Ο πατέρας Παύλος εξετάζει την ιστορική εξέλιξη της υποχρεωτικής αγαμίας των κληρικών, ιδιαίτερα των επισκόπων, στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Παρουσιάζει στοιχεία από την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, καθώς και από κανόνες Αποστόλων και Οικουμενικών Συνόδων, για να υποστηρίξει ότι ο γάμος δεν αποτελούσε αρχικά εμπόδιο για την ιεροσύνη στους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην αντίδραση του Αγίου Παφνουτίου στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο, ο οποίος τάχθηκε υπέρ του γάμου των κληρικών, καθώς και στην απαγόρευση του δεύτερου γάμου των κληρικών. Τέλος, αναλύονται οι διαφορετικές αντιλήψεις Ανατολής και Δύσης και οι προσπάθειες αυτοκρατόρων, όπως του Ιουστινιανού, να επιβάλουν την αγαμία, συζητώντας τους λόγους για τους οποίους τελικά επικράτησε η συνήθεια της επιλογής αγάμων κληρικών για τον επισκοπικό βαθμό.
Η Δυτική Εκκλησία (Ρωμαιοκαθολική) υιοθέτησε νωρίτερα την υποχρεωτική αγαμία για όλους τους κληρικούς, ενώ στην Ανατολή το ζήτημα ρυθμιζόταν αρχικά από Αποστολικούς Κανόνες που απαγόρευαν την απομάκρυνση της συζύγου του κληρικού. Τέλος, εστιάζει στην σταδιακή επικράτηση της συνήθειας της αγαμίας των επισκόπων στην Ανατολή, κυρίως λόγω της ενίσχυσης του μοναστικού ιδεώδους και των νομοθετικών παρεμβάσεων αυτοκρατόρων όπως ο Ιουστινιανός, αλλά καταλήγει επισημαίνοντας σύγχρονους και ιστορικούς ενάρετους εγγάμους αρχιερείς.
Δείτε το βίντεο

Η Ιστορική Θέση του Εγγάμου Επισκόπου στην Εκκλησία: Από την Αποστολική Παράδοση έως τη Σύγχρονη Πρακτική
Το ζήτημα του γάμου των επισκόπων αποτελεί ένα θέμα που απασχολεί κατά καιρούς τόσο τους κληρικούς όσο και τους λαϊκούς. Η παράδοση της Εκκλησίας δεν θεωρεί το έγγαμο των επισκόπων ως κάτι ξένο. Ήδη στην Παλαιά Διαθήκη, οι ιερείς και οι αρχιερείς των Ιουδαίων ήταν έγγαμοι. Στην Καινή Διαθήκη, ο πρώτος επίσκοπος κατά την ίδρυση της Εκκλησίας, ο Απόστολος Πέτρος, ήταν έγγαμος.
Αποστολικές Προϋποθέσεις και Οδηγίες
Ο Απόστολος Παύλος, στις επιστολές του, αναφέρεται ρητά στον γάμο των διακόνων, των πρεσβυτέρων και των επισκόπων. Κοινό στοιχείο στις εντολές του για τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης είναι ότι ο υποψήφιος πρέπει να είναι «μιανής γυναικός ανήρ», προϋπόθεση που είχε τεθεί για να αποφευχθεί η πολυγαμία που υπήρχε σε κάποιους άλλους λαούς εκείνη την εποχή.
Συγκεκριμένα, ο Παύλος ορίζει ότι ο επίσκοπος πρέπει να είναι «ενός γυναικός ανήρ, τέκνα έχων πιστά, μη εν κατηγορία ασωτίας ή ανυπότακτα» (Τίτος, κεφ. 1, στίχ. 5-6). Προσθέτει επίσης ότι ο επίσκοπος οφείλει να είναι «του ιδίου οίκου καλώς προϊστάμενος». Ο Απόστολος Παύλος εξηγεί μάλιστα ότι αν κάποιος δεν μπορεί να «φτιάξει» (διοικήσει) τα του οίκου του, δηλαδή να έχει σε μια σειρά το σπίτι του, δεν μπορεί να επιμεληθεί την Εκκλησία του Θεού: «Ει δε του ιδίου οίκου μη προστεί, ουκ οίδε πως εκκλησίας θέλει Θεού επιμελείται». Αυτές οι προϋποθέσεις αφορούν τη μονογαμία, την καλή διοίκηση της οικογένειας και την ευσέβεια των παιδιών.
Ο Κύριος και οι Απόστολοι δεν έκαναν καμία διάκριση μεταξύ έγγαμου ή άγαμου βίου για επισκόπους, πρεσβυτέρους και διακόνους. Ο Απόστολος Παύλος ακολούθησε την έμπρακτη διδασκαλία του Κυρίου, ο οποίος εξέλεξε ως μαθητές του τόσο έγγαμους Αποστόλους (όπως ο Πέτρος και ο Φίλιππος, που είχε τέσσερις θυγατέρες προφήτισσες) όσο και άγαμους (όπως ο Ιωάννης ο Ευαγγελιστής και ο ίδιος ο Παύλος).
Η Διαμάχη του Αγαμίας: Δύση και Ανατολή
Από τους πρώτους χρόνους μετά τον Χριστό επικράτησε η συνήθεια να αποφεύγεται ο γάμος μετά τη χειροτονία των επισκόπων. Αυτό κατοχυρώθηκε κανονικά από συνόδους:
1. Η Σύνοδος της Νεοκαισαρείας (μετά το 314) απαγορεύει τον μετά τη χειροτονία γάμο στους πρεσβυτέρους (1ος κανόνας).
2. Η Σύνοδος εν Τρούλλω (691) επέκτεινε την απαγόρευση αυτή σε όλους τους βαθμούς των ανωτέρων κληρικών (4ος κανόνας).
Μία εξαίρεση δόθηκε μόνο στους διακόνους: Η Σύνοδος της Άγκυρας το 314 επέτρεπε στον διάκονο να έρθει σε γάμο μετά τη χειροτονία, εφόσον το είχε δηλώσει πριν από τη χειροτονία του (10ος κανόνας).
Η Υποχρεωτική Αγάμια στη Δύση
Ενώ στην Ανατολή υπήρχε διαφορετική αντίληψη περί της αγιότητας του γάμου, στη Δυτική Εκκλησία υιοθετήθηκαν αυστηρότεροι κανόνες:
* Οι κανόνες της Καρθαγένης (255–419) καθόριζαν ότι οι κληρικοί όλων των βαθμίδων έπρεπε να απέχουν των γυναικών, θεσπίζοντας την αγνεία.
* Η Σύνοδος της Ελβίρας (περίπου 300–310) αποφάσισε (33ος κανόνας) οι κληρικοί όλων των βαθμίδων να απέχουν των συζύγων και να μην γεννούν τέκνα.
* Η Σύνοδος της Αρελάτης (314) επικύρωσε την αγαμία (6ος κανόνας).
Οι Δυτικοί θεωρούσαν ότι υπήρχε «μώμος» (ψεγάδι ή ελάττωμα) στη συνουσία, ακόμη και μεταξύ χριστιανών συζύγων, αντίθετα με τον Απόστολο Παύλο που λέει ότι η «κοίτη του εγγάμου αμίαντος εστί». Οι Παπικοί (Ρωμαιοκαθολικοί) ψηφίζουν το άγαμο για όλους τους κληρικούς τους σε όλους τους βαθμούς και το κρατούν ακόμα.
Η Απάντηση του Αγίου Παφνούτιου στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (325)
Η Πρώτη Οικουμενική Σύνοδος (325) εξέφρασε το πνεύμα της Ορθοδόξου Ανατολής, δηλαδή την ελευθέρα εκλογή των κληρικών μεταξύ γάμου και αγαμίας.
Ο επίσκοπος Κορδούτης Όσιος, επηρεασμένος από τις αποφάσεις της Συνόδου της Ελβίρας, υποστήριξε την υποχρεωτική αγαμία όλων των βαθμών των κληρικών. Ο Όσιος μάλιστα έπεισε τους 318 Πατέρες της Συνόδου να απαγορεύσουν τον γάμο στους επισκόπους, οι οποίοι ενθουσιάστηκαν με αυτή την ιδέα.
Τότε, υπερασπίστηκε τους εγγάμους ο ασκητικός ομολογητής, θαυματουργός και άγιος επίσκοπος της Άνω Θηβαΐδος, Μέγας Παφνούτιος. Ο Παφνούτιος τους επέπληξε, λέγοντας: «Μη βαρύνετε το ζυγό των ιερωμένων… τίμιος γαρ ο γάμος εν πάσι και κοίτη αμίαντος». Ο Παφνούτιος προειδοποίησε ότι η θέσπιση της υποχρεωτικής αγαμίας θα έφερνε μεγάλο κακό στην Εκκλησία, αναφέροντας ως μεγαλύτερο κακό την ομοφυλοφιλία.
Ως αποτέλεσμα της παρέμβασης του Παφνούτιου, οι Πατέρες ντράπηκαν για την «ανοησία εκείνη» και θέσπισαν μεταξύ άλλων τους Αποστολικούς Κανόνες.
Η Κατοχύρωση του Εγγάμου Βίου: Ο 5ος Αποστολικός Κανόνας
Η θέσις της Εκκλησίας κατοχυρώθηκε βιβλικά και κανονικά από την Οικουμενική Σύνοδο. Ο 5ος Αποστολικός Κανόνας ρητώς απαγορεύει και τιμωρεί την απομάκρυνση της συζύγου του επισκόπου: «Κανείς επίσκοπος ή πρεσβύτερος ή διάκονος να μην απομακρύνει από τη συζυγία τη γυναίκα του για να παραστήσει τον άγιο». Εάν την απομακρύνει, ο κληρικός καθαιρείται. Εάν επιμένει, μπορεί να αφοριστεί.
Είναι σημαντικό ότι οι Αποστολικοί Κανόνες θεωρούνται ανώτεροι από τις Οικουμενικές Συνόδους, καθώς δεν μπορεί η Οικουμενική Σύνοδος να καταργήσει Αποστολικό Κανόνα.
Αυτοκρατορικές Παρεμβάσεις και η Συνήθεια της Αγάμου Εκλογής
Μέχρι και τον 5ο αιώνα, «ουδεμία εγίνετο διάκριση εν γάμου ή α γάμου υποψηφίου επισκόπου». Ωστόσο, η προτίμηση των αγάμων άρχισε να αυξάνεται για δύο βασικούς λόγους:
1. Υπερτίμηση του Μοναστικού Ιδεώδους: Το μοναστικό στοιχείο μπήκε στην εκκλησιαστική διοίκηση και οι μοναχοί δέχθηκαν εκκλησιαστικά αξιώματα. Αυτή η σταδιακή αλλαγή ονομάζεται «μέθοδος του σαλαμιού».
2. Διαχείριση Περιουσίας: Υπήρχε φόβος σύγχυσης μεταξύ της εκκλησιαστικής και της ατομικής περιουσίας του επισκόπου, με την πιθανότητα οι κληρονόμοι (τέκνα) να σφετεριστούν την εκκλησιαστική περιουσία.
Σχετικά με το ζήτημα της περιουσίας, οι Απόστολοι είχαν ήδη προβλέψει τη λύση με τον 4ο Αποστολικό Κανόνα, ο οποίος συνιστούσε σαφή διάκριση της εκκλησιαστικής και ατομικής περιουσίας του επισκόπου («έστω φανερά τα ιδία του επισκόπου τα πράγματα και φανερά τα κυριακά της εκκλησίας»).
Ο Αυτοκράτωρ Ιουστινιανός ο Α΄ (527–565)
Ο Αυτοκράτωρ Ιουστινιανός Α΄ (6ος αιώνας) προσπάθησε να επιβάλει σταδιακά τις απόψεις του σχετικά με την αγαμία των επισκόπων. Οι διατάξεις του (Κώδικας, Νεαρές 123 και 137) ήταν οι εξής:
* Αρχικά, να μην εκλέγονται επίσκοποι που έχουν παιδιά, με τη δικαιολογία ότι ο επίσκοπος είναι πνευματικός πατέρας όλων και τα φυσικά τέκνα απασχολούν τους γονείς λόγω εξόδων ή μπορεί να σφετεριστούν την περιουσία.
* Στη συνέχεια, να μην εκλέγονται όσοι έχουν σύζυγο ή τέκνα.
* Τρίτον, να εκλέγεται επίσκοπος μοναχός ή πρώην έγγαμος άνευ τέκνων, αφού προ έξι μηνών έπαυε να συγκατοικεί με τη σύζυγό του.
Η Σύνοδος εν Τρούλλω (691)
Η Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδος (εν Τρούλλω) το 691 εξέδωσε αντικρουόμενες διατάξεις:
* Ο 13ος κανόνας απαγορεύει την απομάκρυνση των συζύγων των ιερέων.
* Ο 12ος κανόνας επιτάσσει την απομάκρυνση των συζύγων των επισκόπων.
Ο Μέγας Φώτιος (Πατριάρχης) σχολίασε ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας έκαναν λάθος, διότι ήταν άνθρωποι και φοβόντουσαν τους αυτοκράτορες. Η απομάκρυνση των συζύγων των επισκόπων, σύμφωνα με τον 12ο κανόνα, επιβλήθηκε όχι λόγω «μώμου» στη συνουσία ή λόγω περιουσιακών θεμάτων, αλλά λόγω σκανδαλισμού των πιστών σε ορισμένες «απολίτιστες χώρες» (όπως η Λιβύη και η Αφρική). Παρόλο που οι Πατέρες ήταν «πολύ τίμιοι» στην Τρούλλο, αναγνώρισαν ότι αυτή η επιταγή ήταν αντίθετη με το πνεύμα της Ορθοδόξου πίστεως, αλλά την επέβαλαν ως «εξοικονόμηση» για την αποφυγή σκανδάλου.
Πάντως, ο Αυτοκράτορας Λέων ο Ίσαυρος (717–741) περιορίζει τις απαγορεύσεις του Ιουστινιανού με τη δευτέρα Νεαρά του, τονίζοντας ότι δεν πρέπει να αποκλείονται του αρχιερατικού αξιώματος όσοι απέκτησαν τέκνα εκ νομίμου γάμου.
Ιστορικές Μορφές Εγγάμων Επισκόπων (Αιώνες 1ος–20ός)
Μέχρι και τον 12ο αιώνα αναφέρονται έγγαμοι επίσκοποι. Η προτίμηση των αγάμων κληρικών άρχισε να γίνεται κατεστημένο (συνήθεια). Ωστόσο, οι πηγές αναφέρουν πλήθος έγγαμων επισκόπων, πατέρων και πατριαρχών:
- Απόστολοι: Πέτρος, Ιάκωβος, Ιούδας.
- Μεταποστολικοί Πατέρες: Ο Μάρτυς Φιλογόνιος, Επίσκοπος Αντιοχείας (τον οποίο εγκωμιάζει ο Ιερός Χρυσόστομος). Ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης (αδερφός του Μεγάλου Βασιλείου). Ο Γρηγόριος (πατέρας του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου). Ο Ιλάριος Πικταβίου, ο Ιωάννης ο Ελεήμων ο Αλεξανδρείας, και ο Συνέσιος Πτολεμαΐδος.
- Μεταγενέστεροι:
- Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωάννης ο ΙΓ΄ ο Γλυκής (1316–1320), ο οποίος ήταν εξ έγγαμων μετά τέκνων και η σύζυγός του έγινε μοναχή.
- Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Νικόλαος (1935–1939).
- Ο Μακαριστός Μητροπολίτης Γόρτυνος Ιωάννης Μαρτίνος (1901–1991).
- Ο νυν Πατριάρχης των Σέρβων, ο οποίος επιτελούσε «εν χειρί» (ήταν έγγαμος) και η γυναίκα του απεβίωσε.
Σύγχρονες Θέσεις και Αμφισβήτηση
Σήμερα, για να γίνει κάποιος επίσκοπος, πρέπει η σύζυγός του, κατόπιν κοινής συμφωνίας, να γίνει μοναχή ή να εκλεγεί ιερέας διατελώντας «εν χειρί».
Πολλές σημαντικές εκκλησιαστικές μορφές έχουν υποστηρίξει τη δυνατότητα του εγγάμου των επισκόπων:
* Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης (1919).
* Μητροπολίτες όπως ο Γερβάσιος Σαρακίνης (Αγκύρας), ο Φιλάρετος Βαφίνης (Ημοτίχου), ο Γερμανός Τρωϊανός (Μονεμβασίας), ο Χριστόδουλος (Μαρωνείας) και ο Καλλίνικος (Βεροίας).
* Καθηγητές όπως ο Ράλλης και ο Πετράκος.
Ο καθηγητής του Κανονικού Δικαίου της Θεολογικής Σχολής Χάλκης και αρχιμανδρίτης Γεωργιάδης γράφει ότι εάν ο νόμος γίνεται «πρόσκομμα εις την προκοπήν των λαών» (όπως αποδεικνύεται στην Πενθέκτη Σύνοδο), πρέπει να εξοικονομηθεί. Ο Γεωργιάδης σημειώνει ότι σήμερα το ζήτημα του εγγάμου/αγάμου είναι «όλως αδιάφορο» και «τίνες μάλιστα περιπονηρείας αγάμων» κληρικών προτιμούν τους εγγάμους. Κλείνει με το εξής ουσιαστικό απόσπασμα: «αφού η Εκκλησία προπάντων ζητεί να στρατολογήσει ειλικρινείς και τίμιους κληρικούς ουχί δε υποκριτές ευλαβείς έξωθεν τρις του νόμου έσωθεν δε γέμους πάση ακαθαρσίας».
Εν κατακλείδι, η προτίμηση των αγάμων για τον επισκοπικό βαθμό, η οποία αυξήθηκε με την είσοδο του μοναχισμού στη διοίκηση, θεωρείται από τις πηγές συνήθεια και κατεστημένο, ενώ η θέση του εγγάμου επισκόπου είναι κατοχυρωμένη κανονικά από τους Αποστολικούς Κανόνες.