Άγιος Κύριλλος ο πατριάρχης Αλεξανδρείας. Βίος
Ο Άγιος Κύριλλος γεννήθηκε περίπου το 375 ή 380 μ.Χ. Από νεαρή ηλικία, τέθηκε υπό την προστασία του θείου του, Θεόφιλου, ο οποίος ήταν αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας. Ο Θεόφιλος φρόντισε ώστε ο Κύριλλος να λάβει ολοκληρωμένη μόρφωση στη ρητορική, τη φιλοσοφία και, κυρίως, στην Αγία Γραφή, την οποία ο Κύριλλος γνώριζε σχεδόν απ’ έξω.
Ο Άγιος Κύριλλος, κληρονόμος της παράδοσης της Σχολής της Αλεξάνδρειας, αφιέρωνε πολύ χρόνο στη συγγραφή ερμηνευτικών έργων, σχολιάζοντας την Παλαιά Διαθήκη και αναγνωρίζοντας σε αυτήν το “Μυστήριο του Χριστού”. Αυτή η αντίληψη για τον Χριστό ως σκοπό του Νόμου και των Προφητών θα καθοδηγούσε τη ζωή του.
Στην ηλικία των 18 ετών, ο Κύριλλος στάλθηκε από τον θείο του στην έρημο της Νιτρίας για να συμπληρώσει την εκπαίδευσή του με ασκητική εμπειρία. Μετά από πέντε χρόνια, περίπου το 399 μ.Χ, επέστρεψε στην Αλεξάνδρεια και έθεσε την παιδεία του στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Ο Θεόφιλος τον εμπιστεύτηκε με τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής, τον ενέταξε στον κλήρο και τον προόριζε για διάδοχό του. Το 403 μ.Χ ο Κύριλλος συνόδευσε τον θείο του στην Κωνσταντινούπολη και παρευρέθηκε στη σύνοδο της Δρυός, η οποία κατέληξε στην άδικη καταδίκη του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο Κύριλλος αρνιόταν να μνημονεύσει το όνομα του Χρυσοστόμου στα δίπτυχα, περισσότερο λόγω της πίστης του στη μνήμη του θείου του παρά από δογματική διαφωνία. Τελικά, μετά από παροτρύνσεις του Ισιδώρου του Πηλουσιώτη, και μετά από ένα όραμα της Θεοτόκου, στην οποία εμφανίστηκε και ο Χρυσόστομος, ο Κύριλλος συμφώνησε να αποκαταστήσει το όνομά του. Το 417 μ.Χ, έγινε ένθερμος υποστηρικτής της τιμής του Χρυσοστόμου.
Πρώτα Χρόνια και Ανάληψη Πατριαρχίας
Ο Άγιος Κύριλλος ήταν ανιψιός του Θεόφιλου, Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας. Διαδέχθηκε τον θείο του στον θρόνο της Αρχιεπισκοπής Αλεξανδρείας το έτος 415, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Θεοδοσίου του Μικρού, παρά τις αντιδράσεις των υποστηρικτών του αρχιδιακόνου Τιμοθέου. Ο Άγιος Κύριλλος, με τον δυναμικό του χαρακτήρα και τον ζήλο του για την υπεράσπιση της αλήθειας, αφοσιώθηκε στην ενίσχυση της ενότητας της Εκκλησίας, η οποία βρισκόταν σε άνθηση, αλλά απειλούνταν από διάφορες αιρετικές ομάδες. Κήρυττε την αγάπη για την αληθινή Πίστη και έλαβε αυστηρά μέτρα κατά των σχισματικών Νοβατιανών, οι οποίοι προσείλκυαν Ορθόδοξους λόγω της αυστηρότητας του βίου τους. Έκλεισε τους ναούς τους και απαγόρευσε στον επίσκοπό τους να ασκεί τα καθήκοντά του. Για την καταπολέμηση των υπολειμμάτων της ειδωλολατρίας, μετέφερε τα λείψανα των Αγίων Κύρου και Ιωάννη από την Αλεξάνδρεια στο ειδωλολατρικό τέμενος της Μένουθις, κοντά στην Κανώπη, το 414 μ.Χ.
Στην Αλεξάνδρεια υπήρχε μια σημαντική εβραϊκή κοινότητα που συχνά προκαλούσε αναταραχές. Μετά από βίαια επεισόδια, ο Κύριλλος κάλεσε τους Εβραίους ηγέτες, τους επέπληξε και τους απείλησε. Εκείνοι, για να εκδικηθούν, διέσπειραν ψευδείς φήμες για πυρκαγιά στον ναό του Αγίου Αλεξάνδρου, με αποτέλεσμα να συγκεντρωθεί πλήθος Χριστιανών και να σφαγιαστούν πολλοί.
Λόγω της αδράνειας του έπαρχου Ορέστη, ο οποίος ήταν φιλικά προσκείμενος στους Εβραίους, ο Κύριλλος προχώρησε στην απέλασή τους και μετέτρεψε τις συναγωγές τους σε ναούς. Έτσι, η εβραϊκή κοινότητα της Αλεξανδρείας έπαψε να υφίσταται.
Σύγκρουση με τον Έπαρχο Ορέστη
Οι σχέσεις του Αγίου Κυρίλλου με τον Έπαρχο Ορέστη ήταν τεταμένες. Ο Ορέστης φέρεται να έδειχνε εύνοια προς τους Εβραίους, γεγονός που οδήγησε σε περαιτέρω ένταση με τον Άγιο Κύριλλο.
Μια ομάδα 500 μοναχών από την Νιτρία, υποστηρικτές του Κυρίλλου, επιτέθηκαν στον Ορέστη, με αποτέλεσμα την σύλληψη ενός μοναχού, του Αμμώνιου, και τον θάνατο του κατά τα βασανιστήρια.
Η Υπατία και η δολοφονία της από φανατικό όχλο
Σε αυτό το κλίμα έντασης, μια ανεξέλεγκτη ομάδα φανατικών δολοφόνησε την Υπατία, μια ενάρετη φιλόσοφο που έχαιρε μεγάλη εκτίμηση στην πόλη και φερόταν να μεσολαβούσε ανάμεσα στον Κυρίλλο και στον Ορέστη. Η δολοφονία της Υπατίας έγινε ενώ ο Άγιος Κύριλλος απουσίαζε από την Αλεξάνδρεια. Στις επιστολές που είχαν ανταλλάξει η Υπατία είχε εκδηλώσει το ενδιαφέρον της να γίνει Χριστιανή.
Καταπολέμηση του Νεστοριανισμού
Το 428 μ.Χ, ο πρεσβύτερος Νεστόριος, γνωστός για την ευγλωττία και την αυστηρότητα του βίου του, εκλέχθηκε πατριάρχης Κωνσταντινούπολης. Η εκλογή του έγινε δεκτή με ενθουσιασμό, αλλά σύντομα ο Νεστόριος άρχισε να κάνει προκλητικές δηλώσεις σχετικά με την Ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού. Σύντομα άρχισε να διαδίδει αίρεση, αρνούμενος τον όρο “Θεοτόκος” για την Παναγία και υποστηρίζοντας ότι ο Χριστός ήταν απλώς ένας θεοφόρος άνθρωπος.
Ο Νεστόριος, υιοθετώντας τη θεολογία της Σχολής της Αντιόχειας, προσπάθησε να δώσει μια λογική ερμηνεία στην Ενανθρώπηση, χωρίς όμως να έχει τις απαραίτητες έννοιες για να εξηγήσει την ένωση των δύο φύσεων. Εισήγαγε την ιδέα της διττότητας υποκειμένου μεταξύ του Λόγου του Θεού και του Χριστού, υποστηρίζοντας ότι η Παρθένος Μαρία δεν ήταν “Θεοτόκος”, αλλά μόνο “Χριστοτόκος”. Διακήρυσσε ότι δεν μπορούσε να πει κανείς ότι “ο Θεός γεννήθηκε από την Παρθένο”, αλλά ότι απλά “ενώθηκε με εκείνον (τον άνθρωπο) που γεννήθηκε και πέθανε”. Ουσιαστικά, ο Νεστόριος έβλεπε στον Χριστό έναν υποδειγματικό άνθρωπο, θεοφόρο, και όχι τον Θεάνθρωπο, πηγή σωτηρίας. Παρόλο που δεν μιλούσε για δύο “πρόσωπα” στον Χριστό, επιτιθόταν στη χρήση για την Παναγία του όρου “Θεοτόκος”. Μάλιστα, ένας από τους μαθητές του, ο επίσκοπος Δωρόθεος, αναθεμάτισε όσους χρησιμοποιούσαν αυτόν τον όρο, συμπεριλαμβανομένων των Πατέρων της Εκκλησίας.
Ο Άγιος Κύριλλος αντέδρασε άμεσα, υπερασπιζόμενος την Ορθόδοξη πίστη. Έγραψε επιστολές προς τον Νεστόριο, τον κλήρο της Κωνσταντινούπολης, τον αυτοκράτορα, τον Πάπα Κελεστίνο, άλλους Πατριάρχες, επισκόπους, ηγεμόνες, άρχοντες, ερημίτες και μοναχούς.
Στην πασχαλινή του επιστολή το 429 μ.Χ, ο Άγιος Κύριλλος τόνισε ότι η Παρθένος γέννησε τον Ενανθρωπήσαντα Υιό του Θεού και επομένως έπρεπε να ονομάζεται Θεοτόκος. Στη συνέχεια, έστειλε στον Νεστόριο μια επιστολή νουθέτησης, ζητώντας του να δεχτεί τον όρο αυτό. Μετά την άρνηση του Νεστορίου, ο οποίος μάλιστα διέσπειρε συκοφαντίες κατά του Κύριλλου, ο τελευταίος αποφάσισε να υπερασπιστεί την αλήθεια, δηλώνοντας “έτοιμος να υποφέρει τα πάντα, μέχρι θανάτου”.
Απευθύνθηκε στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’, στη σύζυγό του και στις αδελφές του με μια πραγματεία περί ορθής πίστης, και έστειλε στον Πάπα Ρώμης, Κελεστίνο, μια έκθεση για τις πλάνες του Νεστορίου. Ο Πάπας συγκάλεσε σύνοδο στη Ρώμη, η οποία καταδίκασε τις αιρετικές θέσεις του Νεστορίου. Στη συνέχεια, ανέθεσε στον Κύριλλο να εκτελέσει την απόφαση εναντίον του Νεστορίου, αν εκείνος αρνιόταν να τις ανακαλέσει εντός δέκα ημερών. Παράλληλα, ο Κύριλλος συγκάλεσε σύνοδο των επισκόπων της Αιγύπτου, η οποία συνέταξε έκθεση του χριστολογικού δόγματος και καταδίκασε 12 προτάσεις του Νεστορίου.
Στα απολογητικά του συγγράμματα κατά του Νεστορίου, ο Κύριλλος, πιστός στην Αγία Γραφή και στους Πατέρες της Συνόδου της Νικαίας, υπογράμμιζε την ενότητα του μυστηρίου του Χριστού, τονίζοντας ότι από τη σύλληψή Του, ο Κύριος ένωσε την ανθρώπινη και τη θεία φύση. Στην ένωση αυτή έβλεπε την αλληλεπίδραση των ιδιωμάτων της κάθε φύσης στην ενιαία υπόσταση του Σωτήρα. Έτσι, ο Κύριλλος υποστήριζε ότι ο Χριστός, έχοντας εγκαινιάσει έναν νέο τρόπο ύπαρξης, θεανθρώπινο, στο σώμα Του, την Εκκλησία, μας δίνει ζωή από τη σάρκα Του, η οποία έγινε “σάρκα του Λόγου”.
Ο Νεστόριος, με την υποστήριξη της αυτοκρατορικής εξουσίας, προσπάθησε να επιβάλει τις ιδέες του στην Κωνσταντινούπολη με βίαια μέτρα. Ο κλήρος ζήτησε από τον Θεοδόσιο να συγκαλέσει Οικουμενική Σύνοδο, αλλά ο Νεστόριος τον πείσε να γίνει σύνοδος στην Έφεσο για να κριθεί ο Κύριλλος.
Ο Άγιος Κύριλλος και ο Νεστόριος έφτασαν στην Έφεσο, αλλά η άφιξη του αρχιεπισκόπου Αντιοχείας Ιωάννη, τον οποίο ο Νεστόριος είχε κερδίσει με το μέρος του, καθυστέρησε. Στις 22 Ιουνίου 431 μ.Χ o αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β’ συγκάλεσε την Τρίτη Οικουμενική Σύνοδο στην Έφεσο. Η σύνοδος άρχισε χωρίς τον Ιωάννη, με πρόεδρο τον Κύριλλο, ο οποίος εκπροσωπούσε τον Πάπα.
Η Σύνοδος καθαίρεσε τον Νεστόριο (που είχε αρνηθεί να παραστεί) και επιβεβαίωσε τον όρο “Θεοτόκος”. Ο λαός υποδέχτηκε θριαμβευτικά την απόφαση.
Ωστόσο, ο Αρχιεπίσκοπος Αντιόχειας Ιωάννης, υποστηρικτής του Νεστορίου, συγκάλεσε αντίθετη σύνοδο, καθαιρώντας τον Κύριλλο.
Η Οικουμενική Σύνοδος κατέληξε σε μια σύγκρουση μεταξύ των δύο πλευρών. Ο Θεοδόσιος, παραπληροφορημένος, διέταξε τη σύλληψη του Κύριλλου και του Μέμνονα, επισκόπου Εφέσου, ενώ κήρυξε τον Νεστόριο αιρετικό και διέλυσε τη σύνοδο.
Ο Νεστόριος εξορίστηκε στη Λιβύη το 435 μ.Χ, όπου και πέθανε. Η Εκκλησία είχε διχαστεί, με αλληλοκατηγορίες, σχίσματα και ταραχές, σε μια εποχή που η Αυτοκρατορία χρειαζόταν ενότητα. Στις δύσκολες διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν, ο Κύριλλος, έχοντας επιστρέψει στην Αλεξάνδρεια, έδειξε ταπεινοφροσύνη και μετριοπάθεια.
Παρόλο που ανασκεύασε τα συγγράμματα του Θεοδώρου Μοψουεστίας, θεολόγου της Σχολής της Αντιόχειας, απέφυγε να ζητήσει την καταδίκη του, προκειμένου να μην τεθεί σε κίνδυνο η ενότητα της Εκκλησίας. Έδωσε εξηγήσεις στους ανατολικούς επισκόπους για τους αναθεματισμούς του, διευκρινίζοντας ότι στόχευαν μόνο τα δόγματα του Νεστορίου, και δήλωσε έτοιμος να τους διορθώσει, με την προϋπόθεση ότι ο Ιωάννης και οι οπαδοί του θα καταδίκαζαν τον Νεστόριο.
Τελικά, το 433 μ.Χ, κατέληξαν σε συμφωνία, με τους ανατολικούς να στέλνουν στον Κύριλλο μια ομολογία πίστης, την οποία εκείνος έκανε δεκτή. Σε μια προσπάθεια συμφιλίωσης, ο Κύριλλος έκανε παραχωρήσεις στην ορολογία της αντιοχειανής παράδοσης και αποδέχτηκε τη διάκριση των δύο φύσεων, οι οποίες ενώνονταν αχώριστα στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Η “Έκθεσις των Διαλλαγών” θεωρείται η ομολογία πίστης της Γ Οικουμενικής Συνόδου και κανόνας της Ορθοδοξίας.
Τελευταία χρόνια και κληρονομιά
Μετά την αποκατάσταση της ειρήνης, ο Κύριλλος πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ενισχύοντας την ενότητα της Εκκλησίας. Έδειξε μετριοπάθεια και συγκατάβαση, μετριάζοντας τον ζήλο των οπαδών του. Ο Άγιος Κύριλλος έδειξε μετριοπάθεια και ποιμαντική σύνεση. Τελικά, ο Άγιος Κύριλλος πέθανε ειρηνικά στις 9 Ιουνίου 444 μ.Χ. Σύντομα ανακηρύχθηκε άγιος και τιμήθηκε ως “φωστήρας του κόσμου”, “ανίκητος υπέρμαχος της Ορθοδοξίας” και “σφραγίδα των Πατέρων”.
Κοιμήθηκε στις 9 Ιουνίου και η μνήμη του τιμάται από την Εκκλησία.
Η κληρονομιά του Αγίου Κυρίλλου είναι τεράστια. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους υπερασπιστές της Ορθοδοξίας και συνέβαλε καθοριστικά στην καταπολέμηση του Νεστοριανισμού. Άφησε πίσω του πλούσιο συγγραφικό έργο, με ερμηνευτικά των θείων Γραφών, δογματικά της πίστεως του Χριστού, αποδεικτικά της αληθείας και ελεγκτικά της πλάνης των αιρέσεων.
Άγιος Κύριλλος ο πατριάρχης Αλεξανδρείας. Γιορτή
Η μνήμη του Αγίου Κυρίλλου τιμάται στις 18 Ιανουαρίου και στις 9 Ιουνίου.
Άγιος Κύριλλος ο πατριάρχης Αλεξανδρείας. Απολυτίκιο
Ως κύρος ουράνιον θεολογία η ση, βραβεύει εν πνεύματι τη εκκλησία Χριστού, την χάριν την ένθεον· συ γαρ καθυπογράψας της Τριάδος την δόξαν, μύστης της Θεοτόκου και υπέρμαχος ώφθης, παρ’ ης λαμπρώς εδοξάσθης, ιεράρχα παμμάκαρ Κύριλλε.
