Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ. Βίος
Ο Άγιος Ιγνάτιος (Μπριαντσανίνωφ) γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1807, στο χωριό Ποκρόβσκογιε της περιοχής Βολογκντά της Ρωσίας.
Ο Άγιος Ιγνάτιος, κατά κόσμον Δημήτριος Αλεξάντροβιτς Μπριαντσιανίνωφ, γεννημένος σε οικογένεια ευγενών, έδειχνε από μικρός μια έντονη κλίση προς την προσευχή και την μελέτη των ιερών βιβλίων. Το αγαπημένο του βιβλίο, εκτός από το Άγιο Ευαγγέλιο, ήταν οι Βίοι των Αγίων, τους οποίους μελετούσε με ιδιαίτερη θέρμη.
Ο τόπος όπου μεγάλωσε ήταν γεμάτος από μονές και σκήτες και γι’ αυτό τον λόγο ονομαζόταν «Θηβαΐδα της Ρωσίας». Αυτό το πνευματικό περιβάλλον επηρέασε πολύ τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του.
Στα 16 του χρόνια τελείωσε το γυμνάσιο. Τον διέκρινε μια πρόωρη ωριμότητα και φιλομάθεια. Ο πατέρας του, επιθυμώντας μια λαμπρή σταδιοδρομία για τον γιο του, τον έγραψε στην Στρατιωτική Σχολή Μηχανικού στην Αγία Πετρούπολη. Ήδη από το ταξίδι τους προς την πρωτεύουσα, ο Δημήτριος εκμυστηρεύτηκε στον πατέρα του την επιθυμία του να γίνει μοναχός.
Παρά την αρνητική στάση της οικογένειάς του, η κλίση του προς τον μοναχισμό ενισχύθηκε κατά τη διάρκεια των σπουδών του. Διατηρούσε μυστικές επαφές με πατέρες της Μονής Αγίου Αλεξάνδρου Νιέφσκι, οι οποίοι τον ενθάρρυναν στην πνευματική του αναζήτηση.
Παράλληλα, διακρίθηκε για τις επιδόσεις του, κερδίζοντας την αυτοκρατορική υποτροφία και την προσοχή του Τσάρου Νικολάου Α'.
Το 1827, σε ηλικία 20 ετών, ο Δημήτριος αρρώστησε σοβαρά. Η ασθένεια αυτή έγινε η αφορμή για να εγκαταλείψει οριστικά τις στρατιωτικές του σπουδές και να αφιερωθεί στον μοναχισμό, παρά τις αντιρρήσεις των αξιωματικών.
Εγκαταβίωσε αρχικά στη Μονή του Αγίου Αλεξάνδρου του Σβιρ στην Πετρούπολη, όπου συνδέθηκε πνευματικά με τον Στάρετς Λεωνίδα, ο οποίος τότε διέμενε εκεί.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη μονή, βίωσε έντονα την παρουσία της θείας χάρης.
Μια μέρα, ενώ έκανε το διακόνημά του στην τράπεζα, ένιωσε ξαφνικά μια πνευματική αλλοίωση, γεμάτη από γλυκιά παρηγοριά και θεόσταλτη προσευχητική ενέργεια. Η κατάσταση αυτή διήρκεσε για περισσότερες από 20 ημέρες.
Σε όραμα που είδε, ο Όσιος Αλέξανδρος του Σβιρ του προανήγγειλε τη μετάβασή του σε άλλη μονή.
Ακολούθησε τον Στάρετς Λεωνίδα στην έρημο του Πλώστανσκ στην επαρχία Αρλόφ, όπου γνώρισε τον Όσιο Γέροντα Μακάριο, ο οποίος αργότερα έγινε ο ηγούμενος της Όπτινα. Συνδέθηκε στενά με τον συμφοιτητή του, Μιχαήλ Τσιαχάτεφ, ο οποίος επίσης είχε εγκαταλείψει τον στρατό για να ακολουθήσει τον μοναχισμό. Οι δύο νέοι, με την ευλογία του Στάρετς Λεωνίδα, έζησαν ασκητικά σε ένα κελί, εντρυφώντας στην προσευχή και τη μελέτη των Αγίων Πατέρων.
Η επόμενη στάση στην πνευματική του πορεία ήταν η Μονή του Αγίου Κυρίλλου στην Πετρούπολη, όπου συνδέθηκε με τον Αρχιμανδρίτη Θεοφάνη και τον Γέροντα Αρκάδιο.
Το 1831, ενώ βρισκόταν στο Σεμιγκόροντ, ο Δημήτριος έλαβε ένα μήνυμα από τον πατέρα του που τον ενημέρωνε για την σοβαρή ασθένεια της μητέρας του. Έφυγε άμεσα για την Βολογκντά, μαζί με τον Μιχαήλ, προκειμένου να βρεθεί κοντά της. Η μητέρα του, όμως, ανάρρωσε και η επιστροφή του γιου της προκάλεσε ψυχρότητα στην οικογένεια. Μη αντέχοντας την ατμόσφαιρα, ο Δημήτριος και ο Μιχαήλ επέστρεψαν στη Μονή του Αγίου Κυρίλλου. Ο Δημήτριος, όμως, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην οικογενειακή του εστία στη Βολογκντά λόγω της επιδείνωσης της υγείας του.
Εγκαταστάθηκε, με την ευλογία του επισκόπου Στεφάνου, στη σκήτη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Σεμιγκόροντ, όπου αφοσιώθηκε στην άσκηση και την νοερά προσευχή.
Στις 28 Ιουνίου 1831, ο επίσκοπος Στέφανος κάλεσε τον Δημήτριο στον καθεδρικό ναό της Αναστάσεως, όπου έλαβε το μοναχικό σχήμα με το όνομα Ιγνάτιος, χωρίς να ενημερώσει την οικογένειά του. Στις 5 Ιουλίου χειροτονήθηκε διάκονος και στις 15 Ιουλίου πρεσβύτερος.
Ο επίσκοπος Στέφανος διόρισε τον πατέρα Ιγνάτιο ηγούμενο της μικρής και παραμελημένης μονής του Αγίου Γρηγορίου, Πελσέμ και Λόποτοφ. Παρά τις δυσκολίες, ο νεαρός ηγούμενος ανέπτυξε έντονη δράση, ανακαινίζοντας τα κτίσματα και οργανώνοντας την μοναχική ζωή.
Η φήμη του πατέρα Ιγνατίου για την πατερική του διάκριση και την πνευματική καθοδήγηση εξαπλώθηκε σε όλη την περιοχή της Βολογκντά. Πολλές μοναστικές αδελφότητες τον επιθυμούσαν ως ηγούμενο, όπως η σκήτη του Σεμίγκοροντ και η μονή του Τότεμσκ. Στο Λόποτοφ, η παρουσία του Μιχαήλ Τσιαχάτεφ και η συμφιλίωση με τους γονείς του έφεραν χα moments. Δυσ, ο πατήρ Ιγνάτιος αντιμετώπισε ξανά προβλήματα υγείας, πιθανότατα λόγω της υπερκόπωσης και του υγρού κλίματος. Η μετήκησή του σε άλλη μονή με ευνοϊκότερες κλιματολογικές συνθήκες κρίθηκε αναγκαία.
Με τη βοήθεια της κόμισσας Άννας Αλεξέγευνα Ορλόβα, ο Μιχαήλ Τσιαχάτεφ εξασφάλισε τη μετάθεση του πατέρα Ιγνατίου στη Μονή Αγίου Νικολάου στην επαρχία της Μόσχας, με την έγκριση του Μητροπολίτη Φιλάρετου. Ωστόσο, η θεία πρόνοια είχε άλλα σχέδια.
Ο Τσάρος Νικόλαος Α', εντυπωσιασμένος από τις ικανότητες του πατέρα Ιγνατίου κατά τη στρατιωτική του θητεία, τον αναζητούσε . Μόλις έμαθε για την μοναχική του πορεία, τον κάλεσε στην Αγία Πετρούπολη.
Στις 30 Νοεμβρίου 1833, ο πατήρ Ιγνάτιος παρουσιάστηκε ενώπιον του Τσάρου. Ο Νικόλαος Α', αναγνωρίζοντας τις ικανότητες και την αφοσίωση του πατέρα Ιγνατίου, του ανέθεσε την αναδιοργάνωση της Μονής Αγίας Τριάδος Αγίου Σεργίου, έξω από την Αγία Πετρούπολη.
Στις 25 Δεκεμβρίου 1833, ο πατήρ Ιγνάτιος προήχθη σε Αρχιμανδρίτη και διορίστηκε ηγούμενος της Μονής.
Την Πρωτοχρονιά του 1834, έγινε η χειροθεσία του στον καθεδρικό ναό της Παναγίας του Καζάν .
Η Μονή Αγίας Τριάδος Αγίου Σεργίου βρισκόταν σε άθλια κατάσταση, με ερειπωμένα κτίρια και χαλαρή μοναχική ζωή. Ο πατήρ Ιγνάτιος, με την υποστήριξη του Τσάρου, της κόμισσας Ορλόβα και άλλων ευπόρων πιστών, ανέλαβε ένα μεγάλο έργο ανοικοδόμησης και αναδιοργάνωσης .
Η Μονή Αγίας Τριάδος Αγίου Σεργίου, υπό την ηγεσία του πατέρα Ιγνατίου, άκμασε και έγινε πόλος έλξης για πολλούς νέους που αναζητούσαν την πνευματική ζωή. Η φήμη του πατέρα Ιγνατίου, ως χαρισματικού πνευματικού καθοδηγητή, εξαπλώθηκε σε όλη τη Ρωσία, προσελκύοντας μοναχούς και μοναχές από διάφορες περιοχές. Παράλληλα με τα ηγουμενικά του καθήκοντα, ο πατήρ Ιγνάτιος άρχισε να καταγράφει τις πνευματικές του εμπειρίες και γνώσεις, θέτοντας τα θεμέλια για το μεγάλο συγγραφικό του έργο.
Στη συνέχεια, η ζωή του πατέρα Ιγνατίου σημαδεύτηκε από σημαντικά γεγονότα:
Το 1857, χειροτονήθηκε επίσκοπος Σταυρουπόλεως, Καυκάσου και Ευξείνου Πόντου. Στη νέα του θέση, ο Ιγνάτιος επέδειξε ζήλο και αφοσίωση, επικεντρώνοντας τις προσπάθειές του στην πνευματική καθοδήγηση των νέων . Κατά τη διάρκεια της επισκοπικής του διακονίας, ολοκλήρωσε το σημαντικό έργο του "Προσφορά εις τον Σύγχρονον Μοναχισμόν" .
Το 1861, λόγω επιδείνωσης της υγείας του, αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τον επισκοπικό θρόνο . Αποσύρθηκε στη Μονή Αγίου Νικολάου στο Μπαμπάεβο, όπου αφιερώθηκε στην προσευχή, τη συγγραφή και την καθοδήγηση των πνευματικών του τέκνων.
Στις 30 Απριλίου 1867, ο Άγιος Ιγνάτιος εκοιμήθη ειρηνικά σε ηλικία 60 ετών .
Η κηδεία του συνοδεύτηκε από θαυμαστά σημεία που ήταν αποδείξεις της αγιότητάς του .
Κατά τη νεκρώσιμη ακολουθία της κηδείας του Αγίου Ιγνατίου, παρατηρήθηκε κάτι το παράδοξο. Ο πένθιμος χαρακτήρας της μεταβλήθηκε σε χαρούμενο, λες και ηταν μια γιορτή.
Αυτό το παράδοξο γεγονός θύμισε σε όλους τα λόγια που τους είχε πει ο όσιος πριν από την κοίμησή του: «Είναι δυνατόν να καταλάβετε ότι ο αποβιώσας έχει την χάρι του Θεού, αν κατά την κηδεία και τον ενταφιασμό του σώματός του η θλίψι των γύρω διαλυθή από κάποια ασύλληπτη και ακατανόητη χαρά και παραμυθία….»
Ο σπουδαίος στάρετς Βαρσανούφιος της Όπτινα μας πληροφορεί ότι κατά την κηδεία του Αγίου Ιγνατίου, ενάρετοι άνδρες είδαν αγγέλους να δορυφορούν την ψυχή του, ανερχομένη προς τον θρόνο του Κυρίου. Τους άκουσαν μάλιστα να ψάλλουν: «Χαίρε, άγιε ιεράρχα του Χριστού, πάτερ Ιγνάτιε».
Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία τον ανακήρυξε Άγιο το 1988.
Σήμερα, ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ τιμάται ως ένας από τους σημαντικότερους πνευματικούς πατέρες της Ρωσικής Εκκλησίας. Τα συγγράμματά του, που διακρίνονται για το βάθος και την πνευματική τους δύναμη, έχουν αγαπηθεί από πιστούς σε όλον τον κόσμο.
Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ. Γιορτή
Ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ γιορτάζει στις 30 Απριλίου