Με Μια Ματιά
Φιλιόκβε (Filioque) σημαίνει και “εκ του Υιού”. Ο Πάπας άλλαξε το Πιστεύω και ενώ στην πραγματικότητα το Άγιο Πνεύμα προέρχεται μόνο εκ του Πατρός, οι Ρωμαιοκαθολικοί ισχυρίζονται ψευδώς ότι προέρχεται και εκ του Υιού (στα λατινικά filioque)
Επί Πάπα Ιωάννη Παύλου και Πάπα Φρανκίσκου, οι Ρωμαιοκαθολικοί εντεταλμένοι στον Οικουμενικό Διάλογο (δες και Οικουμενισμός), φάνηκαν διαλλακτικοί σε αυτό το θέμα, και απήγγειλαν στις συμπροσευχές το Σύμβολο της Πίστεως χωρίς την προσθήκη “εκ του Υιού”. Επιμένουν όμως στο Πρωτείο Δικαιοδοσίας του Πάπα και στο Αλάθητο, θέσεις κάθετα αντίθετες στην Πίστη του Χριστού.
Ο Άγιος Νεκτάριος για το Φιλιόκβε
Ο Άγιος Νεκτάριος καταλήγει στο καίριο συμπέρασμα ότι η ενότητα των Εκκλησιών προϋποθέτει την κοινή ομολογία πίστεως, η οποία θα αναθερμάνει την αγάπη και τη σύμπνοια, κορυφωνόμενη στη Θεία Λατρεία. Η πραγματική ενότητα δεν επιβάλλεται, αλλά ταυτίζεται με την κοινή πίστη και την μυστηριακή κοινωνία. Η αποκατάσταση της εκκλησιαστικής κοινωνίας δεν είναι δυνατή, χωρίς προηγουμένως να υπάρξει κοινή πίστη μέσα στο πλαίσιο της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας ως ομολογία και ως βίωμα.
Η Ανατολική Εκκλησία, αν και μπορεί να εφαρμόσει Οικονομία ως προς τα ήθη και τις συνήθειες, οφείλει να παραμείνει και να επιμείνει στην ακεραιότητα της πίστης.
Η Προσθήκη του Φιλιόκβε: Βασική Αιτία του Σχίσματος κατά τον Άγιο Νεκτάριο
Κατά τη θεολογική θεώρηση του Αγίου Νεκταρίου, η προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως αναδεικνύεται σε έναν από τους καίριους και σοβαρότερους λόγους που οδήγησαν στη θλιβερή διαίρεση της Μίας Εκκλησίας. Ο Άγιος Νεκτάριος αναλύει το ζήτημα αυτό διεξοδικά από ιστορικής πλευράς
Η Σύνδεση με την Έλλειψη Αγάπης και η Ευθύνη της Ρώμης
Ο Άγιος Νεκτάριος αποδίδει το Σχίσμα σε δύο παράγοντες: την «ἐν τῷ Συμβόλῳ προσθήκη» και την έλλειψη αγάπης. Την ευθύνη για αμφότερους αυτούς τους παράγοντες την καταλογίζει ευθέως στη Ρωμαϊκή Εκκλησία. Ενώ η έλλειψη αγάπης, η οποία προϋποθέτει κατανόηση, σεβασμό και αποδοχή, δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος μεταξύ των χριστιανών και δεν άφησε περιθώρια συνεννόησης, υποχώρησης και αλληλοπεριχώρησης, η προσθήκη αποτέλεσε το καίριο δογματικό ζήτημα.
Η Δογματική Σημασία και η Σταθερότητα της Ανατολικής Εκκλησίας
Το ζήτημα της προσθήκης αναγνωρίζεται ως θεμελιώδες δόγμα, του οποίου η αμφισβήτηση δεν επιτρέπει περιθώρια. Η Ανατολική Εκκλησία, παραμένοντας προσηλωμένη στην Αποστολική Παράδοση, υπεραμύνθηκε του ιερού Συμβόλου Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως, το οποίο διατυπώθηκε από την Α΄ και Β΄ Οικουμενική Σύνοδο και παρέμενε αναλλοίωτο.
Η Ανατολή θεωρούσε οποιαδήποτε αλλοίωση στα δόγματα ή προσθήκη στο Σύμβολο ως παραχάραξη της Πίστεως. Ο ιερός Πατήρ τονίζει ότι η οποιαδήποτε προσθήκη δεν δικαιολογείται για κανέναν λόγο, καθώς η Εκκλησία είχε ήδη αποφανθεί για την πίστη της μέσω οκτώ Οικουμενικών Συνόδων, καμία από τις οποίες δεν είχε αλλάξει το παραμικρό στο Σύμβολο, εκτός από τη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία το είχε συμπληρώσει. Ο δογματικός χαρακτήρας του Συμβόλου δεν επιτρέπει καμία ερμηνευτική προσθήκη.
Η Ανατολική Εκκλησία επέδειξε θαυμαστή συγκατάβαση κατά τις ενωτικές προσπάθειες (π.χ. Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας), περιορίζοντας το αίτημά της για την ένωση μόνο στην αφαίρεση της προσθήκης από το ιερό Σύμβολο. Αυτή η στάση αντιπαραβάλλεται με την «παπική αγερωχία» και την «αμετάπειστη γνώμη» της Δύσης.
Επιπλέον, ο Πέτρος Αντιοχείας, σε επικοινωνία με τον Μιχαήλ Κηρουλάριο, κατά την έναρξη της διακοπής των σχέσεων, χαρακτήρισε την προσθήκη στο Σύμβολο «ὡς κακόν καί κακῶν κάκιστον».
Η Άρνηση των Συνόδων και ο Αναθεματισμός της Προσθήκης
Ο Άγιος Νεκτάριος δίνει μεγάλη σημασία στην Η΄ Οικουμενική Σύνοδο (επί Φωτίου), η οποία επικύρωσε τον όρο των Α΄ και Β΄ Οικουμενικών Συνόδων και περιφρούρησε την ομολογία της πίστεως. Ο Μέγας Φώτιος, με αποφασιστική στάση, αναθεμάτισε τους τολμώντες να προσθέσουν οτιδήποτε στο Σύμβολο.
Σε αυτή τη Σύνοδο, ακόμη και οι λεγάτοι του Πάπα Ιωάννη Η΄ εξέφρασαν την άποψη ότι δεν πρέπει να καινουργηθεί άλλος όρος και ότι ο αρχαίος όρος πρέπει να αναγνωριστεί και να επιβεβαιωθεί. Αυτή η στάση του Πάπα, που πειθάρχησε στο κύρος της Οικουμενικής Συνόδου, έρχεται σε αντίθεση με τις μεταγενέστερες αξιώσεις του παπισμού.
Η Σύνδεση Φιλιόκβε με το Παπικό Πρωτείο και το Αλάθητο
Ο Άγιος Νεκτάριος τονίζει εμφατικά ότι η προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως είναι άμεσα συνδεδεμένη με άλλες καινοτομίες της Δύσης. Η προσθήκη, όπως και το δόγμα του Αλαθήτου και άλλα νεοεισαχθέντα δόγματα, απορρέει από την κακοδοξία του παπικού πρωτείου.
Ο Πάπας σφετερίζεται το αλάθητο των Οικουμενικών Συνόδων και το δικαίωμα να αποφαίνεται αφ’ εαυτού ακόμη και για θέματα πίστεως, ανάγοντας τις θεωρίες του σε δόγματα της Εκκλησίας. Η φιλοδοξία των Παπών και η προσπάθειά τους για εξασφάλιση πολιτικής και θρησκευτικής επικυριαρχίας στον χώρο της Δύσης θεωρούνται η ρίζα αυτού του νεωτερισμού.
Η εμμονή της Δύσης σε καινοτομίες ξένες προς την Αγία Γραφή και η αμετάπειστη γνώμη της έθεταν εν αμφιβόλω οποιαδήποτε προοπτική προσέγγισης των Εκκλησιών.
Ιστορικές Πιέσεις και Υποχωρήσεις της Ανατολής
Ο Άγιος Νεκτάριος αναφέρεται στις περιπτώσεις όπου εκπρόσωποι της Ανατολής αναγκάστηκαν, λόγω εξωτερικών πιέσεων και ταπεινωτικών υποχωρήσεων, να απαγγείλουν το Σύμβολο με την προσθήκη.
Στη Σύνοδο της Λυών, οι εκπρόσωποι της Ανατολικής Εκκλησίας, υποκύπτοντας σε πιέσεις εκ μέρους του Αυτοκράτορα Μιχαήλ, αναγκάστηκαν να απαγγείλουν το Σύμβολο με την προσθήκη. Αντιθέτως, η Ανατολική Εκκλησία παρέμενε στο βάθος πάντοτε ορθόδοξη, έχοντας πλήρη συναίσθηση της παραβίασης της Παράδοσης και της αλήθειας. Οι εξωτερικές πιέσεις τους εξανάγκαζαν σε ταπεινωτικές εθνικές και εκκλησιαστικές υποχωρήσεις, αλλά εφεύρισκαν μηχανισμούς διαφυγής ώστε να μη γίνουν αρνητές των θείων αληθειών.
Η Προσθήκη ως Παραβίαση της Παράδοσης και των Συνόδων
Ο Άγιος Νεκτάριος υπογραμμίζει ότι η προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως αναιρεί την πιστότητα της Εκκλησίας στα δογματισθέντα των Οικουμενικών Συνόδων. Η Παράδοση της Εκκλησίας, η οποία περιλαμβάνει κάθε προφορική ή γραπτή διδασκαλία, έχει ίσο κύρος και αξία. Η αλλοίωση της Παράδοσης ως προς τον τρόπο τέλεσης των θείων μυστηρίων ή τον τρόπο πρόσληψής τους από τη Δυτική Εκκλησία, αποτελεί σοβαρή προσβολή της Παράδοσης.
Η Παράδοση είναι η ψυχή της Εκκλησίας, και η αλλοίωσή της ισοδυναμεί με απόρριψη των παραδεδομένων από τον Χριστό. Αν οι νεωτερισμοί παραβαίνουν επιπλέον και τους κανόνες των Συνόδων, καταλήγουν σε αίρεση.