε με προσοχή, ώστε να κατανοήσουμε πώς πρέπει να σκεφτόμαστε όταν τη διαβάζουμε. Αυτές οι διευκρινίσεις μας βοηθούν να κατανοήσουμε τις κρυμμένες αλήθειες που υπάρχουν στις Γραφές.