Δείτε το βίντεο

Εισαγωγή
Οι χαιρετισμοί της τρίτης στάσης εστιάζουν στο μυστήριο της ενανθρώπησης του Χριστού, εξερευνώντας την έκπληξη των αγγέλων, την παραδοξότητα της θείας ενανθρώπησης, και την κένωση του Θεού.
Το Παράδοξο Μυστήριο της Ενανθρώπησης
Στα Θεοφάνεια έμαθαν και οι Άγγελοι για πρώτη φορά το μέγα μυστήριο της Αγίας Τριάδας.
Στον Ευαγγελισμό, τόσο ο Αρχάγγελος Γαβριήλ όσο και οι υπόλοιποι άγγελοι ένιωσαν έκπληξη και θαυμασμό βλέποντας το μυστήριο της Ενανθρωπίσεως.
Η ενανθρώπηση του Θεού, όπου ο Υιός και Λόγος γίνεται άνθρωπος, ήταν ένα “εις αγγέλοις άγνωστον μυστήριο”, ένα μυστήριο που δεν ήταν γνωστό ούτε στους αγγέλους.
Η ενανθρώπηση του Θεού εγείρει ερωτήματα και προκαλεί σύγχυση, καθώς ο Θεός γίνεται άνθρωπος, υποτάσσεται στην ταπείνωση. Η ιδέα του Θεού που γίνεται άνθρωπος είναι παράδοξη και προκαλεί έκπληξη, ακόμη και στις ουράνιες δυνάμεις.
Το θαύμα της σαρκώσεως του Υιού και Λόγου του Θεού εγείρει το ερώτημα “Πώς ο Θεός γίνεται άνθρωπος;”
Ο υμνογράφος, θέτει την πανανθρώπινη απορία στα χείλη της Θεοτόκου, και αναπτύσσει τη δογματική διδασκαλία μέσα από ερωτοαποκρίσεις.
Η Άκρα Ταπείνωση
Ο Θεός καταδέχεται στην άκρα ταπείνωση. Αυτή η άπειρη ταπείνωση, όπου η αόρατη φύση γίνεται ορατή και ο απαθής πάσχει στη θεότητά Του, ήταν άγνωστη ακόμη και στους αγγέλους. Ο Ρωμανός ο Μελωδός, όπως αναφέρεται, τοποθετεί στα χείλη της Θεοτόκου την πανανθρώπινη απορία για το πώς είναι δυνατόν το παιδί της να πεθάνει και να ταφεί, και ταυτόχρονα να είναι αθάνατο. Φαίνεται πως και η ίδια η Θεοτόκος απορούσε για την παραδοξότητα και τη μεγάλη αντινομία της ενανθρωπήσεως. Ο Χριστός απαντά στην Θεομήτορα, επιβεβαιώνοντας τη θεολογία του πάθους: “σταυρωθέντα υπέρ ημών επί Ποντίου Πιλάτου και παθόντα και ταφέντα“.
Θεολογικές Προκλήσεις και Αιρέσεις
Αυτή η “σχοινοβασία” του νου και της πίστεως, στην προσπάθεια κατανόησης της Ενανθρωπήσεως, οδήγησε πολλούς στην απώλεια της ισορροπίας και στην εμφάνιση πλήθους αιρέσεων. Αυτές οι αιρέσεις εξέφραζαν την αδυναμία του νου να συνδυάσει την παντοδυναμία του Θεού με την άκρα ταπείνωση της ενανθρωπήσεως. Οι Αρειανοί, οι Θεοπασχίτες και οι Μονοφυσίτες ως παραδείγματα εκτροπών από την ορθόδοξη πίστη, με αφορμή το σκάνδαλο της ενανθρώπισης: πώς ο τέλειος Θεός μπορεί να γίνει άνθρωπος που υπόκειται σε πάθη και φθορά. Οι ορθολογιστές όλων των αιώνων δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν πλήρως την πίστη σε αυτό το μυστήριο.
Η Θεία Κένωση
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, εξηγούν την ένωση του Θεού με την ανθρώπινη φύση, τονίζοντας την ταπείνωση και την αγάπη του Θεού. Η θεία κένωση είναι η πράξη του Θεού να αδειάσει τον εαυτό Του από το μεγαλείο Του, από τη δόξα Του, και να ενωθεί με την ανθρώπινη φύση.
Ο Λόγος του Θεού «φορά τη σάρκα και την ψυχή» και ενώνεται με τον άνθρωπο πλην της αμαρτίας, καθαρίζοντας τον όμοιο με το όμοιό του. Ο ίδιος ο Λόγος του Θεού, περιγράφεται με πληθώρα αντιθετικών χαρακτηρισμών που υπογραμμίζουν την παραδοξότητα της ενανθρώπισης. Αυτός ο Λόγος πορεύεται προς την εικόνα του ανθρώπου και φορά τη σάρκα και την ψυχή, ενώνεται με την ανθρώπινη φύση.
Ο Χριστός όφειλε να ομοιάσει σε όλα με τους αδελφούς, για να γίνει ελεήμονας και πιστός αρχιερέας σε αυτά που αφορούν τον Θεό, ώστε να καλύψει τις αμαρτίες του λαού, όπως αναφέρεται στην προς Εβραίους επιστολή.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος χαρακτηρίζει αυτή την ένωση, στον λόγο του στα Θεοφάνεια (Λόγος 38), ως ένα “καινοφανές μείγμα” και “παράδοξη ένωση”, όπου Εκείνος που ήδη υπάρχει έρχεται σε ενυπόσταση και ο άκτιστος κτίζεται, ο αχώρητος χωρείται. Αυτό το μυστήριο εδράζεται στη θεολογική παρακαταθήκη του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος αναφέρει ότι “ου γαρ αγγέλοις υπέταξε την οικουμένην την μέλλουσαν”. Οι Πατέρες θεολογούν μένοντας συνεπείς στη θεία κένωση, το άδειασμα του Θεού από το μεγαλείο, τη δόξα και την παντοδυναμία Του. Ο απρόσιτος ως Θεός γίνεται προσιτός ως άνθρωπος και “συνδιάγεται”, βαδίζει μαζί μας, γίνεται “συνέκδημος” με τον άνθρωπο, συνυπάρχει με ενδιαφέρον. Ο Χριστός, “ως εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ’ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος”.
Η Ενανθρώπηση και η Σωτηρία
Το πρώτο θέλημα του Θεού ήταν να κατοικήσει και να συναναστραφεί με τους ανθρώπους, όπως αναφέρεται στην προφητεία του Βαρούχ.
Η Πύλη του Παραδείσου
Μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, η πόρτα του Παραδείσου είχε κλείσει και ο ίδιος ο Κύριος είχε τοποθετήσει έναν άγγελο με μια περιστρεφόμενη ρομφαία στην είσοδο.
Η ενανθρώπηση είναι κρίσιμη για τη Σωτηρία, καθώς ανοίγει την πύλη του Παραδείσου και φέρνει συμφιλίωση μεταξύ Θεού και ανθρώπων.
Εάν ο Χριστός δεν ελάμβανε την ανθρώπινη μορφή, η πόρτα της βασιλείας των ουρανών θα παρέμενε κλειστή. Με την Ανάληψή Του, ο Χριστός τοποθέτησε την ανθρώπινη φύση στα δεξιά του Θεού, δημιουργώντας μία καταλλαγή μεταξύ Θεού και ανθρώπων.
Η Ενανθρώπηση έγινε από αγάπη, για να θεραπεύσει τον άνθρωπο από τη φθορά της αμαρτίας. Η παντοδυναμία του Θεού εκφράζεται ως αδυναμία, ως κένωση και ένωση και όχι ως εξουσιαστική δύναμη.
Η Ενανθρώπηση βρίσκεται στο επίκεντρο των χαιρετισμών. Ο Χριστός υπέμεινε ακόμη και την εμπειρία της Θεοεγκαταλείψεως, φωνάζοντας “Ηλί Ηλί λαμά σαβαχθανί;”. Αυτή την ερώτηση την έκανε ως άνθρωπος. Ο Χριστός νίκησε τον θάνατο για χάρη μας, μπαίνοντας μέσα σε αυτόν. Η δύναμις του Θεού εν ασθενεία τελειούται. Μέσω της ενανθρώπησης, ανοίγει ο δρόμος προς τον Παράδεισο και έρχεται η ειρήνη μεταξύ ανθρώπου και Θεού. Η σωστή στάση απέναντι στον Θεό είναι αυτή της ταπεινοφροσύνης και της εμπιστοσύνης στην πρόνοιά Του.
Η Δύναμη στην Αδυναμία
Η παντοδυναμία του Θεού εκφράζεται μέσω της κένωσης και της ένωσης, με το κήρυγμα του σταυρικού θανάτου να είναι δύναμη για τους πιστούς και μωρία για τους απίστους. Η ενανθρώπηση είναι το κέντρο της σωτηρίας, όπου η δύναμη του Θεού εκφράζεται μέσα από την αδυναμία και την ταπείνωση.
Η έννοια της δύναμης του Θεού που εκδηλώνεται στην αδυναμία αναφέρεται πολλαπλώς στα κείμενα, τονίζοντας την παράδοξη φύση της θείας ενέργειας.
Το μυστήριο της ενανθρώπησης αποτελεί κεντρικό σημείο όπου η δύναμη του Θεού φαίνεται μέσα στην αδυναμία. Το “μέγα της Σης ενάνθρωπήσεως έργο” και το “θαύμα της σαρκώσεως του Υιού και λόγου του Θεού” υπογραμμίζουν πώς ο “απρόσιτο[ς] γαρ ως Θεός” γίνεται “προσιτό[ς] άνθρωπο[ς]”. Αυτή η ενανθρώπιση είναι ένα “καινούργιο και παράδοξο θαύμα” που σκανδάλισε πολλούς και οδήγησε στην εμφάνιση αιρέσεων. Οι αιρετικοί αδυνατούσαν να συνδυάσουν την “παντοδυναμία του Θεού με την άκραταπείνωση”.
Η θεολογία των Πατέρων απαντά ότι ο ίδιος ο Λόγος του Θεού, ο προαιώνιος, ο αόρατος, ο απερίληπτος, επέλεξε να ενωθεί με την ανθρώπινη φύση, παίρνοντας σάρκα και ψυχή. Αυτή η πράξη της “θείας κένωσης”, δηλαδή το “άδιασμα του Θεού από το μεγαλείο του, από τη δόξα του από την παντοδυναμία του”, είναι ένα θεμελιώδες στοιχείο της δύναμης του Θεού στην αδυναμία. Ο Χριστός, “εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλά εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος”.
Η ταπείνωση του Χριστού μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού, θεωρείται η υπέρτατη έκφραση αυτής της δύναμης στην αδυναμία. Παρότι ήταν τέλειος Θεός, ταπεινώθηκε και υπέμεινε τον πιο φρικτό και ταπεινωτικό θάνατο. Αυτή η θυσία δεν ήταν σημάδι αδυναμίας, αλλά μέσω αυτής της φαινομενικής αδυναμίας, ο Χριστός νίκησε τον θάνατο και άνοιξε τον δρόμο προς τον Παράδεισο.
Ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει το κήρυγμα για τον σταυρικό θάνατο του Χριστού ως “μωρία για αυτούς που χάνονται”, αλλά για τους πιστούς είναι “η δύναμη του Θεού”. Η σοφία του Θεού φανερώνεται μέσα από αυτό που ο κόσμος θεωρεί αδυναμία και μωρία.
Επιπλέον, η Αγία Γραφή τονίζει ότι η δύναμη του Θεού τελειοποιείται στην αδυναμία. Ο Θεός δεν σώζει με την επιβολή της παντοδυναμίας Του, αλλά μέσω της εθελούσιας ταύτισής Του με τον πόνο και την αδυναμία του ανθρώπου. Ο Χριστός γίνεται “συνδιάγοντα[ς]” και “συνοδυπορούντα[ς]” με τον άνθρωπο, υποφέροντας μαζί του και αγωνιζόμενος δίπλα του.
Συνολικά, η δύναμη του Θεού στην αδυναμία εκδηλώνεται κυρίως μέσω της ενανθρώπισης, της κένωσης και της θυσίας του Χριστού στον Σταυρό. Αυτό το παράδοξο αποτελεί το θεμέλιο της χριστιανικής πίστης και της σωτηρίας του ανθρώπου.
Η Αποφυγή Πειρασμού
Οι Ιουδαίοι ζητούν θαύματα και οι εθνικοί φιλοσοφικές αλήθειες, αλλά οι χριστιανοί κηρύττουν τον εσταυρωμένο Χριστό
Η φράση “ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου” σημαίνει μην βάζεις τον Θεό σε δοκιμασία, μην ενοχλείς, μην πειράζεις τον Θεό. Σημαίνει επίσης μην εκθέτεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο για να δοκιμάσεις τον Θεό και να πιστέψεις τάχα με χειροπιαστά γεγονότα ότι πράγματι σε αγαπάει και σε προστατεύει.
Η φράση αυτή αναφέρεται στην απάντηση του Χριστού στον δεύτερο πειρασμό του διαβόλου. Ο διάβολος προτρέπει τον Ιησού, αν είναι ο Υιός του Θεού, να πηδήξει στο κενό από την οροφή του Ναού του Σολομώντα, καθώς είναι γραμμένο ότι οι άγγελοι θα τον προστατεύσουν. Ο Ιησούς απαντά με το “ούκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου“.
Ο Απόστολος Ιάκωβος διδάσκει ότι ο Θεός δεν πειράζει κανέναν, αλλά κάθε άνθρωπος πειράζεται από τη δική του επιθυμία.
Ο πατέρας Παύλος μας εξηγεί ότι δεν πρέπει να εκθέτουμε τον εαυτό μας σε κίνδυνο με σκοπό να δοκιμάσουμε τον Θεό για να επαληθεύσουμε την αγάπη και την προστασία Του μέσω χειροπιαστών γεγονότων.
Για παράδειγμα κάποιοι πίστευαν ότι δεν θα κολλήσουν αρρώστιες μέσα στην εκκλησία, θεωρώντας ότι ο Θεός είναι υποχρεωμένος να τους προστατεύσει. Επισημαίνει ότι αν ο Θεός προστάτευε κατ’ αυτόν τον τρόπο, τότε θα καταργούνταν το αυτεξούσιο. Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση του ανθρώπου που πνίγεται και αρνείται βοήθεια περιμένοντας την άμεση επέμβαση του Θεού.
Ο Θεός βοηθά αυτούς που τον πιστεύουν και όχι αυτούς που τον πειράζουν. Ο Θεός δεν είναι υποχρεωμένος να κάνει ό,τι του ζητάμε επειδή πήγαμε στην εκκλησία ή ανάψαμε ένα κερί.
Η δύναμη του Θεού εκδηλώνεται μέσα από την ταπείνωση και την αγάπη, και όχι μέσα από την επιβολή ή την υποχρέωση να κάνει θαύματα κατ’ απαίτησή μας.
Ο Θεός είναι Μακρόθυμος, Ελεήμων και Πολυέλαιος και η πραγματική δύναμη του Θεού εκδηλώνεται ως αγάπη, ταπείνωση (κένωση) και ένωση με τον άνθρωπο, όχι ως επιδεικτική παντοδυναμία κατ’ απαίτηση.
Θεοεγκατάλειψη
Η ερώτηση του Ιησού στον σταυρό, “Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;”, ερμηνεύεται ως έκφραση της ανθρώπινης φύσης του Χριστού, δείχνοντας ότι ο Θεός δεν είναι απρόσιτος, αλλά συμμετέχει στην ανθρώπινη εμπειρία. Η θεοεγκατάλειψη είναι ένα κρίσιμο στοιχείο της ενανθρώπησης, όπου ο Θεός γίνεται άνθρωπος και βιώνει την ανθρώπινη αδυναμία.
Η Κραυγή στον Σταυρό
Πολλοί άνθρωποι ανά τους αιώνες απόρησαν και σκανδαλίστηκαν με το γεγονός ότι ο Ιησούς, στην πιο κρίσιμη στιγμή της ζωής Του, φώναξε και έκανε αυτή την ερώτηση. Η κραυγή αυτή ήταν: «Ηλί Ηλί λαμά σαβαχθανί;».
Σύμφωνα με τα κείμενα, αυτή είναι η πρώτη φορά που ο Κύριος μιλάει εβραϊκά και κανείς δεν τον καταλαβαίνει. Η κοινή γλώσσα την εποχή του Χριστού ήταν τα αραμαϊκά.
Η φράση μεταφράζεται ως «Θεέ μου Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;». Σημειώνεται πως η ακριβής διατύπωση μπορεί να είναι «ηλί ηλί λαμά» ή «λιμά», ανάλογα. Επιπλέον, γίνεται αναφορά στην αραμαϊκή γλώσσα («τα ραμα») ως τη γλώσσα που μιλούσε ο Χριστός με τους μαθητές Του και οι άνθρωποι γύρω Τους εκείνη την εποχή, παρόλο που τα αρχαία ελληνικά είχαν έναν ρόλο αντίστοιχο με τα αγγλικά σήμερα. Τα εβραϊκά, μετά τη βαβυλωνιακή αιχμαλωσία, είχαν σε μεγάλο βαθμό χαθεί από τους Εβραίους και πλέον διαβάζονταν κυρίως στις συναγωγές από τις γραφές, θεωρούμενα ως η γλώσσα του Θεού.
Ερμηνεία της Κραυγής
Τα κείμενα τονίζουν ότι αυτή την ερώτηση ο Ιησούς την έκανε ως άνθρωπος, όχι ως Θεός. Ενώ νωρίτερα, κατά τη διάρκεια της προσευχής Του, ομολογούσε στον Πατέρα ότι είναι έτοιμος, λέγοντας «πλην μη το θέλημά μου αλλά το σών γεννέσθω».
Ο Άγιος Επιφάνιος, επίσκοπος Σαλαμίνος της Κύπρου, δίνει μια ερμηνεία. Σύμφωνα με αυτήν, η Θεότητα επρόκειτο να τελειώσει τα πάντα κατά το μυστήριο της Σταύρωσης, και μαζί με την ψυχή του Χριστού να κατέβει στα κατώτατα μέρη (στον Άδη), ώστε να εργαστεί τη σωτηρία των ψυχών των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης που βρίσκονταν εκεί, όπως οι Άγιοι Πατριάρχες.
Κατά τον Άγιο Επιφάνιο, η κίνηση αυτή από την πλευρά της ανθρώπινης φύσης του Χριστού εκφράστηκε με την ερώτηση προς την Θεότητα: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;». Αυτή η φωνή ήταν απαραίτητη για να εκπληρωθούν και όσα είχαν προφητευτεί για τον Άδη σύμφωνα με την ανθρώπινη αντίληψη για αυτόν. Σκοπός ήταν, παρόλο που ο άρχοντας του Άδη και ο θάνατος θέλησαν να κρατήσουν τον άνθρωπο αγνοώντας την κρυμμένη θεότητα στην ψυχή του Χριστού, τελικά ο Άδης να χειραγωγηθεί και ο θάνατος να καταλυθεί, εκπληρώνοντας το γραμμένο: «Ου κατέλείψεις την ψυχήν μου εις Άδην, ουδέ δώσεις τον όσιόν σου ιδείν διαφθοράν» (Ψαλμός).
Ο Χριστός νίκησε τον θάνατο μπαίνοντας μέσα σε αυτόν, γνωρίζοντας την εμπειρία της «μεγάλης Παρασκευής» του ανθρώπου.
Σύγχρονες Προσεγγίσεις
Ένας σύγχρονος δυτικός σχολιαστής, όπως αναφέρεται, επιγραμματικά διατυπώνει ότι ακριβώς έτσι πραγματοποιήθηκε το θέλημα του Πατρός, επειδή ο Χριστός μπήκε σε αυτόν τον δρόμο και εισήλθε κατά συνέπεια στη δική μας κατάσταση εγκατάλειψης από τον Θεό. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός κατέβηκε στον Άδη, η ψυχή του Ιησού κατέβηκε στον Άδη μαζί με την Θεότητα πάντα ενωμένη, συνεχίζοντας το διδακτικό Του έργο. Εκείνη τη στιγμή, δημιουργείται ένας διαχωρισμός μεταξύ του Παραδείσου και του Άδη, και ο Χριστός παίρνει μαζί Του όσους επρόκειτο να πάρει, δηλαδή όσους θα πίστευαν στο κήρυγμά Του.
Ο Θεός και το Κακό
Έχουμε τον Χριστό, «Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν», απέναντι στο κακό.
Σχετικά με το ερώτημα τι κάνει ο Θεός για το κακό στον κόσμο, οι αληθινοί ευσεβείς απαντούν ότι το υποφέρει μαζί με το πλάσμα του και αγωνίζεται για να νικήσει δίπλα τους. Ο Χριστός μένει αήττητος εν φύσει νικωμένη, όπως μας πληροφορεί ο Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός. Γι’ αυτό, η σιωπή του Θεού και όχι η παντοδυναμία Του είναι η απάντηση στα ανθρώπινα δεινά, καθώς η δύναμή Του τελειοποιείται στην αδυναμία («η δύναμής μου εν ασθενεία τελείται»). Παρά την τρομερή εμπειρία της θεοεγκατάλειψης, το Ευαγγέλιο διαβεβαιώνει ότι δεν είμαστε μόνοι μας, διότι έχουμε τον Χριστό, που είναι Θεού δύναμις και Θεού σοφία, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος στους Κορινθίους. Ο Χριστός εμφαίνεται ως ομοιοπαθής, ο οποίος υπέφερε και τάφηκε οικειοθελώς, και είναι συνδιάγοντας και συνοδυπορούντας με τον άνθρωπο, μέχρι την πιο εξευτελιστική λεπτομέρεια του ανθρωπίνου βίου, μέχρι τον αφανισμό της βιολογικής μας υπάρξεως. Η φράση «τον απρόσιτον γαρ ως Θεός εθεώρη πάσι προσιτόν άνθρωπο ημίν μεν συνδιάγοντα» υπογραμμίζει αυτή τη συνεχή παρουσία και συνοδοιπορία του Χριστού με τον άνθρωπο. Συνδιάγοντας σημαίνει συνοδοιπορούντας, αυτός που περπατάει μαζί μας, συνοδηπόρος, συνέκδυμος, αυτός που βαδίζει δίπλα μας και συνυπάρχει με ενδιαφέρον.
Συνοψίζοντας, η εμπειρία της θεοεγκατάλειψης στον Σταυρό, όπως αποτυπώνεται στα κείμενα, αποτελεί μια ανθρώπινη κραυγή αγωνίας και φαινομενικής εγκατάλειψης από την πλευρά της ανθρώπινης φύσης του Χριστού. Ωστόσο, θεολογικά ερμηνεύεται όχι ως πραγματική εγκατάλειψη από τη Θεότητά Του, η οποία παρέμεινε ενωμένη, αλλά ως η πλήρης και οικειοθελής ταύτιση του Θεού με την ανθρώπινη εμπειρία του πόνου, της φθοράς και ακόμη και της αίσθησης απουσίας του Θεού. Αυτή η ταύτιση οδηγεί τελικά στη νίκη επί του θανάτου και στην ελπίδα της σωτηρίας για τον άνθρωπο.
Παρά την αίσθηση μοναξιάς ή εγκατάλειψης που μπορεί να βιώσει ο άνθρωπος, η πίστη διαβεβαιώνει την συνεχή παρουσία και συμπαράσταση του Θεού. Ο Θεός πάντα συμπαραστέκεται και υποφέρει μαζί με το πλάσμα του απέναντι στο κακό.
Γιατί κάνουν θαύματα τα Τίμια Λείψανα των Αγίων μας;
Τα λείψανα των Αγίων είναι θαυματουργά για τον εξής λόγο: όπως το σώμα του Κυρίου παρέμεινε ενωμένο με τη θεότητα στον τάφο και η ψυχή του ενωμένη με τη θεότητα στον Άδη, έτσι και οι άγιοι, μετά την κοίμησή τους, έχουν το σώμα τους ενωμένο με τον Θεό. Αυτή η διαρκής ένωση των λειψάνων των Αγίων με τον Θεό είναι ο λόγος για τον οποίο έχουν τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος και για αυτό θαυματουργούν.
Εν κατακλείδι
Οι χαιρετισμοί της τρίτης στάσης αποκαλύπτουν την πολυπλοκότητα και το μυστήριο της ενανθρώπησης, δείχνοντας την ταπεινότητα, την αγάπη, και την πρόνοια του Θεού. Η κατανόηση αυτών των πτυχών ενισχύει την πίστη και την εμπιστοσύνη των πιστών στην πρόνοια του Θεού, ενθαρρύνοντας μια στάση ταπεινοφροσύνης και εμπιστοσύνης στην αγάπη και μακροθυμία Του.