Μελχισεδέκ
Ο Μελχισεδέκ αποτελεί μια εξαιρετικά σημαντική βιβλική μορφή που συναντάται στην Παλαιά Διαθήκη, και συγκεκριμένα στο βιβλίο της Γένεσης.
Παρά τη σύντομη αναφορά σε αυτόν, αναλύεται τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη.
Ο Μελχισεδέκ ως Βασιλιάς και Ιερέας
Οι πηγές τον περιγράφουν ως ταυτόχρονα βασιλιά της Σαλήμ και ιερέα του Υψίστου Θεού. Η Σαλήμ πιθανότατα ταυτίζεται με την Ιερουσαλήμ.
Αυτός ο διπλός ρόλος, βασιλικός και ιερατικός, είναι ένα από τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά του. Το όνομά του, Μελχισεδέκ, φέρει βαθιά σημασία. Ερμηνεύεται ως «Ο βασιλιάς μου είναι [ο θεός] Σέδεκ» η «Ο βασιλιάς μου είναι Δικαιοσύνη». Επιπλέον, αναφέρεται ότι το όνομά του σημαίνει «βασιλιάς δίκαιος». Όσον αφορά την ονομασία της πόλης του, Σαλήμ, αυτή ερμηνεύεται ως «ειρήνη».
Συνάντηση του Μελχισεδέκ με τον Αβραάμ
Η κύρια αναφορά στον Μελχισεδέκ στις πηγές γίνεται στο πλαίσιο της συνάντησής του με τον Αβραάμ. Το γεγονός αυτό συνέβη μετά τη νίκη του Αβραάμ εναντίον των βασιλέων που είχαν απαγάγει τον Λωτ. Όταν ο Αβραάμ επέστρεφε νικητής, ο Μελχισεδέκ τον συνάντησε και του πρόσφερε άρτο και οίνο. Κατά τη συνάντησή τους, ο Μελχισεδέκ ευλόγησε τον Αβραάμ και τον Θεό. Ως ανταπόδοση για την ευλογία και την προσφορά του, ο Αβραάμ του έδωσε το ένα δέκατο από τα λάφυρα που είχε συγκεντρώσει στη νικηφόρα του μάχη.
Σημασία στην Παλαιά Διαθήκη
Στην Παλαιά Διαθήκη, η ιστορία του Μελχισεδέκ έχει πολλαπλές ερμηνείες και πιθανές ιστορικές διαστάσεις. Υπάρχει η άποψη ότι η αφήγηση για τον Μελχισεδέκ ίσως διαμορφώθηκε οριστικά την εποχή του βασιλιά Δαβίδ. Αυτή η υπόθεση υποστηρίζει ότι η αναφορά στον Μελχισεδέκ θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως αιτιολόγηση για την επιλογή της Ιερουσαλήμ ως έδρας του βασιλιά Δαβίδ και για την εγκαθίδρυση του ιερατείου στην πόλη αυτή. Η πράξη του Αβραάμ να αποδώσει φόρο τιμής σε έναν ιερέα-βασιλιά της Ιερουσαλήμ θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα προμήνυμα για την εποχή που οι απόγονοι του Αβραάμ θα προσέφεραν δεκάτες στους ιερείς της Ιερουσαλήμ.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι στο βιβλίο της Γένεσης, ο Μελχισεδέκ παρουσιάζεται ως βασιλιάς της Σαλήμ (=Ιερουσαλήμ) και ιερέας του Ελγιόν (δηλαδή του Θεού του Υψίστου) μόνο στην περίπτωση που συναντά και ευλογεί τον Αβραάμ.
Τυπολογική Σημασία στην Καινή Διαθήκη
Η ιστορία του Μελχισεδέκ αποκτά μια ιδιαίτερα σημαντική διάσταση στην Καινή Διαθήκη, και ειδικότερα στην Επιστολή προς Εβραίους.
Εκεί, η μορφή του Μελχισεδέκ ερμηνεύεται ως προτύπωση του Χριστού.
απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος, μήτε αρχήν ημερών μήτε ζωής τέλος έχων
Πρόκειται λοιπόν για μια ύπαρξη έξω από τη συνήθη ανθρώπινη τάξη, συνδέοντάς τον έτσι με τον αιώνιο χαρακτήρα του Θεού και τη θεϊκή φύση του Χριστού.
Η Γραφή ονομάζει τον Ιησού Χριστό ΑΠΑΤΩΡ ως Άνθρωπο (χωρίς φυσικό πατέρα) και ΑΜΗΤΩΡ ως Θεό (χωρίς μητέρα ως Θεός), εξηγώντας έτσι τον χαρακτηρισμό «απάτωρ, αμήτωρ» λόγω των δύο φύσεων του Χριστού.
Ο Απόστολος Παύλος προχωρά σε μια ερμηνεία του ονόματος Μελχισεδέκ ως «βασιλιάς της δικαιοσύνης» και της Σαλήμ ως «ειρήνη», παρουσιάζοντας τον Μελχισεδέκ ως έναν πρόδρομο του Χριστού, ο οποίος είναι ο αληθινός βασιλιάς της δικαιοσύνης και της ειρήνης.
Στην ουσία, ο Μελχισεδέκ παρουσιάζεται ως «τύπος Χριστού». Αυτή η τυπολογική σύνδεση βασίζεται κυρίως στην περιγραφή του Μελχισεδέκ ως κάποιου που «δεν έχει πατέρα, μητέρα, γενεαλογία, ούτε αρχή ημερών ούτε τέλος ζωής».
Αυτή η μοναδική περιγραφή υποδηλώνει μια ύπαρξη έξω από τη συνηθισμένη ανθρώπινη τάξη, συνδέοντάς τον με τον αιώνιο χαρακτήρα του Θεού και τη θεϊκή φύση του Χριστού.
Ιερωσύνη κατά την Τάξη Μελχισεδέκ
Η αλληγορική ερμηνεία στην Επιστολή προς Εβραίους επεκτείνεται και στο ζήτημα της ιερωσύνης. Υποστηρίζεται ότι όπως ο Αβραάμ, ο πρόγονος των Λευιτών, πλήρωσε δεκάτη στον Μελχισεδέκ και επομένως ήταν κατώτερός του, έτσι και η ιεροσύνη του Χριστού, που είναι κατά την τάξη Μελχισεδέκ, είναι ανώτερη από αυτή των Λευιτών.
Ως ιερέας του Υψίστου Θεού, ο Μελχισεδέκ ευλόγησε τον Αβραάμ, τον πρόγονο των Λευιτών ιερέων, και αυτή η ευλογία από κάποιον ανώτερο δείχνει την υπεροχή της ιερωσύνης του Μελχισεδέκ σε σύγκριση με τη λευιτική ιερωσύνη.
Το γεγονός ότι ο Αβραάμ, ο πρόγονος των Λευιτών, έδωσε το ένα δέκατο των λαφύρων στον Μελχισεδέκ, αποτελεί μια ένδειξη ότι η ιερωσύνη του Μελχισεδέκ ήταν ανώτερη από τη λευιτική. Επιπλέον, τονίζεται ότι ο Μελχισεδέκ δέχθηκε τη δεκάτη, ενώ οι Λευίτες την προσέφεραν.
Ένα ακόμη κρίσιμο σημείο είναι ότι η ιερωσύνη του Μελχισεδέκ δεν βασιζόταν στην καταγωγή, όπως η λευιτική, η οποία ήταν κληρονομική, αλλά σε μια άμεση σχέση με τον Θεό. Στην Καινή Διαθήκη, η ιερωσύνη κατά την τάξη Μελχισεδέκ θεωρείται ανώτερη από τη λευιτική ιερωσύνη.
Η εγγύηση της αιωνιότητας της ιερωσύνης του Χριστού θεμελιώνεται στην τάξη του Μελχισεδέκ. Στην προς Εβραίους επιστολή, ο Ιησούς Χριστός παρουσιάζεται ως αρχιερέας κατά την τάξη Μελχισεδέκ.
Η θεολογία της προς Εβραίους σχετικά με την ιερωσύνη του Κυρίου έχει επιτρέψει σε θεολόγους όπως ο Νικόλαος Καβάσιλας και ο Συμεών Θεσσαλονίκης να τονίσουν τη μεγάλη αλήθεια ότι η ιερωσύνη των Επισκόπων και των Πρεσβυτέρων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιερωσύνη του Κυρίου, η οποία είναι «ιερέως κατά την τάξιν Μελχισεδέκ».
Η Δεκάτη και η Συντήρηση του Κλήρου
Το επεισόδιο της συνάντησης του Αβραάμ με τον Μελχισεδέκ θεωρείται από πολλούς ως η αρχή της καθιέρωσης της απόδοσης δεκάτης, από την οποία συντηρείται το ιερατείο, σύμφωνα με έναν αιώνιο θείο νόμο. Στην Καινή Διαθήκη, παρόλο που η πρακτική της καταβολής της δεκάτης δεν επαναλαμβάνεται με τον ίδιο τρόπο, η έννοια της προσφοράς και της συντήρησης του κλήρου παραμένει σημαντική.
Οι Χριστιανοί δεν έχουν την υποχρέωση να δίνουν δεκάτη με τον ίδιο τρόπο που οριζόταν στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά φέρουν την ευθύνη να στηρίζουν οικονομικά αυτούς που υπηρετούν τον Θεό.
Στην προς Εβραίους επιστολή γίνεται μια αντιπαράθεση μεταξύ των Λευιτών και του Μελχισεδέκ όσον αφορά τη λήψη της δεκάτης: αναφέρεται ότι οι Λευίτες λαμβάνουν δεκάτες από ανθρώπους που πεθαίνουν, ενώ ο Μελχισεδέκ λαμβάνει δεκάτες και μαρτυρείται ότι ζει.
Επιπλέον, τονίζεται ότι μέσω του Αβραάμ και ο Λευί, ο οποίος λάμβανε δεκάτες, έχει δεκατώσει, καθώς ήταν ακόμη στη σπονδυλική στήλη του πατέρα του όταν τον συνάντησε ο Μελχισεδέκ. Αυτό ενισχύει την ιδέα της υπεροχής του Μελχισεδέκ έναντι της λευιτικής ιερωσύνης.
Εξωβιβλικές Αναφορές
Εκτός από τις βιβλικές αναφορές, υπάρχουν και εξωβιβλικές μαρτυρίες που αναφέρονται στον Μελχισεδέκ και την ιερωσύνη του.
Παραδείγματα είναι ο Φίλωνας ο Ιουδαίος, η ιουδαϊκή παράδοση και ραββινική ερμηνεία, οι Σαμαρείτες, τα νεοευρεθέντα κείμενα του Κουμράν και άλλα.
Ωστόσο, αυτές οι εξωβιβλικές πηγές δεν μπορούν να δώσουν οριστική λύση στο πρόβλημα της προσωπικότητας και της ιερωσύνης του Μελχισεδέκ.
Κατά καιρούς έχουν υπάρξει διάφορες ερμηνείες σχετικά με την ταυτότητα του Μελχισεδέκ.
Για παράδειγμα, ο Άγιος Επιφάνιος αναφέρει ότι κάποιοι θεωρούσαν τον Μελχισεδέκ ως τον ίδιο τον Υιό του Θεού, μια δοξασία την οποία ο άγιος καταπολέμησε.
Ο Ιέραξ ο Αιγύπτιος, επίσης σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο, πίστευε ότι ο Μελχισεδέκ ήταν το Άγιο Πνεύμα.
Επιπλέον, ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας αναφέρει ότι κάποιοι αιρετικοί πίστευαν ότι ο Μελχισεδέκ ήταν μια δύναμη περιφανής και εξαίρετος από το πλήθος των αγγέλων.
Παρά την ανάγκη να εξηγήσουμε τον μυστηριώδη χαρακτήρα της μορφής του Μελχισεδέκ, οι πηγές αυτές πρέπει να απορριφθούν.
Μελχισεδέκ και η Θεία Ευχαριστία
Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο είναι η παράλληλη σύνδεση της προσφοράς άρτου και οίνου από τον Μελχισεδέκ στον Αβραάμ με τη θυσία του Χριστού στο σταυρό και την καθιέρωση της Θείας Ευχαριστίας.
Η προσφορά «άρτου και οίνου» από τον Μελχισεδέκ στον Αβραάμ θεωρείται ότι προεικονίζει τον «Άρτον και Οίνον», που ο Χριστός μεταβάλλει σε Άγιο Σώμα και Αίμα Του και προσφέρει στους πιστούς ανά τους αιώνες, ως ουράνια τροφή και «φάρμακον αθανασίας».
Αυτή η σύνδεση ενισχύει περαιτέρω τη σημασία του Μελχισεδέκ ως προτύπου του Χριστού και της διακονίας Του.
Η Ανωτερότητα της Θυσίας του Χριστού
Ο Χριστός ως Αιώνιος Αρχιερέας κατά την Τάξη Μελχισεδέκ
Στην Επιστολή προς Εβραίους της Καινής Διαθήκης, η οποία χρονολογείται περίπου στο 60-70 μ.Χ., παρουσιάζεται με εκτενή επιχειρηματολογία η ανωτερότητα της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού σε σύγκριση με την ιερωσύνη κατά την τάξη του Ααρών και της λευιτικής ιερωσύνης. Αυτή η ανωτερότητα της ιερωσύνης του Χριστού συνδέεται άρρηκτα με την υπεροχή της θυσίας του. Ο Χριστός δεν ανήκει στη λευιτική φυλή και δεν έγινε ιερέας βάσει της σωματικής του καταγωγής, αλλά «κατά την τάξιν Μελχισεδέκ».
Ο Μελχισεδέκ, ο οποίος έζησε περίπου 2000 χρόνια π.Χ. την εποχή του Αβραάμ, ήταν βασιλιάς της Σαλήμ (Ιερουσαλήμ) και ιερέας του Θεού του Υψίστου. Η Γραφή τον περιγράφει ως «απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος, μήτε αρχήν ημερών μήτε ζωής τέλος έχων». Αυτή η μοναδική περιγραφή υποδηλώνει μια ύπαρξη πέρα από την πεπερασμένη ανθρώπινη τάξη, κάνοντάς τον πρότυπο του αιώνιου χαρακτήρα του Χριστού. Η ιερωσύνη του Μελχισεδέκ δεν βασιζόταν σε διαδοχή ή καταγωγή, αλλά σε μια άμεση και αιώνια σχέση με τον Θεό, όπως και η ιερωσύνη του Χριστού.
Η Ανώτερη Θυσία του Ίδιου του Εαυτού του Χριστού
Η ανωτερότητα της θυσίας του Χριστού έγκειται στο γεγονός ότι ο ίδιος ο Χριστός ήταν ταυτόχρονα ο Αρχιερέας και η Θυσία, ο θύτης και το θύμα. Στην Παλαιά Διαθήκη, οι αρχιερείς προσέφεραν θυσίες ζώων, οι οποίες ήταν επαναλαμβανόμενες και δεν μπορούσαν να εξαλείψουν ολοκληρωτικά την αμαρτία. Αντίθετα, ο Ιησούς Χριστός, ως ο μέγας αρχιερέας, προσέφερε μία και μοναδική θυσία, τον ίδιο τον εαυτό του, μέσω του θανάτου του πάνω στον Σταυρό.
Αυτή η θυσία ήταν απαραίτητη για τη συμφιλίωση και καταλλαγή του ανθρώπου με τον Θεό. Ο σταυρικός θάνατος του Θεού Λόγου, ο οποίος έλαβε σάρκα, αποτελεί το αποκορύφωμα της συνεχούς αυτοπροσφοράς Του. Κάθε φορά που τελείται το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ο Χριστός θυσιάζει, ως μέγας αρχιερέας δια των χειρών του επιγείου ιερέως, τον ίδιο τον εαυτό Του ως άνθρωπο. Η προσφορά “άρτου και οίνου” από τον Μελχισεδέκ στον Αβραάμ προεικονίζει αυτόν τον “Άρτον και Οίνον”, που ο Χριστός μεταβάλλει σε Άγιο Σώμα και Αίμα Του και προσφέρει στους πιστούς ως «φάρμακον αθανασίας».
Η Μία και Μοναδική Επαρκής Θυσία
Η επιστολή προς Εβραίους παρουσιάζει τον Χριστό όχι απλώς ως ιερέα, αλλά και ως τη μόνη θυσία που προσφέρθηκε μία φορά για πάντα, και είναι ανώτερη από τις επαναλαμβανόμενες θυσίες των Λευιτών. Επίσης, τονίζεται ότι η ιεροσύνη του Χριστού δεν είναι επίγεια, αλλά ουράνια, καθώς ο Χριστός εισήλθε στους ουρανούς και όχι σε χειροποίητους τόπους. Αυτή η ουράνια φύση της ιεροσύνης του Χριστού υπογραμμίζει την ανωτερότητά της.
Σε αντίθεση με τις ατελείς και επαναλαμβανόμενες θυσίες της Παλαιάς Διαθήκης, η θυσία του Χριστού ήταν μία για πάντα και πλήρως επαρκής για την άφεση των αμαρτιών όλων των ανθρώπων. Η ιερωσύνη των Επισκόπων και των Πρεσβυτέρων στην Εκκλησία θεωρείται προέκταση της μεσσιανικής ιδιότητας του Σωτήρα Χριστού ως Αρχιερέως. Ωστόσο, η δική τους ιερωσύνη και οι λειτουργίες τους αντλούν την αξία και την αποτελεσματικότητά τους από τη μία και μοναδική θυσία του Χριστού.
Η τάξη της ιερωσύνης κατά Μελχισεδέκ είναι ανώτερη από τη λευιτική, καθώς ο Αβραάμ, ο πρόγονος των Λευιτών, πλήρωσε δεκάτη στον Μελχισεδέκ και ευλογήθηκε από αυτόν. Αυτό καταδεικνύει ότι ακόμη και η λευιτική ιερωσύνη ήταν υποδεέστερη της ιερωσύνης κατά την τάξη Μελχισεδέκ, στην οποία ανήκει ο Χριστός. Εάν η τελείωση μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της λευιτικής ιερωσύνης, δεν θα υπήρχε ανάγκη για την έλευση ενός άλλου ιερέα κατά την τάξη Μελχισεδέκ. Η εγγύηση της αιωνιότητας της ιερωσύνης του Χριστού εδράζεται σε αυτή την ανώτερη τάξη του Μελχισεδέκ.
Εσχατολογική Διάσταση της Θυσίας
Η θυσία του Χριστού έχει επίσης μια εσχατολογική διάσταση. Σύμφωνα με τον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη (Ζηζιούλα), η εσχατολογία δεν είναι απλώς το τελευταίο κεφάλαιο της δογματικής, αλλά μια «προοπτική» που διατρέχει ολόκληρο το θεολογικό οικοδόμημα. Από αυτή την εσχατολογική σκοπιά, η Εκκλησία δεν είναι μόνο εικόνα της Αγίας Τριάδας, αλλά και εικόνα της Βασιλείας του Θεού. Η θυσία του Χριστού αποτελεί την πρώτη και καθοριστική πράξη για την εγκαθίδρυση αυτής της Βασιλείας, προσφέροντας απελευθέρωση από τη δυναστεία του παρελθόντος και ανοίγοντας τον δρόμο προς την αιωνιότητα. Η θυσία του Χριστού είναι το θεμέλιο της αλήθειας του είναι και της ιστορίας, και ο ερχόμενος Κύριος θα κρίνει τις επιλογές και πράξεις μας με βάση αυτή την αλήθεια.
Συμπέρασμα
Συνοψίζοντας, ο Μελχισεδέκ υπήρξε ένα ιστορικό πρόσωπο, βασιλιάς της Σαλήμ και ιερέας του Υψίστου Θεού, ο οποίος συνάντησε και ευλόγησε τον Αβραάμ, λαμβάνοντας από αυτόν τη δεκάτη .
Η σημασία του έγκειται κυρίως στην τυπολογική του ερμηνεία στην Καινή Διαθήκη, όπου παρουσιάζεται ως πρότυπο του Χριστού, του αιώνιου αρχιερέα κατά την τάξη Μελχισεδέκ, με μια ιερωσύνη ανώτερη της λευιτικής, η οποία δεν βασίζεται στην καταγωγή αλλά στην άμεση σχέση με τον Θεό .
Η μορφή του Μελχισεδέκ συνδέεται επίσης με την έννοια της δεκάτης και, κατ’ επέκταση, με τη συντήρηση του κλήρου, ενώ η προσφορά άρτου και οίνου από αυτόν θεωρείται προεικόνιση της Θείας Ευχαριστίας.
Παρά τις διάφορες εξωβιβλικές ερμηνείες, η κύρια σημασία του Μελχισεδέκ παραμένει η θεολογική του ερμηνεία ως πρόδρομος και τύπος του Ιησού Χριστού στην Καινή Διαθήκη.
Κατά την τάξη Μελχισεδέκ. Ποίημα
Ούτε αρχή ούτε τέλος
μόνο άρτο και οίνο Παμβασιλέως
Φάγετε και πιέστε απ’ το ποτήρι μου
στο γιορτινό τραπέζι που ετοίμασα
Μόνο ζωή αθάνατος
λίγο σώμα και αίμα
από το ποτήρι τούτο
του Υιού μου του Αγαπητού
Κατά την τάξιν Μελχισεδέκ,
υιός του Μελχί και εγγονός του Σίδου
ο Ουρανός ο θρόνος Σου, Γη ταπεινή
υποπόδιο των ποδιών Σου
Σε προσκυνούμε μεγάλε Δεσπότη
μετάληψη από Θεία χέρια να λάβουμε
σαν άλλοι Αβραάμ ικέτες ευδοκίας
στο μεγαλείο της Δόξας σου συνδαιτημόνες
Το ποίημα αυτό, της Σοφίας Κιόρογλου, δημοσιεύεται στη Ματιά με την άδεια της ποιήτριας για την οποία και την ευχαριστούμε πολύ!
Η εικόνα που συνοδεύει το ποίημα είναι έργο του αγιογράφου Μανόλη Ζαχαριουδάκη. Δημοσιεύεται στη Ματιά με την άδειά του, για την οποία και τον ευχαριστούμε θερμά.