Η Ιστορία του Αγίου Μανδηλίου
Η ιστορία του Ιερού Μανδηλίου, γνωστού και ως “Αχειροποίητη Εικόνα” ή “Ιερά Εικών”, είναι ένα από τα πλέον συναρπαστικά κεφάλαια της χριστιανικής παράδοσης.
Η Ονομασία: Μανδήλιον ή Μανδύλιον;
Συχνά υπάρχει σύγχυση ως προς την ονομασία του κειμηλίου, καθώς συναντάμε τόσο τον όρο “Μανδήλιον” όσο και “Μανδύλιον”. Η διαφορά έγκειται στην ετυμολογία των λέξεων:
“Μανδήλιον” προέρχεται από το λατινικό “mantile”, που σημαίνει πετσέτα ή μαντήλι. Αυτή η ονομασία είναι η πιο διαδεδομένη στην Ορθόδοξη Εκκλησία.
“Μανδύλιον“, από την άλλη, προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό “μανδύας”, που αναφέρεται σε ένα είδος ιματίου. Χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά, αλλά συναντάται κι αυτή σε κάποια εκκλησιαστικά κείμενα.
Και οι δύο ονομασίες, ωστόσο, αναφέρονται στο ίδιο αντικείμενο: το ύφασμα που φέρει την αχειροποίητη εικόνα του Χριστού.
Ο Άβγαρος και η Ασθένειά του
Κατά την επίγεια ζωή του Ιησού, ο Άβγαρος, βασιλιάς της Έδεσσας της Μεσοποταμίας, βασανιζόταν από λέπρα και αρθρίτιδα. Ήταν τόσο σοβαρή η κατάστασή του, ώστε δεν μπορούσε να ταξιδέψει. Ακούγοντας για τα θαύματα του Ιησού, η ελπίδα άναψε στην καρδιά του.
Η Επιστολή του Άβγαρου στον Ιησού
Ο Άβγαρος έγραψε μια επιστολή προς τον Ιησού, εκφράζοντας τον θαυμασμό του για τα θαύματα που επιτελούσε. Θεωρούσε τον Ιησού είτε Υιό Θεού είτε τον ίδιο τον Θεό. Στην επιστολή του, ικετεύει τον Ιησού να έρθει στην Έδεσσα για να τον θεραπεύσει. Του προσφέρει μάλιστα άσυλο από τις διώξεις των Ιουδαίων, υποσχόμενος ειρήνη και ασφάλεια στην Έδεσσα.
Η Αποστολή του Ανανία
Για να μεταφέρει την επιστολή του στον Ιησού, ο Άβγαρος επέλεξε τον Ανανία, τον αρχειοφύλακά του. Ο Ανανίας ήταν έμπειρος ζωγράφος, και ο Άβγαρος του έδωσε μια δεύτερη, σημαντική αποστολή: να φιλοτεχνήσει ένα πορτρέτο του Ιησού.
Η Άφιξη στην Ιερουσαλήμ και η Αδυναμία Απεικόνισης
Ο Ανανίας έφτασε στην Ιερουσαλήμ και βρήκε τον Ιησού να διδάσκει, περικυκλωμένος από πλήθος κόσμου. Προσπάθησε να Τον ζωγραφίσει, αλλά η θεία μορφή του Ιησού “άλλαζε θεωρίαν”, δυσκολεύοντάς τον να αποτυπώσει τα χαρακτηριστικά Του.
Το Θαύμα της Αχειροποίητης Εικόνας
Η αδυναμία του Ανανία να απεικονίσει τον Ιησού οδήγησε στο θαύμα της Αχειροποίητης Εικόνας. Υπάρχουν δύο εκδοχές για το πώς ακριβώς συνέβη αυτό:
- Ο Ιησούς νίφθηκε και σκούπισε το πρόσωπό Του με ένα μανδήλι (ή ύφασμα), στο οποίο αποτυπώθηκε θαυματουργά η μορφή Του. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, το ύφασμα αυτό ήταν τετράδιπλο.
-
Ο Ιησούς παρέδωσε στον Ανανία ένα τετράδιπλο ύφασμα, στο οποίο είχε αποτυπωθεί η μορφή Του. Αυτή η εκδοχή αναφέρεται σε πηγές όπου ο Ανανίας δυσκολεύεται να ζωγραφίσει τον Ιησού επειδή η μορφή του φαινόταν διαφορετική κάθε φορά που τον κοιτούσε.
Η δημιουργία του Αγίου Μανδηλίου θεωρείται θαύμα καθώς έγινε “χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση”.
Η Επιστροφή του Ανανία στην Έδεσσα
Ο Ανανίας επέστρεψε στην Έδεσσα, φέρνοντας στον Άβγαρο το Άγιο Μανδήλιο.
Η Θεραπεία του Άβγαρου
Ο Άβγαρος, μόλις αντίκρυσε το Άγιο Μανδήλιο, προσκύνησε με ευλάβεια. Ακούμπησε το Μανδήλιο σε διάφορα μέρη του σώματός του και θεραπεύτηκε από την επώδυνη αρρώστια του. Μόνο ένα μικρό σημάδι λέπρας παρέμεινε στο μέτωπό του. Πίστεψε αμέσως στον Ιησού και ανεγνώρισε τη θεϊκή Του δύναμη.
Η Άφιξη του Αποστόλου Θαδδαίου
Μετά την Ανάληψη του Χριστού, όπως είχε υποσχεθεί, έστειλε τον Απόστολο Θαδδαίο στην Έδεσσα. Ο Απόστολος Θαδδαίος κήρυξε το Ευαγγέλιο στους κατοίκους της πόλης. Βάπτισε τον Άβγαρο και όλους τους οικείους του, ολοκληρώνοντας τη θεραπεία του. Κατά την έξοδό του από την κολυμβήθρα, το τελευταίο ίχνος λέπρας εξαφανίστηκε από το μέτωπο του Άβγαρου.
Η Τιμή του Αγίου Μανδηλίου
Γεμάτος ευγνωμοσύνη για τη θεραπεία του και την αποκάλυψη της αλήθειας, ο Άβγαρος τίμησε το Άγιο Μανδήλιο. Το τοποθέτησε σε μια κόγχη πάνω από την κεντρική πύλη της Έδεσσας, αντικαθιστώντας ένα άγαλμα που βρισκόταν εκεί. Έγραψε στην εικόνα: “Χριστέ ο Θεός, ο εις σε ελπίζων ουκ αποτυγχάνει ποτέ”. Επιπλέον, εξέδωσε διάταγμα που υποχρέωνε όλους τους εισερχόμενους στην πόλη να προσκυνούν πρώτα την Εικόνα του Χριστού.
Η Αποστασία του Εγγονού και η Απόκρυψη του Μανδηλίου
Η ευλάβεια προς το Άγιο Μανδήλιο διατηρήθηκε μέχρι το τέλος της ζωής του Άβγαρου και του υιού του.
Ο εγγονός του Άβγαρου, ωστόσο, αποστάτησε από την χριστιανική πίστη. Ήθελε να καταστρέψει την Εικόνα και να επαναφέρει την ειδωλολατρική λατρεία, στήνοντας ένα “δαιμονικό” άγαλμα στην πύλη της πόλης.
Ο επίσκοπος της Έδεσσας, προειδοποιημένος από θεία αποκάλυψη, πήρε μέτρα για να προστατεύσει το Άγιο Μανδήλιο. Έκρυψε την Εικόνα σε μια κοιλότητα (“θόλον”) πάνω από την πύλη, αφού άναψε μπροστά της ένα λύχνο και την σκέπασε με μια κεραμίδα. Έκλεισε την κοιλότητα με πλίνθους και ασβέστη, ώστε να μην είναι ορατή.
Η Εύρεση του Μανδηλίου
Το Άγιο Μανδήλιο παρέμεινε κρυμμένο για αιώνες. Το 544 μ.Χ., ο Πέρσης βασιλιάς Χοσρόης πολιόρκησε την Έδεσσα. Ο επίσκοπος Ευλάβιος, ενώπιον του κινδύνου, είδε σε όραμα (“θείαν αποκάλυψιν”) το σημείο όπου ήταν κρυμμένο το Μανδήλιο. Οδήγησε τους κατοίκους της πόλης στο σημείο αυτό και άνοιξαν την κοιλότητα.
Ω του θαύματος! Βρήκαν το Άγιο Μανδήλιο άθικτο, και ο λύχνος έκαιγε ακόμα. Στην κεραμίδα που είχε τοποθετηθεί μπροστά από το λυχνάρι είχε αποτυπωθεί ένα ομοίωμα της Αχειροποίητης Εικόνας.
Τα Θαύματα κατά την Πολιορκία
Η εύρεση του Αγίου Μανδηλίου ένισε το θάρρος των κατοίκων της Έδεσσας, οι οποίοι πίστεψαν στη θαυματουργή δύναμή του. Πράγματι, η Εικόνα έσωσε την πόλη από τους Πέρσες, μέσω μιας σειράς θαυμάτων:
Ο επίσκοπος Ευλάβιος, κρατώντας την Εικόνα, έριξε λάδι από τον λύχνο στη φωτιά που είχαν ετοιμάσει οι Πέρσες για να καταλάβουν την πόλη. Η φωτιά μετατράπηκε σε μια φοβερή έκρηξη που αφάνισε τους Πέρσες.
Ξαφνικά, ο άνεμος άλλαξε κατεύθυνση και έστρεψε τις φλόγες της πυρκαγιάς που είχαν οι ίδιοι οι Πέρσες ανάψει έξω από τα τείχη της πόλης εναντίον τους.
Έτσι, η Έδεσσα σώθηκε από την πολιορκία, χάρη στη θαυματουργή δύναμη του Αγίου Μανδηλίου.
Η Μεταφορά στην Κωνσταντινούπολη
Το 944 μΧ ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ρωμανός Α’ Λεκαπηνός έστειλε πρεσβευτές στην Έδεσσα, με σκοπό να μεταφέρει το Άγιο Μανδήλιο στην Κωνσταντινούπολη. Ήθελε να προσθέσει αυτό το ιερό κειμήλιο στους θησαυρούς της Βασιλεύουσας.
Για να πείσει τον Αμιρά της Έδεσσας να του παραδώσει το Μανδήλιο, ο Ρωμανός Α’ προσέφερε πλούσια δώρα: 12.000 αργυρά νομίσματα, απελευθέρωση 200 Σαρακηνών αιχμαλώτων και την υπόσχεση ότι τα βυζαντινά στρατεύματα δεν θα επιτίθονταν ξανά στις περιοχές των Σαρακηνών.
Ο Αμιράς δέχθηκε την πρόταση του Ρωμανού. Οι επίσκοποι Σαμοσάτων και Εδέσσης, μαζί με άλλους ευσεβείς χριστιανούς, παρέλαβαν το Άγιο Μανδήλιο και την επιστολή του Ιησού προς τον Άβγαρο και ξεκίνησαν το ταξίδι τους προς την Κωνσταντινούπολη. Καθ’ οδόν έγιναν πολλά θαύματα, μαρτυρία της χάριτος που συνόδευε την Αχειροποίητη Εικόνα.
Στις 16 Αυγούστου 944 μ.Χ., το Άγιο Μανδήλιο έφτασε μεγαλοπρεπώς στην Κωνσταντινούπολη. Τοποθετήθηκε στον ναό της Παναγίας του Φάρου, στα βασιλικά ανάκτορα, όπου έγινε αντικείμενο ευλάβειας και προσκυνήματος.
Η Εξαφάνιση του Αγίου Μανδηλίου
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, το 1204, τα ίχνη του Αγίου Μανδηλίου χάνονται. Η τύχη του ιερού κειμηλίου παραμένει άγνωστη, τροφοδοτώντας διάφορες θεωρίες.
Θεωρίες για την Τύχη του Μανδηλίου
Κάποιες από τις πιθανές εξηγήσεις για την εξαφάνιση του Αγίου Μανδηλίου είναι:
- Ίσως καταστράφηκε κατά την λεηλασία της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους.
- Ίσως βρισκόταν ανάμεσα στα λείψανα που αγόρασε ο βασιλιάς της Γαλλίας Λουδοβίκος Θ’ το 1247. Τα λείψανα αυτά, ωστόσο, καταστράφηκαν κατά την Γαλλική Επανάσταση.
- Κάποιοι πιστεύουν ότι το Άγιο Μανδήλιο ταυτίζεται με την Σινδόνη του Τορίνο. Η ομοιότητα του αρνητικού της φωτογραφίας της Σινδόνης με εικονογραφικές απεικονίσεις του Μανδηλίου ενισχύει αυτήν την άποψη. Ωστόσο, η ταύτιση αυτή αμφισβητείται.
- Άλλοι μελετητές αναφέρουν ότι ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Ε ο Παλαιολόγος δώρισε το Άγιο Μανδήλιον στον Γενοβέζο στρατηγό Leonardo Montaldo που τον βοήθησε ενάντια στοτς Τούρκους.
Η Τιμή του Αγίου Μανδηλίου στην Ορθόδοξη Εκκλησία
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, το Άγιο Μανδήλιο τιμάται με διάφορους τρόπους:
- Απεικονίζεται πάνω από την Ωραία Πύλη, την κεντρική πύλη του Ιερού Βήματος, θυμίζοντας στους πιστούς την παρουσία του Χριστού.
- Θυμιάζεται κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, ως ένδειξη σεβασμού και τιμής.
- Συχνά μεταφέρεται σε λιτανείες, δίνοντας στους πιστούς την ευλογία να έρθουν σε επαφή με την ιερή εικόνα.
Άγιο Μανδήλιον. Γιορτή
Η γιορτή του Αγίου Μανδηλίου είναι στις 16 Αυγούστου
Άγιο Μανδήλιον. Απολυτίκιο
Ήχος β’.
Την άχραντον Εικόνα σου, προσκυνούμεν αγαθέ, αιτούμενοι συγχώρησιν των πταισμάτων ημών, Χριστέ ο Θεός, βουλήσει γάρ ηυδόκησας σαρκί, ανελθείν εν τώ Σταυρώ, ίνα ρύση ούς έπλασας, εκ της δουλείας του εχθρού· όθεν ευχαρίστως βοώμέν σοι, Χαράς επλήρωσας τα πάντα, ο Σωτήρ ημών, παραγενόμενος εις το σώσαι τον κόσμον.

Άγιο Μανδήλιο. Κάθισμα
Ήχος α. Τον τάφον σου Σωτήρ
Εδέσσης βασιλεύς, Βασιλέα των όλων, ου σκήπτρα και στρατόν, αλλά πλήθη θαυμάτων, τώ λόγω προφέροντα, επιγνούς σε ικέτευε, τον θεάνθρωπον, του προς αυτόν αφικέσθαι· Εκμαγείον δέ, ως σου ορών ανεβόα· Θεός σύ και Κύριος.
Άγιο Μανδήλιο. Στιχηρά
Ήχος β. Ποίοις ευφημιών
Ποίοις οι γηγενείς όμμασιν εποψόμεθά σου την εικόνα; ην τα των Αγγέλων στρατεύματα, βλέπειν αδεώς, ου δεδύνηνται, θεϊκώ φωτί αστραπτομένην· απαίρει γάρ από γης απίστων σήμερον, και πόλιν προς Βασιλίδα και λαόν ευσεβή, επιδημεί θεία νεύσει, ής περ τη εισόδω, επευφραίνονται Βασιλείς, προσπίπτοντες ταύτη, μετά φόβου Χριστέ και πίστεως.
Ήχος β
Ποίαις οι χοϊκοί ψαύσομεν, της Εικόνος σου Λόγε παλάμαις; οι ῥερυπωμένοι τοις πταίσμασι, του αναμαρτήτου Θεού ημών; οι εν μολυσμοίς, του απροσίτου; Καλύπτει τα Χερουβίμ τας όψεις τρέμοντα, ου φέρει τα Σεραφίμ οράν την δόξαν σου, φόβω δουλεύει σοι κτίσις. Μη ούν κατακρίνης αναξίως σου την μορφήν, Χριστέ την φρικτήν, ασπαζομένους ημάς εκ πίστεως.
Ήχος β
Πάλιν Δεσποτικής πάρεστι, πανηγύρεως θεία ημέρα· ο γάρ εν υψίστοις καθήμενος, νύν ημάς σαφώς επεσκέψατο, διά της σεπτής αυτού Εικόνος, ο άνω τοις Χερουβίμ ών αθεώρητος, οράται διά γραφής οίς περ ωμοίωται. Πατρός αχράντω δακτύλω, μορφωθείς αρρήτως, καθ’ ομοίωσιν την αυτού· ην πίστει και πόθω, προσκυνούντες αγιαζόμεθα.
Άγιο Μανδήλιο. Κανόνας
υπό του Αγίου Γερμανού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως
Σης εκσφράγισμα Σώτερ όψεως σέβω.
Ωδή α’
Ειρμός. Ως εν ηπείρω πεζεύσας.
Σωματικώς μορφωθήναι το καθ’ ημάς, ο το πρίν ασώματος, ευδοκία πατρική, μη απανηνάμενος μορφής, εχαρίσατο ημίν θείον Εκτύπωμα.
Η απαράλλακτος φύσις ο του Πατρός, όρος ακριβέστατος, την βροτείαν υπελθών, σάρκα ιδιώματα εν γή, καταλέλοιπεν ημίν εις ουρανούς ανελθών.
Σαλευομένην απάτη του δυσμενούς, την κληρονομίαν σου, εδικαίωσας Χριστέ, τοις σεπτοίς σου πάθεσιν αυτήν, εδραιώσας, και μορφής τώ εκτυπώματι.
Θεοτοκίον
Εκ των αγνών σου λαγόνων υπερφυώς, σάρκα δανεισάμενος, ο το είναι παρασχών, πάσι Παναμώμητε βροτοίς, καθωράθη, ουκ εκστάς ού ην το πρότερον.
Ωδή γ
Ειρμός. Ουκ έστιν Άγιος ως σύ.
Καταστολή των αρετών, περιέδησας Σώτερ, την σεπτήν Εκκλησίαν, κινήσας βασιλικήν, καρδίαν συνασπισμόν, εκζητήσαι σου το αφομοίωμα.
Συλήσαι θέλων τα καλά, και χρόνω μειώσαι, ο του φθόνου γεννήτωρ, χερσί βεβήλοις αυτά, περέδωκεν αναιδώς, αλλ’ ηλέγχθη, μάτην λογιζόμενος.
Φαιδρώς ηγάλλετο ποτέ, ο Δαυίδ προχορεύων, Κιβωτού της αγίας, και νύν ο σκήπτρα λαχών, ιθύνειν βασιλικά, πλέον χαίρει, θείω εκτυπώματι.
Θεοτοκίον
Ῥιζόθεν πάσαν εκτεμείν, του προπάτορος θέλων, ο Υιός σου Παρθένε, φυείσαν παρακοήν, εκ της γαστρός σου αγνή, προσλαμβάνει, όλον το ανθρώπινον.
Ωδή δ’
Ειρμός. Χριστός μου δύναμις.
Απανιστάμενον, της προς ανίσχοντα, και προς την ημετέραν το ιερόν, Σώτερ εκμαγείόν σου· νύν ο θεόφρων Βασιλεύς, πλησιάσαν υποδέχεται.
Γλυκύ μέν ήλιος, αυγάζων όμμασι, γλυκυτέρα δε όψις η σή Χριστέ, του αφομοιώματος, ότι ο μέν τα αισθητά, αύτη δε τα νοητά φωταυγεί.
Ισχύς εξέλιπεν, Ισμαηλίτιδος, δεξιάς· τώ γάρ όπλω τώ του Σταυρού, πάσαν την περίβολον, ο κραταιόφρων Βασιλεύς, την αυτής εις γην κατέβαλεν.
Θεοτοκίον
Συντηρηθήναί σου, την πόλιν Άχραντε, ασινή εξ εφόδου βαρβαρικής, πρέσβευε δεόμεθα· ίδε γάρ οία κατ’ αυτής, οι αλάστορες τεκταίνουσιν.
Ωδή ε’
Ειρμός. Τώ θείω φέγγει σου.
Μικρά σοι πόλις υποδοχήν, πρώην κατηυτρέπιζε Χριστέ, ην η Θαδδαίου επέλευσις, νόσων απαλλάττει, και της χειρός σου γραφήν, και θείον απεικόνισμα του προσώπου σου.
Αι των χαρίτων σου δωρεαί, υπερεπληθύνθησαν Χριστέ· ά γάρ το πρώην η Έδεσσα, εγκολπωσαμένη ενεκαυχήσατο, η Νέα δεχομένη Ῥώμη αγάλλεται.
Θεοτοκίον
Στήσον Παρθένε των δυσμενών, τας επαναστάσεις τας πυκνάς· λύσον αυτών τα βουλεύματα, τη κληρονομία τη σή βοήθησον· οράς γάρ απειρήκαμεν ταις κακώσεσιν.
Ωδή ς’
Ειρμός. Συνεσχέθη.
Ωραιώθης, κάλλει παρά πάντας, Σώτερ τους υιούς των βροτών· κάν γάρ ουκ είδος είχες, ουδέ κάλλος εν καιρώ του πάθους, αλλά τώ όντι πάντα κατεφώτιζες, και δηλοί σου της μορφής η θέα, ής το ομοίωμα, ῥάκει εκτυπωθέν, ώσπερ θησαυρός ημίν δεδώρηται.
Της ισχύος, προσαφαιρεθείσα, των Αγαρηνών η πληθύς, ώσπερ εξ αλλοφύλων, κιβωτόν, Ισραηλίτη νέω, το του προσώπου νύν προσέτι δέδωκεν, εκμαγείόν σου Χριστέ και δόξαν, ην προσεκτήσατο· ουδέ γάρ θεμιτόν, Άγια προσεπιρρίπτεσθαι.
Θεοτοκίον
Εκ χειρός σου, Σώτερ της ισχύος, νύν υπεξέλιπον εγώ, αλλά τας μάστιγάς σου, αποστήσας απ’ εμού πρεσβείαις, της απειράνδρως Λόγε κυησάσης σε, μη τώ κλύδωνι της αμαρτίας καταποντίζεσθαι, και δεινώς ναυτιάν, μόνε λυτρωτά εγκαταλίπης με.
Σ Υ Ν Α Ξ Α Ρ Ι Ο Ν
Τη αυτή ημέρα, ανάμνησις της εισόδου της αχειροτεύκτου Μορφής του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, εκ της Εδεσσηνών πόλεως, εις ταύτην τήν θεοφύλακτον και Βασιλίδα των πόλεων ανακομισθείσης.
Στίχοι
Εν σινδόνι ζών εξεμάξω σήν θέαν,
Ο νεκρός εισδύς έσχατον την σινδόνα.
Ωδή ζ’
Ειρμός. Οι παίδες εν Βαβυλώνι.
Ῥήματι μέν πάσαν νόσον, Λόγε Θεού εφυγάδευσας, επί γης ενδημών, αλλά θώκους προς πατρικούς ανερχόμενος, διά του Εκτυπώματος, θεραπεύεις τας νόσους ημών.
Ο κτίσας λόγω τα πάντα, και μορφωθείς το αλλότριον, της ιδίας μορφής, καταλέλοιπεν ημίν ιδιώματα, άπερ υποδεχόμενοι, εν χαρά ευφραινόμεθα.
Ψυχής εξ όλης ζητήσας, της σής ιδέας εκσφράγισμα, ο πιστός Βασιλεύς ως εζήτησεν, ούτως έτυχε Κύριε, κατάλληλον ευράμενος, θείου πόθου το πλήρωμα.
Θεοτοκίον
Ελύθη της καταδίκης, της παλαιάς το ανθρώπινον, τη κυήσει τη σή· σε γάρ μόνην πλατυτέραν ευράμενος, των ουρανών Πανάμωμε, ο Θεός κατεσκήνωσεν.
Ωδή η’
Ειρμός. Νόμων πατρώων.
Ώσπερ εν όψει, σε τον Κύριον, ελπίζων ενδημήσαι πάς ο της πόλεως, λαός έκκριτος υπάντησιν, θαυμαστήν σοι ποιείται, Αρχιερέων θείον επαγόμενος χορόν, ών επ’ ώμων οχούμενος, και προς κληρονομίαν, εισβαλών την οικείαν Οικτίρμον, εν τώ της Μητρός σου, κατέπαυσας τεμένει.
Στόματα παίδων, των ακάκων σε, προς την προφητοκτόνον πόλιν οδεύοντα, υμνολόγουν, αλλ’ η άνομος, συναγωγή Εβραίων, φονώσαν χείρα, ώπλιζε λυττώσα κατά σού· νύν δε πόλις η έννομος, πανδημεί προχυθείσα, ως οίά σε τον Κτίστην ορώσα, χαίρει δεχομένη τον τύπον της μορφής σου.
Θεοτοκίον
Σάρκα φορέσαι προελόμενος, της του Πατρός, μεγάλης βουλής ο Άγγελος, εν νηδύϊ σου Πανάχραντε, ετελεσιουργήθη, και σε Μητέρα κάτω, απεγράψατο σεμνή, και φθαρείσαν εκαίνισε την βροτείαν ουσίαν, όν πάντες ευλογούμεν ως Κτίστην, και υπερυψούμεν εις πάντας τους αιώνας.
Ωδή θ’
Ειρμός. Ξενίας δεσποτικής.
Εξέμηνε κατά σού, λαός ασύνετος Σώτερ, και αντ’ ευεργεσίας, σοί τα ανήκεστα, τολμηρώς επανετείνετο, αλλ’ ημείς οι μακράν απωσθέντες, τοις σοίς πάθεσι Σώτερ υιοθετήθημεν.
Βοήθειαν κατ’ εχθρών, τοις ευσεβέσι παράσχου, και πιστοίς βασιλεύσιν, ότι τα σύμβολα της σαρκός σου, ώσπερ άμαχον φρούριον, Δέσποτα κεκτημένοι, δι’ αυτών αφορώσι την σωτηρίαν αυτών.
Θεοτοκίον
Ωράθη τοις επί γής, σωματοφόρος ο Λόγος, διπλούς κατά την φύσιν εκ σου Πανάμωμε, αντιδόσει της Θεότητος, υποστάσει μια αφύρτως, ενωθείς τώ φυράματι, όν δοξάζομεν.