Με μια Ματιά
Διαλέξαμε αποσπάσματα από τα βιβλία του Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιεροθέου για τον άγιο Παΐσιο, στα οποία αναφέρεται στις προσωπικές του εμπειρίες και συνομιλίες με τον άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη. Παρέχεται μια διεισδυτική ματιά στην πνευματική προσωπικότητα και τη διδασκαλία του αγίου, καθώς αναφορές βασικών γεγονότων και σημαντικών προσώπων που σχετίζονται με αυτές τις συναντήσεις. Οι αφηγήσεις φωτίζουν τη σοφία, την ταπεινοφροσύνη και τα χαρίσματα του αγίου Παϊσίου.
Άγιος Παΐσιος και Ιερόθεος Μητροπολίτης Ναυπάκτου
Πρώτες Γνωριμίες και Επαφές με τον Άγιο Παΐσιο
Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος άκουγε για τον π. Παΐσιο από τα φοιτητικά του χρόνια στα Ιωάννινα, καθώς υπήρχαν άνθρωποι που τον γνώριζαν και μιλούσαν γι’ αυτόν. Το 1967, όταν ακολούθησε τον πνευματικό του πατέρα, τον Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανό, στην Κόνιτσα, είχε περαιτέρω επαφή με τον κόσμο του Αγίου Παϊσίου. Εκεί γνώρισε τον αδελφό του π. Παϊσίου, τον Λουκά Εζνεπίδη, έναν πολύ σεμνό και ευλαβή άνθρωπο, ο οποίος μιλούσε με μεγάλο ενθουσιασμό για τον αδελφό του, λέγοντας ότι, πέρα από τη σεμνότητά του, ο π. Παΐσιος ήταν και πολύ τολμηρός. Ακόμη, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος επισκέφθηκε την Ιερά Μονή Στομίου στην Κόνιτσα, όπου είχε ζήσει ο π. Παΐσιος λίγα χρόνια πριν, και άκουσε τους κατοίκους να μιλούν με ενθουσιασμό για την ευσέβειά του και ιδιαίτερα για τη συντροφιά του με τις αρκούδες. Όλα αυτά τα είδε γραμμένα αργότερα στο βιβλίο του ιερομονάχου Ισαάκ με τίτλο «Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου».
Αργότερα, όταν ο Μητροπολίτης Ιερόθεος έγινε κληρικός στην Έδεσσα και επισκεπτόταν το σπίτι του στα Ιωάννινα, ερχόταν να τον συναντήσει η κ. Καίτη Πατέρα από την Κόνιτσα, πολύ γνωστή του π. Παϊσίου και φίλη της μητέρας του. Εκείνη του έλεγε πολλά για τη στενή της επικοινωνία με τον π. Παΐσιο και πολλές ιστορίες από τη ζωή του, γεγονός που φούντωνε την επιθυμία του Ιεροθέου να τον γνωρίσει προσωπικά.
Η πρώτη έμμεση γνωριμία του Μητροπολίτου Ιεροθέου με τον π. Παΐσιο έγινε το 1974, όταν επισκέφθηκε την Καλύβη του, τον Τίμιο Σταυρό, κοντά στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα, με παιδιά του Κατηχητικού Σχολείου Εδέσσης. Βρήκαν την Καλύβη κλειστή, αλλά έξω από την πόρτα του φράκτη είδαν τη γνωστή επιγραφή που τους πρότρεπε να γράψουν τα ονόματά τους για να προσεύχεται ο Γέροντας γι’ αυτούς και να τους ωφελήσει περισσότερο από τις «πολυλογίες» του. Απόλαυσαν το λουκούμι που τους είχε αφήσει και συζήτησαν για ώρα πολλή πάνω σε μια φράση γραμμένη με κιμωλία σε ένα βραχάκι: «Με συγχωρείτε που απουσιάζω, αλλ’ υπάγω ίνα ημερέψω και ύστερα να επιστρέψω στον ζωολογικό μου κήπο». Κατέληξαν ότι ο π. Παΐσιος εννοούσε πως πολλοί τον επισκέπτονταν από περιέργεια, όπως οι επισκέπτες ενός ζωολογικού κήπου, ενώ πιθανόν υπήρχε και η έννοια της αυτομεμψίας. Αυτή η επίσκεψη τους έκανε ιδιαίτερη εντύπωση.
Η Πρώτη Προσωπική Συνάντηση και Άλλες Επισκέψεις
Η πρώτη προσωπική συνάντηση του Μητροπολίτου Ιεροθέου με τον π. Παΐσιο έγινε στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα, σε χρονολογία μη συγκεκριμένη αλλά μετά το 1974. Τον συνάντησε μαζί με τον νυν Μητροπολίτη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας Ιωήλ, και του ζήτησαν συμβουλές για την ποιμαντική τους διακονία, καθώς βρίσκονταν στην αρχή της ιερατικής τους ζωής. Ο π. Παΐσιος τους οδήγησε στο Κοιμητήριο της Μονής, δίπλα σε έναν ανοιχτό τάφο, και άρχισε να τους διδάσκει πως πρέπει να εργάζονται στην Εκκλησία. Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος δεν θυμάται πολλές από τις συμβουλές του, αλλά του έκανε εντύπωση η ιλαρότητα της μορφής του, η πραότητά του, η ταπείνωσή του (δεν τους κοιτούσε στα μάτια) και η αγάπη του για τους ανθρώπους.
Ένας λόγος του π. Παϊσίου έμεινε ιδιαίτερα στη μνήμη του Μητροπολίτου Ιεροθέου. Σχολιάζοντας έναν ειλικρινή αλλά σκληρό λόγο που είχε πει ο Νίκος Πεντζίκης σε κάποια γυναίκα, ο π. Παΐσιος είπε: «Ο ευλογημένος δεν γνωρίζει ότι ένα κομμάτι χρυσό έχει πολύ μεγάλη αξία, αλλά με αυτό σκοτώνουμε άνθρωπο. Ενώ το βαμβάκι δεν έχει μεγάλη αξία, αλλά καθαρίζει τις πληγές». Εννοούσε ότι δεν αρκεί να λέμε αληθινούς και ειλικρινείς λόγους, αλλά και ο τρόπος του ελέγχου πρέπει να είναι κατάλληλος.
Σε μια άλλη επίσκεψη στο Άγιον Όρος, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος συνάντησε τον π. Παΐσιο πάλι στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα. Είχαν χτυπήσει οι καμπάνες για την αγρυπνία. Ενώ περπατούσαν στους διαδρόμους της Μονής, δίπλα σε μια λάμπα πετρελαίου που φώτιζε πολύ, ο π. Παΐσιος είπε: «Να την ταπεινώσουμε λίγο», και κατέβασε το φιτίλι. Αυτή η φράση και το ήθος της έδειχναν έναν ταπεινό άνθρωπο και έκαναν εντύπωση στον Μητροπολίτη Ιερόθεο. Στην αγρυπνία αυτή, κατά την εορτή των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, έγινε και η κουρά ενός μοναχού. Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος έβλεπε τον π. Παΐσιο να κάθεται στο στασίδι του ταπεινά και ευλαβικά, προσευχόμενος όλη τη νύκτα. Του έμεινε αξέχαστη η σκηνή που τον παρακάλεσαν να ψάλει τον ψαλμό «εξομολογείσθε τώ Κυρίω…» (Ψαλμ. ρλε΄). Ακόμη ηχεί στα αυτιά του ο τρόπος της ψαλμωδίας, σε ήχο τέταρτο, όπως τον έψαλαν στα Φάρασα, με τη λεπτή και κατανυκτική φωνή του, μια φωνή που έβγαινε από την καρδιά του. Τότε επικράτησε απόλυτη σιωπή και κατανυκτική ατμόσφαιρα στο Καθολικό της Μονής.
Κάποια άλλη φορά, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος επισκέφθηκε τον π. Παΐσιο στην Καλύβη του Τιμίου Σταυρού και τον βρήκε να ετοιμάζεται να επισκεφθεί την Ιερά Μονή Σταυρονικήτα για αγρυπνία. Τον πήρε μαζί του και στο δρόμο συζητούσαν διάφορα θέματα πνευματικής ζωής. Όταν τον ρώτησε για τη σχέση μεταξύ Θεού και κτίσεως, ο π. Παΐσιος, αφού του είπε μερικά πράγματα, πήγε στην άκρη του μονοπατιού, έπιασε τρυφερά ένα πράσινο φύλλο από ένα φυτό και χωρίς να το κόψει, έσκυψε και το ασπάστηκε, λέγοντας: «Ασπαζόμαστε το ράσο του αγίου Νεκταρίου που ανήκε στον Άγιο και έχει ενέργεια από αυτόν. Πολύ περισσότερο πρέπει να ασπαζόμαστε τα φυλλαράκια και την κτίση που μέσα της έχει την ενέργεια του Θεού». Με αυτόν τον απλό τρόπο, του έδειξε τη θεολογία «τών λόγων των όντων», της ουσιοποιού και ζωοποιού ενέργειας του Θεού που υπάρχει σε όλη την κτίση.
Επισκέψεις για Συμβουλές και Στήριξη
Σε δύσκολες περιόδους της ζωής του, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος επισκεπτόταν πάντα τον π. Παΐσιο για να ζητήσει τις φωτισμένες συμβουλές του. Στο θέμα αυτό τον παρότρυνε και ο Γέροντάς του, ο Μητροπολίτης Εδέσσης Καλλίνικος, ο οποίος του έλεγε: «Πήγαινε, παιδί μου, στον π. Παΐσιο για να σου πή και εκείνος την άποψή του». Και όταν επέστρεφε από το Άγιον Όρος, τον ρωτούσε και ο ίδιος για να βοηθηθεί. Ο π. Παΐσιος σεβόταν υπερβολικά τον Άγιο Καλλίνικο και στην πρώτη τους συνάντηση είχε πει ότι δεν είχε δει άλλον Δεσπότη σαν τον Καλλίνικο, γεγονός που δείχνει την πνευματική σχέση μεταξύ ενός αγίου Επισκόπου και ενός αγίου Μοναχού. Μάλιστα, ο π. Παΐσιος έστειλε ένα πνευματικό του παιδί στον αείμνηστο Καλλίνικο για να πάρει τη γνώμη του για ένα σοβαρό θέμα, και ο Επίσκοπος Καλλίνικος τον συμβούλεψε ουσιαστικά αυτό που ήθελε ο π. Παΐσιος και τον βοήθησε.
Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος δεν ρωτούσε τον π. Παΐσιο για θεολογικά, κοινωνικά, πολιτικά, εκκλησιαστικά και επιστημονικά θέματα, αλλά πάντα για θέματα πνευματικής ζωής που είχαν σχέση με τον εαυτό του και την ποιμαντική του διακονία, και ποτέ από περιέργεια, σεβόμενος τον χρόνο και τη ζωή του Γέροντα. Εκείνος πάντα του μιλούσε με απλότητα και παραδείγματα, δείχνοντας τον πνευματικό του πλούτο, την εμπειρία του, τη διάκριση και τη μεγάλη ταπείνωση. Πολλά από όσα του είχε πει τα είδε γραμμένα και στο βιβλίο «Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου», επιβεβαιώνοντας τη γνησιότητά του.
Κάποια φορά, ο π. Παΐσιος του μίλησε για το ότι δεν πρέπει να κατακρίνουμε τους ανθρώπους, αλλά να τους αγαπάμε, και του διηγήθηκε το περιστατικό περί «τής μαρτυρικής αντιμετώπισης πειρασμού», το οποίο έλεγε μόνο σε μερικούς πνευματικούς ανθρώπους που δεν θα τον παρεξηγούσαν. Σύμφωνα με την ιστορία, προκειμένου να αντιμετωπίσει τον σαρκικό πειρασμό, έκοψε επτά κομμάτια κρέας από το πόδι του, περιτύλιξε το πληγωμένο πόδι του με πανιά και, στην κατάσταση αυτή, τον βρήκαν κάποιοι Κονιτσιώτες που τον πήγαν στο Νοσοκομείο. Όταν τον ρωτούσαν τι είχε συμβεί, τους είπε ότι τον έφαγαν οι αρκούδες, για να μην αποκαλύψει το πραγματικό περιστατικό. Το σημαντικό είναι ότι, όταν διηγούταν την ιστορία στον Μητροπολίτη Ιερόθεο, σήκωσε διακριτικά το σκέλος του παντελονιού του και του έδειξε τις ουλές στο πόδι του, επιβεβαιώνοντας την αλήθεια του. Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος αναφέρει σχετικά: «Και ο εωρακώς μεμαρτύρηκε, και αληθινή αυτού εστιν η μαρτυρία» (Ιω. ιθ΄, 35). Ομιλώντας για τους πειρασμούς του διαβόλου, του αποκάλυψε και το περιστατικό που συνέβη στο όρος Σινά με το ξυπνητήρι, το οποίο περιγράφεται και στο προαναφερθέν βιβλίο.
Όταν τον ρώτησε πως πρέπει να ζούμε στην Εκκλησία, ο π. Παΐσιος του είπε με απλότητα: «Να αισθανόμαστε τους αγίους και τους αγγέλους δίπλα μας», και πρόσθεσε: «Πολλές φορές βλέπω δίπλα μου τον άγγελο φύλακά μου και τον φιλάω».
Ο π. Παΐσιος σεβόταν πολύ τον Γέροντα του Μητροπολίτου Ιεροθέου, τον Μητροπολίτη Εδέσσης Καλλίνικο. Όταν ο Μητροπολίτης Ιερόθεος επισκέφθηκε τον π. Παΐσιο και του είπε για τις συκοφαντίες που έγραφαν εναντίον του Γέροντα Καλλινίκου, είδε αμέσως δάκρυα στα μάτια του π. Παϊσίου, ο οποίος είπε: «Όσοι αδικούνται αγαπιούνται πολύ από τον Θεό. Αυτοί είναι παιδιά του Θεού. Αλλοίμονο όμως για τους πνευματικούς ανθρώπους, οι οποίοι δεν λαμβάνουν μέρος και δεν τον υποστηρίζουν. Θα το βρούν μπροστά τους κατά την Ημέρα της Κρίσεως». Αγαπούσε πολύ αυτούς που συκοφαντούνταν και αδικούνταν, αλλά υπέμεναν την αδικία.
Τον Νοέμβριο του 1979, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος αναζήτησε επίμονα τον π. Παΐσιο για να συζητήσουν ένα θέμα. Έμαθε ότι βρισκόταν στην Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου, καλεσμένος από τον Ηγούμενο Αρχιμ. Γεώργιο για να δει τους μοναχούς. Πήγε εκεί και σε ένα διάλειμμα του είπε ότι ήθελε να τον δει, αλλά ο π. Παΐσιος του είπε: «Δεν θα σε δώ εδώ στην Μονή, αλλά αύριο θα πάμε στην Ιερά Μονή Σιμωνόπετρας και εκεί θα βρούμε κάποιο χρόνο για να τα πούμε». Έτσι, είχαν την ευκαιρία να είναι μαζί για περισσότερες ημέρες. Δύο ημέρες αργότερα, ανέβηκαν μαζί στην Ιερά Μονή Σιμωνόπετρας. Εκείνο το βράδυ συνέβη το περιστατικό με τα «ταγκαλάκια» που περιγράφεται στο βιβλίο «Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου», όπου δαίμονες χτυπούσαν την πόρτα του κελλιού του και ακούγονταν φωνές. Ο π. Παΐσιος το διηγήθηκε την άλλη μέρα με πολύ χιούμορ και χάρη, αλλά ούτε εκεί βρήκαν ευκαιρία να μιλήσουν. Τότε του είπε: «Θα σε πάρω μαζί μου στην Παναγούδα».
Μετά από δύο ημέρες, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος είχε την ευλογία και τη χαρά να περπατήσει μαζί με τον π. Παΐσιο και μερικούς άλλους, όπως τον αείμνηστο π. Ισαάκ, για περίπου τέσσερεις ώρες, από τη Μονή Σιμωνόπετρας μέχρι την Καλύβη του στην Παναγούδα. Στο δρόμο, ο π. Παΐσιος επαναλάμβανε συνεχώς, με τον δικό του τρόπο, το «δόξα σοι ο Θεός». Παρά τις αντιρρήσεις του Μητροπολίτου Ιεροθέου, τον έβαλε να καθίσει πάνω στο ζώο και περπατούσε ο ίδιος. Συναντώντας κάποια κελλιά, χτυπούσε την πόρτα, φώναζε με τη λεπτή του φωνή τον Γέροντα και συζητούσε μαζί του με πολλή καλοσύνη. Ήταν επίσης πολύ διδακτικός μαζί τους. Όταν έφθασαν στην Παναγούδα, είχε βραδιάσει και ο π. Παΐσιος τον κράτησε στην Καλύβη του για να κοιμηθεί. Του προσέφερε το γλυκό που του είχαν δώσει από τη Μονή Σιμωνόπετρας, αλλά ο ίδιος έφαγε ένα κρεμμύδι με λίγο ψωμί. Μετά την προσευχή, του υπέδειξε ένα ξύλινο κρεβάτι στο «σαλόνι» του και του είπε: «Να κοιμηθής εδώ, πάρε και αυτές τις κουβέρτες και το πρωΐ στις τρείς η ώρα θα σε ξυπνήσω για να προσευχηθούμε ο καθένας στο κελλί του με το κομποσχοίνι». Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος, αισθανόμενος την παρουσία του οσίου Παϊσίου, δεν μπορούσε να κοιμηθεί και προσπαθούσε να κάνει την ευχή όλη τη νύκτα με συγκεντρωμένο τον νου, ακούγοντας τα βήματα του Γέροντα στο κελλί του. Στις τρεις η ώρα, άκουσε τη φωνή του να τον καλεί για προσευχή. Το πρωί, όταν τον ρώτησε για τις κινήσεις του, ο π. Παΐσιος του είπε ότι τον ενόχλησε το στομάχι του, πιθανόν για να κρύψει την άσκησή του. Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος ένιωσε τότε αυτό που γράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης για τους δύο Μαθητές που ρώτησαν τον Χριστό: «Διδάσκαλε, που μένεις;», και Εκείνος τους είπε: «έρχεσθε και ίδετε», και έμειναν μαζί Του. Έτσι και για τον Μητροπολίτη Ιερόθεο, εκείνες οι ημέρες και η νύχτα στην Καλύβη ενός αγίου ανθρώπου, αισθανόμενος την ενέργειά του, έμειναν βαθιά χαραγμένες στη μνήμη του. Ήταν 19 Νοεμβρίου 1979.
Κάποτε, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος επισκέφθηκε τον π. Παΐσιο με έναν φοιτητή της θεολογίας που βρισκόταν σε κρίσιμη ηλικία. Ο φοιτητής, μιλώντας αφελώς για μια φοιτητική εργασία σχετικά με τη δημιουργία του ανθρώπου, είπε στον π. Παΐσιο: «Ο Θεός κάποτε δεν ήξερε τι να κάνη και έπλασε τον Αδάμ και την Εύα, για να περάση την ώρα Του». Τότε ο π. Παΐσιος τον χαστούκισε δυνατά. Ο φοιτητής τα έχασε και άρχισε να κλαίει. Μετά από πολύ κλάμα, ο π. Παΐσιος του είπε με τρυφερότητα και αγάπη, αφού τον πήγε να πλύνει το πρόσωπό του, ότι δεν πρέπει να μιλάμε με απρέπεια για τον Θεό και το έργο Του. Μάλιστα, του έγραψε μια χαριτωμένη αφιέρωση σε ένα βιβλίο του και του το έδωσε. Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος παρακολούθησε όλη αυτή τη σκηνή άφωνος και εκστατικός.
Όταν επισκεπτόταν τον π. Παΐσιο, μετά τις συμβουλές για προσωπικά του θέματα, τον ρωτούσε και για θέματα που αντιμετώπιζε με τα πνευματικά του παιδιά. Για ένα πολύ ζωηρό και αντιδραστικό παιδί, όταν ζήτησε τη γνώμη του πως να το αντιμετωπίσει, ο π. Παΐσιος απάντησε: «Να κάνης ό,τι κάνει ο αγωγιάτης με το ζώο. Να κρατάς γερά τα γκέμια και να στέκεσαι μακρυά για να μη τρώς τις κλωτσιές του».
Σε μια περίοδο που ο Μητροπολίτης Ιερόθεος είχε έντονη επιθυμία να μονάσει σε μια Μονή κοντά στην Έδεσσα με μια μικρή αδελφότητα νέων μοναχών, ζήτησε τη γνώμη του π. Παϊσίου με γράμμα, αλλά δεν έλαβε απάντηση. Όταν έμαθε ότι ο π. Παΐσιος βρισκόταν στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Σουρωτή, τηλεφώνησε για να τον επισκεφθεί, αλλά η μοναχή που απάντησε του είπε ότι είχε ξεκινήσει να έρθει στην Έδεσσα. Πράγματι, λίγο αργότερα, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος είδε τον π. Παΐσιο στην Έδεσσα, όπου επισκέφθηκε την Ιερά Μητρόπολη και έκανε εδαφιαία μετάνοια μπροστά στον μακαριστό Μητροπολίτη Άγιο Καλλίνικο. Στη συνέχεια, επισκέφθηκαν τον χώρο της Μονής όπου επιθυμούσε να μεταβεί ο Ιερόθεος. Ήταν μαζί όλη την ημέρα και οι συμβουλές του π. Παϊσίου τον βοήθησαν πολύ, αν και τελικά δεν πραγματοποιήθηκε η επιθυμία του για κάποιον εύλογο λόγο.
Μετά την κοίμηση του Γέροντά Καλλινίκου, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος αντιμετώπισε προβλήματα από τον νέο Μητροπολίτη. Καθώς συνήθιζε να ρωτά τον π. Παΐσιο σε δύσκολες στιγμές, ήρθε σε επικοινωνία μαζί του πολλές φορές, προφορικά και γραπτά. Οι συμβουλές του ήταν πολύ σημαντικές. Στα γράμματα που του έστελνε, ο π. Παΐσιος δεν απαντούσε γραπτώς, αλλά ο Ιερόθεος καταλάβαινε την προσευχή του, καθώς σε μια περίπτωση που του έστειλε ένα αγωνιώδες γράμμα ζητώντας βοήθεια, χωρίς να λάβει γραπτή απάντηση, λίγες ημέρες αργότερα ήρθε η λύτρωση από τη δύσκολη κατάσταση. Τότε έγιναν πολλά και συνταρακτικά γεγονότα, έφυγε από την Έδεσσα προς τη Λιβαδειά και την Αθήνα πολύ ξαφνικά και αποφασιστικά, και άρχισαν να λύνονται όλα τα θέματα, γεγονός που θεώρησε ως απάντηση στην προσευχή του Γέροντα.
Σε μια άλλη περίπτωση, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος έπρεπε οπωσδήποτε να λάβει τη συμβουλή του π. Παϊσίου για ένα πολύ σημαντικό θέμα. Πήγε στην Καλύβη του στην Παναγούδα και χτύπησε το καμπανάκι, περιμένοντας για σχεδόν μία ώρα έξω από την πόρτα, αλλά δεν έλαβε καμία απάντηση. Γνωρίζοντας ότι ο Γέροντας έφευγε το πρωί και επέστρεφε το βράδυ, έγραψε ένα σημείωμα και το άφησε στον ειδικό χώρο, ενημερώνοντάς τον ότι θα τον επισκεπτόταν την άλλη ημέρα στις 8 το πρωί. Πράγματι, την επόμενη ημέρα, ενώ κατέβαινε το δρομάκι προς την Παναγούδα, άκουσε μια φωνή από το βουναλάκι: «Έεε! Έεε! π. Ιερόθεε εδώ είμαι, έλα από το δρομάκι που είναι μπροστά σου και θα με βρής». Στην αρχή δεν κατάλαβε ποιος τον φώναζε, αλλά μετά συνειδητοποίησε ότι ήταν ο π. Παΐσιος. Πήρε το δρομάκι και ανέβηκε, με τον Γέροντα να τον βλέπει και να τον καθοδηγεί. Τον βρήκε να κάθεται σε ένα ξέφωτο, κάθισε δίπλα του, του ανέφερε το πρόβλημά του και για πολλή ώρα έλαβε σημαντικές συμβουλές και λύσεις.
Αυτή ήταν η τελευταία συνάντηση που είχε ο Μητροπολίτης Ιερόθεος με τον π. Παΐσιο και ήταν πολύ ουσιαστική. Η συμβουλή του ήταν τόσο διακριτική και σοφή, που την θαύμασε και ο π. Σωφρόνιος του Essex. Γενικά, ο π. Παΐσιος έδινε φωτισμένες απαντήσεις χωρίς να τις επιβάλλει και χωρίς να αναιρεί τις συμβουλές άλλων πνευματικών πατέρων, δείχνοντας διάκριση υψηλών πνευματικών προδιαγραφών.
Η Συνάντηση του 1977 και Συζητήσεις για την Πνευματική Ζωή
Τον Ιούνιο του 1977, ο Μητροπολίτης Ιερόθεος επισκέφθηκε για πολλοστή φορά το Άγιον Όρος, με την ευλογία του Γέροντά του Καλλινίκου, αναζητώντας να μάθει περισσότερα για την ευχή, τη νοερά ησυχία και τη θέα του ακτίστου Φωτός από Αγιορείτες Πατέρες που τα ζούσαν εμπειρικά. Πρώτος σταθμός ήταν ο Γέροντας Παΐσιος, ο οποίος τότε κατοικούσε στην Καλύβη του Τιμίου Σταυρού κοντά στη Μονή Σταυρονικήτα. Τον γνώριζε από παλαιότερα για θέματα πνευματικής διακονίας, αλλά τώρα, επηρεασμένος από όσα είχε διαβάσει για τη νηπτική εργασία και τη νοερά προσευχή και την εμπειρία του στην Ιερά Μονή του Essex, ήταν αποφασισμένος να τον ρωτήσει για αυτά τα θέματα.
Η συζήτηση μαζί του ήταν μια μυσταγωγία, από την οποία ο Μητροπολίτης Ιερόθεος κράτησε σημειώσεις αμέσως μετά την έξοδό του από το κελλί. Στην αρχή, ο π. Παΐσιος του μίλησε για την αρχοντική αγάπη του Θεού προς τους ανθρώπους και όλη την κτίση, λέγοντας μάλιστα ότι «ο Θεός είναι άρχοντας ακόμη και στον διάβολο, αλλά εκείνος δεν μπορεί να το καταλάβη. Τελικά, ο Θεός στριμώχνει τον διάβολο».
Όταν τον ρώτησε για την ουσία της μοναχικής ζωής, ο π. Παΐσιος του είπε ότι «ο μοναχός δεν έχει δικαιώματα, γιατί αυτά ανήκουν στον Θεό». Τόνισε την ανάγκη ανάπτυξης της εσωτερικής ζωής και της βίωσης της δικαιοσύνης του Θεού: «Δεν φθάνει μόνον η καθαρότητα του σώματος, αλλά και η βίωση της δικαιοσύνης. Ο δίκαιος, αλλά και όσοι αδικούνται είναι πραγματικά παιδιά του Θεού». Υπογράμμισε ότι ο μοναχισμός έχει κέντρο τον Θεό και τη σχέση μαζί Του και αναφέρθηκε στην ευθύνη των γερόντων για την υπακοή των πνευματικών τους παιδιών, τονίζοντας ότι η υπακοή πρέπει να γίνεται με ελευθερία. Επίσης, σχολίασε ότι μερικοί μοναχοί δεν ενδιαφέρονται για την πνευματική τους προκοπή, αλλά για κτίσματα, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Σήμερα έχουμε κελλιά και κοιλιά».
Η συζήτηση στράφηκε στην νοερά προσευχή, την ουσία της μοναχικής ζωής. Ο π. Παΐσιος δίδαξε ότι η προσευχή πηγάζει από καρδιά που αγαπά τον Θεό η πονάει, και δεν είναι απλή ευχή η καθαρός νους χωρίς λογισμούς, αλλά κυρίως η έναρξη της λειτουργίας της καρδιάς, αυτού του «μηχανάκι». Διευκρίνισε όμως ότι «άλλο είναι η καρδιά και άλλο το θέλημα». Για να εξηγήσει τι είναι η καρδιά, ανέφερε ένα χαριτωμένο περιστατικό με έναν Άγγλο που από περιέργεια τον ρώτησε σχετικά, στον οποίο ο π. Παΐσιος απάντησε: «Με τα αγγλικά που ξέρω εγώ και τα ελληνικά που ξέρεις εσύ δεν μπορούμε να βρούμε ούτε το μέρος της σαρκικής καρδιάς!».
Στην ερώτηση για τη διάκριση μεταξύ νου και λογικής, ο π. Παΐσιος το εξήγησε με ένα απλό παράδειγμα: «Η λογική ομοιάζει σαν τον μούστο και το κρασί, ενώ ο καθαρός νούς σαν το αποσταγμένο τσίπουρο». Για τον πονοκέφαλο που έρχεται από την προσπάθεια αυτοσυγκέντρωσης για την ευχή, είπε ότι δείχνει το φιλότιμο και ο Θεός ευλογεί αυτή την προσπάθεια, λέγοντας: «μή κουράζεσαι, στο δίνω αυτό που ζητάς». Επίσης, τόνισε ότι «όταν οι άλλοι γογγύζουν δίκαια εναντίον μας, αυτό δεν βοηθάει στην προσευχή».
Ο π. Παΐσιος μίλησε για την πνευματική ζωή, αναφέροντας ότι «η αριθμητική του Θεού είναι διαφορετική από την αριθμητική των ανθρώπων. Το 4 για τον Θεό είναι άριστα, ενώ το 9 δεν είναι άριστα». Εξηγώντας το, είπε ότι όποιος διπλασιάζει τα χαρίσματά του παίρνει άριστα, ενώ όποιος δεν τα διπλασιάζει, παρόλο που μπορεί να τα αυξήσει, δεν λαμβάνει το ίδιο αποτέλεσμα. Επίσης, ανέφερε ότι μερικές φορές «οι λογισμοί απιστίας προέρχονται από υπερβολική άσκηση», και ότι «όπου χρησιμοποιεί κανείς την φαντασία μπορεί να πέση και σε αίρεση και να βλάψη όλη την Εκκλησία».
Στην ερώτηση για την κατά Χριστό σαλότητα, ανέφερε την περίπτωση του π. Ευθυμίου, τον οποίο εκτιμούσε πολύ, και πως εκείνος προσποιήθηκε ότι το φαγητό δεν ήταν καλό για να μην φάει και πέταξε τα καθαρά σεντόνια για να τον βάλουν σε υποδεέστερο δωμάτιο, για να κρύψει την αρετή του.
Ο π. Παΐσιος συμπλήρωσε με χιούμορ:
Σήμερα αφού είμαστε σαλοί (στά μυαλά), γιατί να γίνουμε (κατά Χριστόν) σαλοί;
Για να βοηθήσει τον Μητροπολίτη Ιερόθεο πνευματικά, του διηγήθηκε πολλά περιστατικά από τη μοναχική του ζωή στη Μονή Στομίου Κονίτσης, τις συναντήσεις του με τις αρκούδες και την αντιμετώπιση των σαρκικών πειρασμών, καθώς και ιστορίες από την άσκησή του στο Σινά, τα οποία έχουν καταγραφεί στο βιβλίο του ιερομονάχου Ισαάκ.
Μετά την κοίμηση του π. Παϊσίου, ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος υπέβαλε αίτηση στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο το 2004, δέκα χρόνια μετά την κοίμησή του, για την αγιοκατάταξή του. Ο Πατριάρχης τον διαβεβαίωσε ότι θα γίνει στον κατάλληλο καιρό, όπως και έγινε. Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος έγραψε δύο βιβλία για τον άγιο Παΐσιο: «Ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης ως εμπειρικός θεολόγος» (2016) και «ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης αυτοβιογραφούμενος» (2018). Επίσης, ευχαρίστησε τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου Αρχιμ. Εφραίμ για την έμπνευση της τηλεοπτικής σειράς «Άγιος Παΐσιος, από τα Φάρασα στον ουρανό», η οποία παρουσιάζει τη θαυμαστή ζωή και το έργο του Αγίου και προσφέρει τον θεραπευτικό τρόπο ζωής της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ευχαρίστησε επίσης τον σεναριογράφο κ. Γιώργο Τσιάκκα, τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς που ζωντάνεψαν τον άγιο Παΐσιο για όσους δεν τον είχαν γνωρίσει, δείχνοντας τι σημαίνει «πνευματική λιακάδα»
Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος αναφέρει ότι ο άγιος Παΐσιος υπήρξε αληθινός «Προφήτης», «Βλέπων» σε δύσκολες περιόδους της ζωής του, βοηθώντας τον αποτελεσματικά με τον λόγο, την αγάπη και την προσευχή του. Όταν ανακαλεί στη μνήμη του την αγιασμένη μορφή του Αγίου, συγκινείται, δακρύζει και προσεύχεται, ευχόμενος να έχουν τις άγιες ευχές του. Ο ίδιος συνοψίζει την άποψή του για τον άγιο Παΐσιο λέγοντας ότι μιλούσε για το «χαλασμένο» και υγιές μυαλό, το «μηχανάκι της καρδιάς» (νοερά προσευχή), τις «καραμέλλες» του Θεού που οδηγούν στο «Ζαχαροπλαστείο», τον «πνευματικό νόμο», την «αρχοντική αγάπη» και το «φιλότιμο», τις «παλληκαριές» της ζωής, τη «θεία παρηγοριά» και την «ανήσυχη ανησυχία», τη «θεία αφηρημάδα», το «ξεσκούριασμα των πνευματικών καλωδίων», την «ομορφιά της ψυχής», την «πνευματική ευαισθησία», τον νου ως «αναρχικό, άτακτο, αδέσποτο παιδί» και την καρδιά ως «μουσικοσυνθέτη» όταν ο νους πηγαίνει στους ανθρώπους που υποφέρουν. Τον χαρακτηρίζει ως έναν θεούμενο και ευφυή άνθρωπο που έβλεπε διορατικά την καρδιά και το μυαλό των ανθρώπων και θεράπευε τους λογισμούς τους με μια «πνευματική μεταμόσχευση», έναν σύγχρονο ζωντανό «Γεροντικό».
Ο Μητροπολίτης Ιερόθεος αισθάνθηκε την ποιότητα της πνευματικής ζωής που εκφράζεται ως πνευματική ενέργεια και πνευματική σχέση κοντά στον άγιο Παΐσιο, έναν διάφανο άνθρωπο, έναν άνθρωπο του Θεού, έναν όσιο ασκητή-αναχωρητή του 4ου αιώνος που έζησε στον αιώνα μας, αλλά ταυτόχρονα πατέρα και αδελφό με διάκριση, σύνεση και χιούμορ. Έλεγε υψηλές αλήθειες με έξυπνο και χαριτωμένο τρόπο και απλά παραδείγματα με βαθύ περιεχόμενο, διδάσκοντας με την προσευχή, τη σιωπή, το χιούμορ, την αγάπη, την αυτομεμψία και τη διακριτική και έξυπνη συμβουλή. Η μορφή του αγίου Παϊσίου και η επικοινωνία μαζί του ήταν και είναι μια πολύ σημαντική παρουσία στη ζωή του Μητροπολίτου Ιεροθέου.
Ο άγιος Παΐσιος ήταν ένας μοναχός με «φιλότιμο» και «αρχοντική αγάπη», που έφθασε σε παροξυσμό αγάπης, λέγοντας: «Αυτό που λέει η καρδιά μου είναι να πάρω ένα μαχαίρι να την κόψω κομματάκια, να την μοιράσω στον κόσμο, και ύστερα να πεθάνω»!!. Και οι άνθρωποι που κατάλαβαν αυτή την καρδιακή του αγάπη, του την ανταπέδωσαν.
Συμπεράσματα
Οι συναντήσεις του Μητροπολίτου Ιεροθέου με τον άγιο Παΐσιο, όπως αναλυτικά περιγράφονται στις πηγές, αποτελούν ένα πλούσιο υλικό που αποκαλύπτει την πνευματική προσωπικότητα του Αγίου, τις διδαχές του και την επίδρασή του σε όσους τον πλησίασαν. Μέσα από τις λεπτομερείς αφηγήσεις, αναδεικνύονται οι πνευματικές αρετές του Αγίου, η σοφία των συμβουλών του, το χιούμορ του, η αγάπη του για τον Θεό και τον άνθρωπο, καθώς και η βαθιά πνευματική σχέση που ανέπτυξε με τον Μητροπολίτη Ιερόθεο, ο οποίος τον τίμησε με την αίτηση για την αγιοκατάταξή του και τη συγγραφή βιβλίων για τη ζωή και το έργο του.
Βιβλιιογραφία
- Ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης ως εμπειρικός θεολόγος, Μαρτυρική κατάθεση για έναν «ζωντανό οργανισμό» της Εκκλησίας, 2016, ISBN 978-960-7070-98-2
- Ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης αυτοβιογραφούμενος, 2018, ISBN 978-618-5269-19-7