Η Έννοια της Εικόνας στην Ορθόδοξη Θεολογία και Αγιογραφία
Στην Ορθόδοξη θεολογία, η εικόνα κατέχει μια ιδιαίτερη θέση, καθώς συνδέεται άρρηκτα με τη διδασκαλία περί της ενσάρκωσης του Θεού Λόγου. Η εικόνα δεν είναι απλώς μια αναπαράσταση, αλλά μέσο χάριτος και κοινωνίας με το εικονιζόμενο πρόσωπο.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός έλεγε ότι οι Εικόνες είναι ισάξιες θεολογικά με τα Πατερικά Κείμενα.
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης μεταφέρει την ορολογία περί εικόνας από το επίπεδο της θεολογίας στην ανθρωπολογία, εξηγώντας τη σύνδεση μεταξύ θεολογίας, χριστολογίας και κτισιολογίας. Η κτισιολογία είναι η διδασκαλία σχετικά με τη δημιουργία, τον κόσμο και τη σχέση τους με τον Θεό. Η κτισιολογία δηλαδή εξετάζει τη δημιουργία του κόσμου από τον Θεό, τη φύση του δημιουργημένου κόσμου και τη θέση του ανθρώπου μέσα σε αυτόν.
Ο Ιωσήφ Βρυένιος δεν αφήνει καμία αμφιβολία και κανένα περιθώριο παρεξηγήσεως των θέσεών του, στον Λόγο Περί της Ομοουσίου Τριάδος:
και τις ζωγράφοις νεμεσάν, ότι μη τον σαρκωθέντα μόνον Υιόν, αλλά και τον Πατέρα και το Πνεύμα διαμορφούσιν τοις χρώμασιν… αλλά ουκ έστι βλάσφημα ταύτα, ούδ’ ανάξια Θεού άπαγε.
Απεικονίσεις του Αγίου Πνεύματος και η σημασία τους
Η απεικόνιση του Αγίου Πνεύματος ως περιστερά είναι ένα θεμελιώδες στοιχείο στην Ορθόδοξη εικονογραφία, με βαθιές δογματικές και συμβολικές ρίζες. Η τέχνη εκφράζει τη δογματική διδασκαλία της θέσης του Αγίου Πνεύματος στην Αγία Τριάδα. Ο καλλιτέχνης αποδίδει την ανάλογη θέση στο Άγιο Πνεύμα όταν ζωγραφίζει τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
Μορφές Απεικόνισης
Το Άγιο Πνεύμα μπορεί να απεικονιστεί με διάφορους τρόπους:
Περιστερά: Η πιο κοινή μορφή απεικόνισης.
Πύρινες Γλώσσες και “Πνοή”: Κατά την Πεντηκοστή το άγιο Πνεύμα κατέβηκε στους Αποστόλους κι εμφανίστηκε εν είδει Πύρινων Γλωσσών και σαν Πνοή.
Ανθρωπομορφικές προσωποποιήσεις: Άλλες μορφές απεικόνισης.
Γεωμετρικά σχήματα: Άλλες μορφές απεικόνισης.
Βάπτιση του Κυρίου
Στα Θεοφάνεια Ιωάννης ο Βαπτιστής είδε το Άγιο Πνεύμα να κατέρχεται ως περιστερά.
Αλλά αυτή δεν είναι η μοναδική φορά. Το Άγιο Πνεύμα εμφανίστηκε ξανά με μορφή περιστεράς στον Αγιογράφο Άγιο Αλύπιο στη Λαύρα του Κιέβου.
Τελικά τι είναι κοροϊδία;
Δυστυχώς κάποιοι που μοιάζει να νοσταλγούν την Εικονομαχία και είναι προφανώς πλανεμένοι, κοροϊδεύουν την απεικόνιση του Αγίου Πνεύματος με μορφή περιστεριού.
Το ίδιο ακριβώς έκανε κι ένας (ψεύδο) Επίσκοπος από την Περσία, ο Ξεναΐας, περί τον 6ο αιώνα, χαρακτηρίζοντας ψεύτες και ανόητους σαν νήπια όσους εικόνιζαν έτσι το Πανάγιο Πνεύμα.
Ο αιρετικός Ξεναΐας έλεγε: “Δεν είναι θεμιτό να δίνουμε σωματική μορφή σε άυλους αγγέλους, ούτε να τους απεικονίζουμε σε ανθρώπινες μορφές και να τους αποδίδουμε σώμα, ούτε να πιστεύουμε ότι η εικόνα που δημιουργείται μέσω της Γραφής αποδίδει τιμή ή δόξα στον Χριστό· γνωρίζουμε ότι μόνο η προσκύνηση εν πνεύματι και αλήθεια είναι αποδεκτή από αυτόν. Και, επιπλέον, γνωρίζουμε ότι είναι νηπιώδους λογικής να πλάθουμε το πανάγιο και προσκυνητό Πνεύμα σε είδωλο περιστεράς· και τα ευαγγελικά γράμματα δεν αναφέρουν πουθενά ότι το Άγιο Πνεύμα έγινε περιστερά, αλλά ότι εμφανίστηκε κάποτε με τη μορφή περιστεράς· και αυτό έγινε για οικονομικούς λόγους, όχι ουσιώδεις, και επομένως δεν αρμόζει στους ευσεβείς να κάνουν είδωλο του σώματος κάτι που εμφανίστηκε μόνο μια φορά”.
Διαφωνούσε δηλαδή ο αιρετικός Ξεναΐας με το ίδιο το Ευαγγέλιο που μας παρέδωσε ότι το Άγιο Πνεύμα εμφανίστηκε με τη μορφή περιστεράς και επέμενε να θεωρεί αυτή την απεικόνιση ως νηπιώδη!
Ο Πατριάρχης Ταράσιος και η Ζ Οικουμενική Σύνοδος ανέφεραν ξεχωριστά την περίπτωση του Ξεναΐα και τον αναθεμάτισαν αυτόν και τις απόψεις του μαζί με τους υπόλοιπους εικονομάχους!
Αυτές τις αιρετικές θέσεις απέρριψε και ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς στον Ζ Αντιρρητικό Λόγο, συμφωνώντας (φυσικά) πλήρως με τις απόψεις της Ζ Οικουμενικής Συνόδου ότι πρέπει να αγιογραφούμε τις προφητικές οράσεις και τα οράματα.
Δεν υπάρχει κανείς που να έχει θεολογήσει ή να έχει συλλάβει την ιδέα ότι το Άγιο Πνεύμα κατέχει αιώνια την μορφή της Περιστεράς. Και λέει: “Ο Υιός, γεννημένος από τον Πατέρα από την αρχή, έχει την φυσική ακτίνα της θεότητας, η οποία δεν είναι μεταγενέστερη στην ύπαρξη, ούτε λαμβάνει δόξα, και η δόξα της θεότητας γίνεται δόξα του σώματος”.
Πώς, λοιπόν, ο Ησαΐας είδε έναν υψηλό και υπερήφανο Θρόνο, ο Ιεζεκιήλ άρματα, και ο Βαπτιστής με τη μορφή περιστεράς το ίδιο το Πνεύμα; Ίσως θα έλεγες ότι εμείς θα σε ρωτήσουμε, εσένα που προηγουμένως δήλωσες ότι κάθε αισθητή εμφάνιση φωτός είναι πλάνη και κάθε μορφή που εμφανίζεται είναι κακοτεχνία του εχθρού; Πώς, λοιπόν, οι προφήτες και αυτοί που έχουν τη χάρη είδαν σε μορφές και τύπους, όπως και εσύ τώρα πάλι ομολόγησες; Και αφού είπες ότι η φωτεινή καρδιά βλέπει τέτοια πράγματα, πώς η καρδιά βλέπει μορφές και τύπους, και τη μορφή μιας περιστεράς και γλωσσών;
Εμείς γνωρίζουμε και πιστεύουμε, έχοντας μυηθεί στους πατερικούς λόγους, ότι όχι μόνο με την καρδιά αλλά και με τα μάτια, κάποτε, είδαν οι προφήτες, οι απόστολοι, και πολλοί από τους αγίους που ήρθαν μετά από αυτούς, όχι μόνο τέτοια πράγματα, αλλά και πολύ υψηλότερα από αυτά. Και αν κάποιος ρωτήσει πώς τα είδαν, θα πούμε μαζί με τον Άγιο Χρυσόστομο ότι “δεν ξέρουμε, αλλά αν κάποιος θέλει να μάθει πώς τα είδαν, ας γίνει και αυτός προφήτης, γιατί αυτά γίνονται γνωστά μέσω της εμπειρίας”. Γι’ αυτό, και εμείς, όταν μιλάμε για το θείο φως, αναγκασμένοι από αυτούς που αντιτίθενται, μιλάμε με λόγια πίστης, ότι τα είδαν με άλλα μάτια, όχι με την αντιληπτική μας δύναμη, αλλά ότι τα είδαν μέσω του Πνεύματος. Γιατί αυτά τα λόγια δεν είναι της φυσικής ακολουθίας, αλλά της πίστης.
Επιπλέον, γνωρίζοντας αυτά τα άρρητα θεάματα, τα ερμηνεύουμε θεοπρεπώς, κατανοώντας από αυτά μια υψηλότερη σκέψη. Γιατί δεν είναι πραγματικά ένας λέων ή ένας ταύρος στον ουρανό, ούτε μια γλώσσα ή μια περιστερά το Άγιο Πνεύμα, πριν ή μετά από μια τέτοια εμφάνιση.
Εσύ, όμως, που συγκαταλέγεις το σώμα του Χριστού σε αυτά, μοιάζεις με κάποιον που φαντάζεται ότι ο Κύριος εμφανίστηκε ως άνθρωπος, αλλά δεν έγινε πραγματικά τέτοιος, ούτε υπάρχει τώρα στον ουρανό τέτοιος· ούτε και το Πνεύμα παραμένει τώρα περιστερά
Κι όμως υπάρχουν και σήμερα κάποιοι Χριστιανοί που επαναλαμβάνουν τα ίδια με τον αιρετικό Ξεναΐα, παρά τις ξεκάθαρες αποφάσεις της Ζ Οικουμενικής Συνόδου. Τα γράφει το Ευαγγέλιο, τα αποφάσισε η Οικουμενική Σύνοδος, τα εξήγησαν οι Άγιοι Πατέρες, κι όμως κάποιοι επιμένουν στο ίδιο λάθος μέχρι και σήμερα. Και για να παρασύρουν κι άλλους στις πλάνες τους, προσπαθούν να μπλέξουν τις κατά συγκατάβαση εμφανίσεις με την Θεία Ουσία.
Συμβολισμός και Σημασία
Η ανάγκη να διακριθεί η Θεία Ουσία από τις συμβολικές εμφανίσεις του Θεού είναι υψίστης σημασίας. Φυσικά και ο άνθρωπος δεν μπορεί να συλλάβει την Ουσία του Θεού. Αλλά επιτρέπεται η απεικόνιση των μορφών με τις οποίες ο Θεός ευδόκησε να εμφανιστεί σε Προφήτες και Αγίους.
Μια θεολογική διάκριση μεταξύ της φυσικής και της μιμητικής εικόνας είναι σημαντική για το ζήτημα των εικόνων. Για αυτή την διάκριση έγραψε και ο Μέγας Βασίλειος στο έργο “Περί του Αγίου Πνεύματος”.
Το κλειδί για την εφαρμογή της θεολογίας της φυσικής εικόνας στην τεχνητή ήταν το κοινό θεμελιώδες χαρακτηριστικό: η ομοιότητα με το πρωτότυπο που εικονίζουν.
Παρά τη διαφορά στο περιεχόμενο της ομοιότητας (ουσιαστική στην φυσική, μορφική στην τεχνητή), η θεμελιώδης ρήση του Μ. Βασιλείου: «η τιμή της εικόνας διαβαίνει στο πρωτότυπο» χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη σχέση της τεχνητής εικόνας με το εικονιζόμενο πρωτότυπό της.
Ο Μέγας Βασίλειος, αναφερόμενος στην ενδοτριαδική σχέση, χρησιμοποιεί το παράδειγμα του βασιλιά και της εικόνας του. Η τιμή που αποδίδεται στην εικόνα του βασιλιά διαβαίνει στον ίδιο τον βασιλιά, διότι δεν πρόκειται για δύο διαφορετικούς βασιλείς αλλά για έναν και τον ίδιο. Όπως η ομοιότητα «κατά την μορφή» ενοποιεί τον βασιλιά και την εικόνα του σε μια πραγματικότητα, έτσι και η ομοιότητα ανάμεσα στον Πατέρα και τον Υιό ενοποιεί τα δύο θεία πρόσωπα «κατά την κοινή φύση τους». Γι’ αυτό και στις δύο περιπτώσεις, η τιμή της εικόνας μεταβαίνει στο πρωτότυπό της.
Η Αγία Τριάδα μπορεί λοιπόν να εικονιστεί με σχήματα και συμβολικές εικόνες που ο Θεός επέλεξε να φανερώσει τον εαυτό του.